Αίγινα
- Μία Νήσος του Σαρωνικού Κόλπου και ιστορική χώρα της Μέσης Ελλάδας
Ετυμολογία[]
Η ονομασία "Αίγινα" σχετίζεται ετυμολογικά με τις λέξεις:
Θέση[]
Ελλάδα |
---|
Ιστορική Διαίρεση |
Μέση Ελλάδα |
|
Πελοπόννησος |
|
Συνορεύει με τις εξής χώρες:
- Β:
- Ν:
- Δ:
- Α:
Μορφολογία[]
- Οι σημαντικότερες οροσειρές της είναι:
- Οι σημαντικότεροι ποταμοί της είναι:
- Οι σημαντικότερες λίμνες της είναι:
Δημογραφία[]
Οι λαοί που την κατοίκησαν σε διάφορες ιστορικές περιόδους ήταν:
- οι Αιγινήτες
Οι σημαντικότερες ιστορικές πόλεις της ήταν:
Ιστορία[]
Η νήσος Αίγινα οφείλει την ονομασία της, σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία στην κόρη του θεού Ασωπού Αίγινα, την οποία ερωτεύθηκε ο Δίας και την απήγαγε στη νήσο "Οινώνη" που μετονομάσθηκε σε Αίγινα.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ήταν αποικία της Επιδαύρου, στην οποία ήταν αρχικά υποτελής.
Η θέση της ανάμεσα σε Αττική και Πελοπόννησο την είχε καταστήσει εμπορικό κέντρο ήδη από την Μυκηναϊκή Εποχή και οι πρώτοι κάτοικοί της πιστεύεται ότι είχαν έλθει από την Μικρά Ασία.
Σε ανασκαφές που έχουν γίνει, έχουν βρεθεί Μινωικά κεραμικά του 2000 π.Χ. περίπου.
Επίσης έχουν βρεθεί κοσμήματα από χρυσό που ανήκουν στη ύστερη περίοδο της Μυκηναϊκής τέχνης, τα οποία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Μυκηναϊκός Πολιτισμός διατηρήθηκε στη νήσο για μερικές γενεές μετά τη Δωρική κατάκτηση του Άργους και της Λακεδαίμονος.
Η επικράτηση των Δωριέων στην νήσο δεν πρέπει να έγινε πριν τον 9ο αι. π.Χ.
Συμπεραίνεται λοιπόν, ότι η ναυτική δύναμη της νήσου ήταν σημαντική και πριν την Δωρική εποχή. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην Αίγινα κόπηκαν τα πρώτα νομίσματα επί Ευρωπαϊκού εδάφους, 30-40 έτη μετά την επινόηση του νομίσματος από τους Λυδούς το 700 π.Χ. Το γεγονός ότι τα Αιγινητικά νομίσματα, μέτρα και σταθμά ήταν ένα από τα δύο συστήματα μέτρησης σε ευρεία χρήση του Ελληνικού κόσμου είναι αρκετό για να καταδειχθεί η εμπορική σημασία της.
Κατά τη διάρκεια του Ληλάντιου πολέμου (περίπου 650 π.Χ.) η Αίγινα φαίνεται να έλαβε το μέρος της Ερέτριας, έτσι εξηγείται η σύγκρουση με τη Σάμο, ένα ηγετικό μέλος της αντίπαλης συμμαχίας με ηγέτιδα την Χαλκίδα.
Γύρω στο 600 π.Χ. η Αίγινα έγινε μέλος της Αμφικτιονίας της Καλαύρειας. Κέντρο της Αμφικτιονίας ήταν το Ιερό του Ποσειδώνα στον Πόρο.
Στην συμμαχία συμμετείχαν, επίσης, οι πόλεις:
με σκοπό, κυρίως την απαλλαγή από τον Αργειακή απειλή (και ενδεχομένως και την πάταξη της πειρατείας στο Αιγαίο).
Τον 6ο αι. η Αίγινα είναι μέτοχος στον εμπορικό σταθμό της Ναυκράτιδας (550 π.Χ.).
Κατά την αρχή της συμμαχίας της με το βασιλέα του Άργους Φείδωνα, τον 8ο αιώνα π.Χ, αρχίζει η μεγαλύτερη καλλιτεχνική και οικονομική ακμή της Αίγινας, που συνεχίστηκε ως το 459 π.Χ.
Οι Αιγινήτες έμποροι έπλεαν σε όλα τους λιμένες της Μεσογείου και του Ευξείνου Πόντου.
Στη Λυδία γνώρισαν και το νέο μέσον της εμπορικής συναλλαγής, το νόμισμα . Έτσι, τον 8ο π.Χ. αιώνα κόπηκε από την Αίγινα το πρώτο αργυρό ελληνικό νόμισμα. Ήταν η Χελώνη, που είχε βάρος 13 περίπου γραμμάρια και κοσμούνταν από αναπαράσταση θαλάσσιας χελώνας (σύμβολο της Αφροδίτης που προστάτευε το θαλάσσιο εμπόριο)
Η Αιγινητική "χελώνη" έγινε διεθνώς γνωστή και αποδεκτή, ακόμη και από τους Αθηναίους παρά την έχθρα που είχαν με την Αίγινα.
Την περίοδο αυτή της ακμής της η Αίγινα ίδρυσε και ναυτικούς σταθμούς σε απομακρυσμένες περιοχές όπως στην Κυδωνία της Κρήτης και τον Αιγινήτη στην Παφλαγονία.
Για αυτό χαρακτηρίσθηκε ως ένα από τα 11 μεγαλύτερα Ελλαδικά ναυτικά κράτη, μαζί με τη Μίλητο, τη Φώκαια, την Έφεσο, τη Σάμο, την Λέσβο, την Κόρινθο, τη Χίο, την Αθήνα, τα Μέγαρα και την Κέρκυρα.
Η Αίγινα, την εποχή αυτή διέθετε δικά της ναυπηγεία.
Πλούτος της Αίγινας[]
Οι Αιγινήτες έμποροι, ανταγωνιστές των Σαμίων, με τους οποίους τους χώριζε παλαιά εχθρότητα, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος (3.59), έφθαναν με τα πλοία τους ως την Ιβηρική Χερσόνησο, από όπου μετέφεραν, εκτός από άλλα εμπορεύματα, και άργυρο.
Έτσι η Αίγινα έγινε η πρώτη Ελληνική πόλη που διέθεσε αργυρό νόμισμα.
Δεν είναι συμπτωματικό ότι ο πλουσιότερος έμπορος της αρχαϊκής Ελλάδας ήταν, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος (4.152), ο Αιγινήτης Σώστρατος, υιος του Λαοδάμαντος, που έζησε τον 6ο αιώνα π.Χ.
Μια ενεπίγραφη λίθινη άγκυρα, αφιέρωμα του Σωστράτου στον Απόλλωνα Αιγινάτα, που βρέθηκε στις ανασκαφές του επινείου της ετρουσκικής πόλης Tarquinia (στη σημερινή Gravisca), στη δυτική ακτή της κεντρικής Ιταλίας, μαρτυρεί την εμπορική του δραστηριότητα στη δυτική Μεσόγειο. Με τον πλούτο που τους απέφερε το εμπόριο οι Αιγινήτες κατασκεύασαν στήν νήσο τους ναούς και άλλα μνημεία.
Ακμή της Αίγινας[]
Η Αίγινα είναι πλέον θαλασσοκράτειρα, λόγω με την μεγάλης ανάπτυξης της ναυτιλίας και καταφέρνει να αποστατήσει από την κυριαρχία της Επιδαύρου .
Περί το 610 π.Χ. διεξήχθηκε ένας σκληρός πόλεμος με την Σάμο.
Ο Σάμιος βασιλέας Αμφικράτης εξεστράτευσε στην Αίγινα και της προκάλεσε μεγάλες καταστροφές.
Στην συνέχεια φαίνεται ότι η Αίγινα περιήλθε υπό την κυριαρχία της Επιδαύρου.
Όταν η Επίδαυρος συνετρίβη από τον Περίανδρο (627 - 588 π.Χ.) φαίνεται ότι επέτυχε την ανεξαρτησία της.
Το 587 π.Χ. φαίνεται ότι οι Αιγινήτες δήωσαν την Επιδαυρία. Το γεγονός δε της αρπαγής από τους Αιγινήτες, των ξοάνων της Δαμίας και Αυξησίας από την Επίδαυρο και η μεταφορά τους στην Αίγινα ήταν και η αιτία για την πρώτη ρήξη και με την Αθήνα.
Ακολούθησε ο Πόλεμος Αγαλμάτων με την Αθήνα (585 π.Χ.).
Οι σχέσεις Αθήνας Αίγινας δεν ήταν καλές λόγω του ανταγωνισμού των δύο πόλεων.
Οι Αθηναίοι μόνο γύρω στα 600 π.Χ., ύστερα από τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, άρχισαν να στρέφονται προς το εμπόριο και έτσι δεν μπορούσαν να ενοχλήσουν την ανθούσα οικονομία της Αίγινας.
Είχαν όμως αρχίσει ήδη να φαίνονται τα πρώτα σύννεφα στις σχέσεις των δύο πόλεων. Η Αίγινα κατείχε θέση-κλειδί στους θαλάσσιους δρόμους ανάμεσα στο λιμάνι του Πειραιά. και την Αθήνα με αποτέλεσμα ο Περικλής να ονομάσει την Αίγινα “Λήμη” ( = τσίμπλα) του Πειραιά.
Το μίσος που χώριζε τις δύο πόλεις δεν ήταν μόνο για τις εμπορικές, ναυτιλιακές και γενικά οικονομικές διαφορές, αλλά και διαφορές στον τρόπο διοίκησης . Στην Αθήνα διοικούσαν οι Δημοκρατικοί ενώ στην Αίγινα οι Ολιγαρχικοί, που ελέγχονταν από τους εμπόρους και κεφαλαιούχους αστούς.
Το 500 π.Χ. ο πληθυσμός της Αίγινας έφθανε τους 440 χιλιάδες κατοίκους, από τους οποίους οι 40 χιλιάδες ήταν ελεύθεροι πολίτες.
Την εποχή αυτή η Αίγινα είναι γεμάτη ιερά και ναούς που φιλοτέχνησαν διάσημοι Αιγινήτες καλλιτέχνες.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ της Αίγινας και Αθήνας έφτασε στο αποκορύφωμα τις παραμονές των Μηδικών πολέμων.
Το 488 π.Χ. άρχισε πόλεμος που διήρκησε μέχρι τις παραμονές της Περσικής εισβολής του Ξέρξη. Τότε παραμερίστηκαν όλες οι διαφορές προς χάρη της εθνικής ενότητας για την αντιμετώπισή του.
Τέχνη[]
Η Αίγινα αποτελούσε από τα τέλη του 7ου αιώνα π.χ. έως το ήμισυ του 5ου αιώνα π.χ. ένα από τα ποιο αξιόλογα κέντρα γλυπτικής –πλαστικής τέχνης και χαλκουργίας, εφάμιλλο αν όχι και σπουδαιότερο από της Αττικής και της Πάρου και έδωσε έργα που στόλισαν ιερά και ναούς όχι μόνο της Αίγινας αλλά και άλλων φοιμισμένων χώρων,όπως την Ολυμπία, τους Δελφούς, την Αθήνα, την Φιγαλεία των Συρακουσών καθώς και άλλων ονομαστών πόλεων. Έχουμε πολύ λίγα στοιχεία για τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του εργαστηρίου.Οι πληροφορίες που αντλούμε προέρχονται κυρίως από αρχαίες πηγές,όπως τον Παυσανία, τον Πλίνιο και άλλους μεταγενέστερους συγγραφείς που αναφέρονται στους αρχαίους Αιγινήτες γλύπτες.
Η Αιγινητική τέχνη βρίσκεται στο μεταίχμιο της αρχαϊκής και της πρώιμης κλασικής τέχνης . Μια ιδέα μπορούμε να πάρουμε από τα αγάλματα που κοσμούσαν τα αετώματα του ναού της Αφαίας, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου και λίγα σωζόμενα γλυπτά του αρχαϊκού ναού του Απόλλωνα στην Κολώνα, που βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αίγινας. Παλαιότερος Αιγινήτης γλύπτης είναι ο Σμίλις (γιος του Ευκλείδη λέγεται και ‘Δαιδαλίδης’ και ήταν σύγχρονος του Δαίδαλου (αρχές 7ου αιώνα π.Χ, έως και α μισό του 6ου αιώνα π.Χ.)) Χαρακτηριστικότερο έργο του είναι το άγαλμα της Ήρας στο Ηραίο της Σάμου (ξόανο- ξύλινο δηλαδή άγαλμα) .
Αργότερα (αρχές 5ου αιώνα π.χ. άκμαζε ο Αιγινήτης γλύπτης Κάλλων ο οποίος μεταξύ άλλων έργων έκανε τα γλυπτά του δυτικού αετώματος της Αφαίας καθώς και έργα στην Ακρόπολη των Αθηνών.4 Έξοχος γλύπτης και χαλκοπλάστης θεωρείται ο Ονάτα που έδρασε κατά τα τέλη 6ου αιώνα –αρχές 5ου αιώνα π.χ. και θεωρείται ότι έκανε το ανατολικό αέτωμα ου ναού της Αφαίας εκτός άλλων γνωστών έργων του στην αρχαία Ολυμπία και στην ακρόπολη των Αθηνών.
Άλλοι σπουδαίοι γλύπτες είναι :
Ο Γλαυκίας ( χαλκουργός πρώτο μισό 5ου αιώνα), ο Αναξαγόρας (χαλκουργός του 5ου αιώνα), ο Σίμων (472 π.Χ.), ο Άλτιμος, ο Αριστόνοος (άγνωσης εποχής), ο Συννόοντας, ο Σήραμβος, ο Θεόπροπος (άγνωστης εποχής), ο Φιλότιμος (γύρω στο 380 π.Χ.).
Τα έργα της Αιγινήτικης σχολής κατασκευάζονταν από ξύλο (ξόανα), χαλκό, μάρμαρο και πέτρα. Διακρίνονται στο σύνολό τους από ένα κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα της σχολής : το « Αιγινήτικο μειδίαμα» χαρακτηριστική σύσπαση στο στόμα των αγαλμάτων που ομοιάζει με χαμόγελο (γνώρισμα της αρχαϊκής τέχνης)
Τα έργα τους στόλιζαν όχι μόνο ναούς της Αίγινας, όπως του Δελφίνιου Απόλλωνα, της Αφαία, της Αφροδίτη και της Εκάτης, αλλά και πολλά ιερά στην Ελλάδα και Ιταλία.
Αξιόλογα έργα της Αιγινιτικής γλυπτικής θεωρούνται τα γλυπτά των αετωμάτων της Αφαίας που βρίσκονται σήμερα στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου.
Υποσημειώσεις[]
Εσωτερική Αρθρογραφία[]
Βιβλιογραφία[]
Ιστογραφία[]
Κίνδυνοι Χρήσης |
---|
Αν και θα βρείτε εξακριβωμένες πληροφορίες "Οι πληροφορίες αυτές μπορεί πρόσφατα Πρέπει να λάβετε υπ' όψη ότι Επίσης, |
- Μην κάνετε χρήση του περιεχομένου της παρούσας εγκυκλοπαίδειας
αν διαφωνείτε με όσα αναγράφονται σε αυτήν
- Όχι, στις διαφημίσεις που περιέχουν απαράδεκτο περιεχόμενο (άσεμνες εικόνες, ροζ αγγελίες κλπ.)