Κολοφών
Colophon, Κολοφώνας
- Μία ιστορική πόλη της Ιωνίας.
Ετυμολογία[]
Η ονομασία "Μυούς" σχετίζεται ετυμολογικά με την λέξη [[]].
Ίδρυση[]
Ο χρόνος ίδρυσής της είναι άγνωστος.
Γεωγραφία[]
Η ακριβής θέση της είναι:
Αντίθετα με τις περισσότερες πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας δεν βρίσκεται στα παράλια αλλά στην ενδοχώρα, σε απόσταση περίπου 10 χλμ. από τη θάλασσα και σχεδόν 55 Km νότια της Σμύρνης, κοντά στο σύγχρονο χωρίο Değırmendere.
Η θέση της θυμίζει μυκηναϊκούς οικισμούς της Πελοποννήσου, καθώς αποτελείται από μια απότομη ακρόπολη που επιβλέπει μια πλούσια και εκτεταμένη πεδιάδα.
Το όνομα της πόλης σημαίνει κορυφή. Η επικράτεια της πόλης Κολοφωνία. Τα όριά της ήταν ασαφή, αλλά φαίνεται ότι στα δυτικά συνόρευε με τις επικράτειες της Τέω και των Κλαζομενών.
Ήδη από την Αρχαϊκή περίοδο, η Κολοφών ήλεγχε το ιερό της Κλάρου και τη γειτονική παράκτια πόλη του Νοτίου (σε απόσταση περί τα 15 Km νοτιότερα).
Ιστορία[]
Μυκηναϊκή Εποχή[]
Θεωρείται βέβαιο ότι η Κολοφών ήταν μια τειχισμένη μυκηναϊκή ακρόπολη κατά το 13ο αιώνα. Όμως, τα αρχαιολογικά ευρήματα της Ύστερης εποχής του Χαλκού έχουν χαθεί. Αναφέρεται ένας μεγάλος θολωτός τάφος με στόμιο, που βρέθηκε συλημένος, αλλά περιείχε θραύσματα αγγείων της ΥΕ ΙΙΙΒ ή ΥΕ ΙΙΙΓ. Ανάλογα θραύσματα φυλάσσονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, με την ένδειξη ότι προέρχονται από την Κολοφώνα.
Υπάρχουν αντικρουόμενες παραδόσεις για την ίδρυση της πόλης, που ενδεχομένως να οφείλονται στο γεγονός ότι η Κολοφών υπήρξε διαδοχικά Μινωική, Μυκηναϊκή και Ιωνική κτήση.
Ο Παυσανίας αναφέρει τρία στάδια στην ίδρυση της πόλης.
- Η πρώτη φάση περιλαμβάνει την άφιξη του Κρητικού Ρακίου στην Κλάρο.
- Η δεύτερη φάση σχετίζεται με την άφιξη Βοιωτών προσφύγων, μετά την κατάληψη της Καδμείας από τους Αργείους, με επικεφαλής τη Μαντώ.
- Τέλος, όπως και οι υπόλοιπες ιωνικές πόλεις, η Κολοφών θεωρείται, από τον Παυσανία, αποικία Ιώνων την οποία ίδρυσαν οι απόγονοι του βασιλέα της Αθήνας Κόδρου: ως οικιστές αναφέρονται ο Πρόμηθος και ο Δαμασίχθων.
- "Κολοφώνιοι δὲ τὸ μὲν ἱερὸν τὸ ἐν Κλάρῳ καὶ τὸ μαντεῖον ἐκ παλαιοτάτου γενέσθαι νομίζουσιν· ἐχόντων δὲ ἔτι τὴν γῆν Καρῶν ἀφικέσθαι φασὶν ἐς αὐτὴν πρώτους τοῦ Ἑλληνικοῦ Κρῆτας, Ῥάκιον καὶ ὅσον εἵπετο ἄλλο τῷ Ῥακίῳ [καὶ ὅσον τι] πλῆθος, ἔχον τὰ ἐπὶ θαλάσσῃ καὶ ναυσὶν ἰσχῦον· τῆς δὲ χώρας τὴν πολλὴν ἐνέμοντο ἔτι οἱ Κᾶρες. Θερσάνδρου δὲ τοῦ Πολυνείκους καὶ Ἀργείων ἑλόντων Θήβας [καὶ] ἄλλοι τε αἰχμάλωτοι καὶ ἡ Μαντὼ τῷ Ἀπόλλωνι ἐκομίσθησαν ἐς Δελφούς· Τειρεσίαν δὲ κατὰ τὴν πορείαν τὸ χρεὼν ἐπέλαβεν ἐν τῇ Ἁλιαρτίᾳ. ἐκπέμψαντος δὲ σφᾶς ἐς ἀποικίαν τοῦ θεοῦ, περαιοῦνται ναυσὶν ἐς τὴν Ἀσίαν, καὶ ὡς κατὰ τὴν Κλάρον ἐγένοντο, ἐπεξίασιν αὐτοῖς οἱ Κρῆτες μετὰ ὅπλων καὶ ἀνάγουσιν ὡς τὸν Ῥάκιον· ὁ δὲ-μανθάνει γὰρ παρὰ τῆς Μαντοῦς οἵτινές τε ἀνθρώπων ὄντες καὶ κατὰ αἰτίαν ἥντινα ἥκουσι- λαμβάνει μὲν γυναῖκα τὴν Μαντώ, ποιεῖται δὲ καὶ τοὺς σὺν αὐτῇ συνοίκους. (Παυσ. 7.3.1.1 -7.3.2.8)
[ΜΕΤ. Οι Κολοφώνιοι πιστεύουν ότι το ιερό και το μαντείο στην Κλάρο ιδρύθηκαν στα πολύ παλιά χρόνια. Ισχυρίζονται ότι, όταν ακόμη είχαν έρθει στη χώρα οι Κάρες, οι πρώτοι Έλληνες που έφτασαν εκεί ήταν Κρήτες με αρχηγό τον Ράκιο που τον ακολουθούσε και άλλο μεγάλο πλήθος. Αυτοί κατέλαβαν τα παραθαλάσσια και είχαν ισχυρό στόλο. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος της χώρας εξακολουθούσαν να το κατέχουν οι Κάρες. Όταν ο Θέρσανδρος, ο γιος του Πολυνείκη, και οι Αργείοι κατέλαβαν τη Θήβα, μεταξύ των άλλων αιχμαλώτων που έφεραν στον Απόλλωνα στους Δελφούς ήταν και η Μαντώ. Τον Τειρεσία τον βρήκε ο θάνατος κατά την πορεία στην Αλιαρτία. Και όταν ο θεός τους έστειλε μακριά να ιδρύσουν αποικία, διαπεραιώθηκαν με τα πλοία στην Ασία, αλλά όταν ήρθαν στην Κλάρο, οι Κρήτες τους επιτέθηκαν με όπλα και τους οδήγησαν στον Ράκιο. Αυτός, μαθαίνοντας από τη Μαντώ ποιοι είναι και γιατί είχαν έρθει, πήρε για γυναίκα του τη Μαντώ και τους επέτρεψε να εγκατασταθούν στη χώρα του και να συγκατοικήσουν.]
Άλλες πηγές αναφέρουν μάλιστα ότι η Κλάρος έλαβε το όνομά της από το κλάμα της Μαντώς για τη χαμένη της πατρίδα Θήβα ή από τα κλάδους, καθώς και η έδρα του Απόλλωνος λεγόταν ἀμπελόσεσσα Κλάρος παραπέμποντας έτσι σε δενδρολατρεία. Υπήρχε και κρήνη, για την οποία διηγούνταν ότι είχε δημιουργηθεί από τα δάκρυά της και η οποία έπαιζε σημαντικό ρόλο στη μαντεία. Μια περισσότερο ρεαλιστική αφήγηση θέλει το ύδωρ της κρήνης να σχηματίζεται από σταλακτίτες που έσταζαν, καθώς και ο χώρος άσκησης της μαντικής ήταν υπόγειος θόλος. Από αυτό όποιος έπινε αποκτούσε μαντικές ικανότητες και έδινε έμμετρους χρησμούς· όμως πλήρωνε βαρύ τίμημα, γιατί η ζωή του γινόταν συντομότερη (Πλ., Nat. Hist. 2.232, Τάκ., Ann. 54).
Κατά το Μίμνερμο τον Κολοφώνιο, την πόλη ίδρυσε ο Ανδραίμων, με πληθυσμό προερχόμενο από την Πύλο. Η παράδοση αυτή θεωρείται ενδεχομένως τοπικός μύθος της Κολοφώνος. Ο Ανδραίμων εκδίωξε τους Κάρες και επέτρεψε την ίδρυση της γειτονικής Λεβέδου.
Τα πράγματα περιπλέκονται από το γεγονός ότι ο Σθένελος, ένα μυθολογικό πρόσωπο που παραπέμπει στην Αργολίδα, θεωρούνταν από τους Κολοφωνίους ότι είχε ταφεί στην πόλη τους.
Μια άλλη παράδοση αναφέρει ότι μετά την άλωση της Τροίας, μια ομάδα Αχαιών, ο Κάλχας, ο Λεόντιος, ο Πολυποίτης και οι σύντροφοί τους, κατευθύνθηκε προς την Κολοφώνα. Ο Κάλχας μάλιστα απέθανε και τάφηκε εκεί. Η παράδοση αναφέρει ότι ο θάνατός του επήλθε μετά την ήττα του σε μαντικό αγώνα με το Μόψο, μάντη και βασιλέα της Κολοφώνος, επομένως και ο αγώνας πρέπει να διεξήχθη εκεί.
Ο Μόψος θεωρείται ότι ίδρυσε το μαντείο του Απόλλωνα στην Κλάρο και ώθησε τους Κολοφωνίους να επεκταθούν, εκδιώκοντας τους Κάρες και Λέλεγες γείτονές τους.
Αν και η διάλεκτος των Κολοφωνίων είναι η Ιωνική, εν τούτοις είναι αξιοσημείωτο ότι στην πόλη δεν έχουν βρεθεί ενδείξεις για τον εορτασμό των κατεξοχήν ιωνικών εορτών, όπως τα Απατούρια και τα Ανθεστήρια.
Η Κολοφών εμπλέκεται με αρνητικό τρόπο στην ίδρυση των Κλαζομενών. Όταν κατέφθασαν στην περιοχή Πελοποννήσιοι άποικοι από τις Κλεωνές και τον Φλειούντα, οι Κολοφώνιοι όρισαν ένα δικό τους, τον Πάρφορο, επικεφαλής της αποστολής προς αναζήτηση εδάφους για την ίδρυση αποικίας. Ο τελευταίος επιχείρησε να παραπλανήσει τους αποίκους, οδηγώντας τους τελικά έπειτα από μακρά πορεία σε μια θέση κοντά στην Κολοφώνα, όπου ίδρυσαν το Σκύππιον. Όταν οι Πελοποννήσιοι άποικοι κατάλαβαν την απάτη και στασίασαν, εγκαταλείποντας την αποικία και ιδρύοντας τελικά τις Κλαζομενές.
Στα τέλη του 9ου αιώνα οι ιωνικές πόλεις είχαν οργανωθεί σε μια Δωδεκάπολη, που περιλάμβανε τη Μίλητο, το Μυούντα, την Πριήνη, την Έφεσο, τη Λέβεδο, την Τέω, τις Κλαζομενές, τη Φώκαια, τη Σάμο, τη Χίο, τις Ερυθρές και την Κολοφώνα.
Μία από τις κτήσεις της Κολοφώνος, η Μελία (που έχει το ίδιο όνομα με μία από τις κόρες του μυθικού βασιλιά της πόλης, του Μόψου), καταστράφηκε σε μια συντονισμένη επιχείρηση όλων των ιωνικών πόλεων και τα εδάφη της διαμοιράστηκαν σε όλα τα μέλη της Δωδεκάπολης.
Αρχαϊκή Εποχή[]
Στην Αρχαϊκή περίοδο η Κολοφών ήταν ισχυρή ναυτική πόλη, με εξαιρετικά γόνιμο έδαφος. Η ισχύς της συνάγεται από την παροιμία «Κολοφώνα επέθηκε». Η ερμηνεία που δίνεται στη φράση αυτή είναι ότι αρκούσε η παρέμβασή της για να τερματιστεί οποιαδήποτε τυχόν αντιδικία μεταξύ των πόλεων της Ιωνίας.
Ο Στράβων που αναφέρεται στην παροιμία προσθέτει ότι η πόλη διέθετε τότε ισχυρότατο ναυτικό, ενώ ήταν διάσημη κυρίως για το ιππικό της. Η Κολοφών διακρίνεται και για ένα ακόμη ιδιαίτερο στοιχείο της πολεμικής της μηχανής, της χρήσης σκύλων στη μάχη.
Η ιστορία της πόλης αρχίζει γύρω στο 700 π.Χ. Στην πόλη επήλθε στάση και ακολούθησε η φυγή μιας μερίδας των κατοίκων, που μετανάστευσε στη Σμύρνη, αιολική κτήση και αποικία της Κύμης. Αργότερα, εκεί οι Κολοφώνιοι έποικοι έδιωξαν τους παλαιότερους Αιολείς κατοίκους και παρέμειναν κύριοι της Σμύρνης. Έκτοτε η πόλη λογιζόταν ως ιωνική.
Γύρω στο 660 π.Χ. ο βασιλέας της Λυδίας Γύγης επιτέθηκε στη Μίλητο και τη Σμύρνη, που αντιστάθηκαν με επιτυχία, και στην Κολοφώνα, της οποίας κατέλαβε το άστυ. Πρόσφυγες από την Κολοφώνα κατέφυγαν στο Νότιον και από εκεί μετέβησαν στη νότια Ιταλία και έκτισαν τη Σίριδα, μια πόλη που διατήρησε επί μακρόν τον ιδιαίτερο ιωνικό χαρακτήρα της εν μέσω χαλκιδικών και λακωνικών πληθυσμών.
Η πόλη της Κολοφώνος δε μετείχε γενικά στο αποικιακό κίνημα της Μαύρης θάλασσας.
Ως αποικία της αναφέρεται μόνο η Μύρλεια στο Βόσπορο, η μετέπειτα Απάμεια της Βιθυνίας. Επίσης, λεξικογράφοι αναφέρουν την παρουσία Κολοφώνιων χρυσοχόων στην περιοχή του Στρυμόνα, όπου υπάρχουν και τοπωνύμια που παραπέμπουν στην ιωνική πόλη.
Πριν από τη Λυδική κατάκτηση οι Κολοφώνιοι διατηρούσαν μεγάλες περιουσίες, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης. Το γεγονός του πλούτου και της χλιδής της πόλης και ο «φιλήδονος βίος» των κατοίκων της, που συγκρίνονταν με την παροιμιακή τρυφή των Συβαριτών, οδήγησε αρκετούς αρχαίους συγγραφείς να αποδώσουν την καταστροφή της πόλης στην ύβρη.
Η Κολοφών παρέμεινε επί μακρόν υπό Λυδικό έλεγχο. Οι πηγές μας είναι αντικρουόμενες ως προς το χαρακτήρα της κατοχής:
- ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, αναφέρει μια μερίδα του πληθυσμού, όχι λιγότερους από χίλιους Κολοφωνίους, ως λυδίζοντες, που ζούσαν με τρυφηλότητα, μολονότι παλαιότερα οι συμπατριώτες του ήταν σκληραγωγημένοι,
- ενώ ο Φύλαρχος αναφέρει φιλία και συμμαχία μεταξύ των Κολοφωνίων και των Λυδών.
- Οι ιστορικοί γενικά αποδέχονται το πνεύμα μιας χαλαρής και όχι ιδιαίτερα καταπιεστικής λυδικής κυριαρχίας.
Περίπου το 600 π.Χ. ο Αλυάττης προφασίστηκε τη συμμαχία με την Κολοφώνα για να παρασύρει τους περίφημους ιππείς της και να τους εξοντώσει, δίνοντας τα άλογά τους στους δικούς του άντρες. Εικάζεται ότι οι Κολοφώνιοι ιππείς ενεργούσαν ως μισθοφόροι στην υπηρεσία του Λυδού βασιλέα.
Το 591 π.Χ., μια άλλη ομάδα μισθοφόρων στην υπηρεσία του Αιγύπτιου φαραώ Ψαμμητίχου, που περιλάμβανε τον Τήλεφο από την Ιαλυσό, τον Ελεσίβιο από την Τέω και τον Πάβιδα τον Κολοφώνιο, χάραξαν το όνομά τους στους πόδες των κολοσσιαίων αγαλμάτων στο Abu Simbel.
Η τρυφηλή ζωή των Κολοφωνίων τερματίστηκε με την υποταγή της στην Περσική Αυτοκρατορία, τo 546 π.Χ.
Κλασσική Εποχή[]
Μετά την ήττα των Περσών στη Μυκάλη (479 π.Χ.), η Κολοφών εντάχθηκε στη Δηλιακή Συμμαχία. Η εισφορά της πόλης το 454/453 π.Χ. ήταν 3 τάλαντα, μειώθηκε σε 1,5 το 441/440 π.Χ., για να επανέλθει στα 3 τάλαντα το 432 π.Χ.
Το 430 π.Χ. ο σατράπης της Λυδίας Πισσούθνης έστειλε τον Ιταμένη, επικεφαλή μιας μικρής δύναμης, να καταλάβει την Κολοφώνα. Οι φιλαθηναίοι Κολοφώνιοι κατέφυγαν στο Νότιο. Τρία έτη αργότερα (άνοιξη του 427 π.Χ.) ο Πισσούθνης εγκατέστησε φρουρά και στο Νότιον, κατόπιν πρόσκλησης από τη φιλοπερσική παράταξη.
Τότε οι Αθηναίοι, με επικεφαλής τον Πάχητα, έδιωξαν την Περσική φρουρά από το Νότιο και εγκατέστησαν αποικία, όπου συγκεντρώθηκαν όλοι οι εξόριστοι, προφανώς φιλαθηναίοι Κολοφώνιοι.
Εν τω μεταξύ η εισφορά της Κολοφώνος στη συμμαχία μειώθηκε στις 500 δρχ., γεγονός που ίσως υποδηλώνει ότι υπό τον έλεγχο των Αθηναίων βρισκόταν μόνο ένα τμήμα της πόλης, πιθανότατα δε μόνο οι κάτοικοι που είχαν καταφύγει στο Νότιο.
Οι Αθηναίοι, εκμεταλλευόμενοι κάποια περίοδο ειρήνης με τους Πέρσες, αποίκισαν το Νότιο με Αθηναίους και Κολοφωνίους.
Νοτιείς και Κολοφώνιοι συνέχισαν να πληρώνουν την εισφορά τους στο συμμαχικό ταμείο ως διακριτές πολιτικές οντότητες. Δεν είναι γνωστό, όμως, αν οι Κολοφώνιοι που μετέχουν πλέον στη συμμαχία είναι οι άποικοι στο Νότιο ή αν πρόκειται για εξορίστους που εγκαταστάθηκαν σε άλλη θέση.
Στην ίδια περίοδο ανήκει και μια συνθήκη μεταξύ Αθήνας και Κολοφώνος, η οποία καθορίζει τις σχέσεις των αυτοχθόνων με τους Αθηναίους αποίκους.
Εν τω μεταξύ, η παλαιά πόλη της Κολοφώνος παρέμεινε στη δικαιοδοσία των Περσών. Μόνο το 410 π.Χ., όταν ο Θρασύβουλος επικεφαλής μεγάλης αθηναϊκής δύναμης κατέλαβε το Νότιο, οι Κολοφώνιοι άνοιξαν τις πύλες της πόλης τους και η Αθήνα επανέκτησε τον έλεγχό της.
Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε τουλάχιστον έως το 408 π.Χ., και ενδεχομένως μέχρι το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου (404 π.Χ.).
Με την Ανταλκίδειο ειρήνη (386 π.Χ.) η Κολοφών πέρασε εκ νέου στον έλεγχο των Περσών.
Απελευθερώθηκε από τον Αλέξανδρο το 334 π.Χ.
Ελληνιστική Εποχή[]
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου η Κολοφών βρέθηκε υπό τον έλεγχο του Αντιγόνου Α΄ Μονόφθαλμου. Η πόλη ευνοήθηκε ιδιαίτερα στην περίοδο της αρχής του ηγεμόνα αυτού. Τότε η παλαιά πόλη ενώθηκε με τη νεότερη (την αποικία του 427 π.Χ. ή το Νότιον), επέκτεινε και ανανέωσε τα τείχη της.
Η κίνηση αυτή ανήκει στο γενικότερο συνοικιστικό έργο του Αντιγόνου, το οποίο περιλαμβάνει επίσης την ίδρυση της Αντιγονείας Τρωάδος, την ανοικοδόμηση της Σμύρνης και το σχέδιο του συνοικισμού της Λεβέδου με την Τέω, που δεν προαγματοποιήθηκε τελικά.
Για το σκοπό της ανοικοδόμησης των τειχών και της ένωσης της παλαιάς με τη νέα πόλη, διενεργήθηκε έρανος από το 311 έως το 306 π.Χ., κατά τον οποίο συγκεντρώθηκε ένα εξαιρετικά υψηλό ποσό (265-310 χιλιάδες δραχμές).
Στην ίδια επιγραφή (ψήφισμα που ευχαριστούσε τον Αντίγονο που χάρισε στην πόλη την ελευθερία της) οι αρχές της Κολοφώνος ζήτησαν εξαίρεση από τη φορολογία. Με βεβαιότητα πριν από το 306 π.Χ., οπότε αναγορεύτηκε βασιλέας, ο Αντίγονος Μονόφθαλμος έστειλε ένα διάγραμμα με το οποίο καθόρισε τη φύση της διαιτησίας των Κώων για μια συνοριακή διαφορά μεταξύ της Κολοφώνος και των Κλαζομενών.
Όταν οι δυνάμεις του γιου του Αντιγόνου, του Δημητρίου Πολιορκητή, απελευθέρωσαν την Αθήνα από τα στρατεύματα του Κασσάνδρου (304 π.Χ.), οι Κολοφώνιοι, μαζί με άλλους Μικρασιάτες, έστειλαν πρεσβείες στη θεωρούμενη κοιτίδα των Ιώνων.
Επιπλέον έστειλαν και κάποιο χρηματικό ποσό, για να συγχαρούν την Αθήνα για την απελευθέρωσή της.
Το 302 π.Χ., όταν ο συνασπισμός των Διαδόχων αποφάσισε να αναμετρηθεί με τον Αντίγονο, ο Λυσίμαχος της Θράκης έστειλε το στρατηγό του Πρεπέλαο με εκστρατευτικό σώμα, για να καταλάβει τη Μικρά Ασία. Οι Κολοφώνιοι και οι Τείοι ήρθαν σε συνεννόηση με τους εισβολείς και συνθηκολόγησαν, χωρίς να εμπλακούν σε εχθροπραξίες.4
Αργότερα όμως η Κολοφών και η Σμύρνη αντιτάχθηκαν στο Λυσίμαχο.
Το 299 π.Χ. ο Λυσίμαχος θέλησε να συνοικίσει την Κολοφώνα με τη Λέβεδο, την Έφεσο και τα Φύγελα σε μια νέα πόλη, την Αρσινόεια. Η Κολοφών ερημώθηκε. Η πράξη αυτή θεωρείται από τους αρχαίους συγγραφείς, ως χαρακτηριστικό δείγμα αυταρχικής συμπεριφοράς.
Το έργο αυτό δεν ολοκληρώθηκε, αν και η Νέα Έφεσος ανοικοδομήθηκε ως η λαμπρότερη πόλη της Μικράς Ασίας.
To 281 π.Χ., με το θάνατο του Λυσιμάχου, η Κολοφών ανέκτησε την ανεξαρτησία της. Δεν μπόρεσε όμως ποτέ να επανακτήσει τα πλούτη και τη δόξα των προγενέστερων εποχών. Πλέον μεγαλύτερη ανάπτυξη γνώρισε το Νότιο, που αποκαλούνταν επίσης νέα Κολοφών και οι κάτοικοί του «Κολοφώνιοι εκ της θαλάσσης», σε αντιδιαστολή με την παλαιά Κολοφώνα, που παρέμεινε στην αρχική της θέση.
Κατά τη διάρκεια της Πτολεμαϊκής διείσδυσης στη Μικρά Ασία, που εκμεταλλεύθηκε τις δυναστικές δυσκολίες των Σελευκιδών το 246-241 π.Χ., η Κολοφών πέρασε υπό αιγυπτιακό έλεγχο.
Το 218 π.Χ. ο Άτταλος Α΄, εκμεταλλευόμενος τη δυναστική διαμάχη μεταξύ Αχαιού και Αντιόχου Γ', προσάρτησε στο Περγαμηνό κράτος μια σειρά από πόλεις της Αιολίδας, όπως η Κύμη, η Μύρινα, η Φώκαια, οι Αιγές και η Τήμνος.
Δεν προχώρησε άλλο, ωστόσο δέχθηκε απεσταλμένους από την Τέω και την Κολοφώνα που του παρέδωσαν τις πόλεις τους.
Πάντως, η πόλη βρέθηκε σύντομα ξανά υπό τον έλεγχο του Αντιόχου Γ΄, όπως μαρτυρά επιγραφή που αναφέρει ότι η εκμίσθωση των φόρων γίνονταν με βάση το διάγραμμα που είχε στείλει ο βασιλέας.
Μετά τη μάχη της Μαγνησίας του Σιπύλου και την ειρήνη της Απάμειας (188 π.Χ.), το Νότιο ορίστηκε ότι είναι ελεύθερη πόλη.
Αντίθετα, η τύχη της Κολοφώνος είναι άγνωστη.
Η πλειονότητα των μελετητών πάντως αποδέχεται ότι διατήρησε την ελευθερία της, υπό το φως της περίφημης επιγραφής που αναφέρεται σε επιστολή που έστειλε ο Λ. Αιμίλιος Σκιπίων στη βουλή και το δήμο της πόλης, με την οποία εγγυήθηκε τα δικαιώματα του ιερού του Απόλλωνα στην Κλάρο.
Πάντως, η Κολοφών είναι αναμφισβήτητα ελεύθερη πόλη περί το 150 π.Χ., όταν μαζί με τη Σάμο και τη Μαγνησία του Μαιάνδρου συμμετείχε σε διαιτησία στη διαφορά του Ναρθακίου και της Μελιτείας στη βόρεια Ελλάδα.
Σε επιγραφή από τη Μαγνησία του Μαιάνδρου κάτοικοι του Νοτίου αποκαλούνταν «Κολοφώνιοι επί θαλάσση», ενώ οι κάτοικοι της παλαιάς πόλης ονομάζονταν «Κολοφώνιοι οι την αρχαίαν πόλιν οικούντες».
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι κάτοικοι της Μαγνησίας καλούν χωριστά τους κατοίκους των δύο πόλεων, προκειμένου να λάβουν μέρος στους εορτασμούς προς τιμήν της Αρτέμιδος Λευκοφρυηνής. Οι δύο πόλεις πάντως φαίνεται ότι είχαν κάποιας μορφής συμπολιτεία.
Στη διάρκεια της εξέγερσης του Αριστονίκου (133 π.Χ.), η Κολοφών και πιθανόν και το Νότιο πέρασαν προσωρινά υπό τον έλεγχο των εξεγερθέντων.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Marcus Perperna εναντίον του Αριστονίκου στη Μικρά Ασία το 130 π.Χ. ο Ρωμαϊκός στρατός κατέλυσε στην Κολοφώνα.
Με την ίδρυση της επαρχίας της Ασίας το 127 π.Χ. η Κολοφών παρέμεινε ελεύθερη πόλη εντός των ορίων της Ρωμαϊκής επικράτειας, αν και η εφαρμογή των νόμων της εξαρτώνταν από την καλή θέληση των Ρωμαίων διοικητών και την ενεργητικότητα των πρέσβεων απέναντι στις επαρχιακές αρχές, όπως μαρτυρά μια σειρά ψηφισμάτων των Κολοφωνίων που βρέθηκαν στο ιερό του Απόλλωνα στην Κλάρο.
Κατά τη διάρκεια του A´ Μιθριδατικού πολέμου (89-83 π.Χ.) ο βασιλέας του Πόντου εγκατέστησε τυράννους στην Κολοφώνα, τις Τράλλεις και το Αδραμύττιο.
Οι κάτοικοι της Κολοφώνος, βοηθούμενοι από το Λούκουλλο, κατόρθωσαν να διώξουν τον τύραννο την άνοιξη του 86 π.Χ. και έκλεισαν τις πύλες στο Μιθριδάτη.
Δεν είναι γνωστή η μεταχείριση που είχε η πόλη από τον Σύλλα στη συνδιάσκεψη της Εφέσου (83 π.Χ.).
Μια σειρά ψηφισμάτων από την Κλάρο πληροφορεί ότι οι τρεις ανθύπατοι της Ασίας Βαλέριοι Φλάκκοι υπήρξαν προστάτες της πόλης, ενώ τον ίδιο τίτλο είχε και ο ανθύπατος του 61-59 π.Χ., ο Κόιντος Κικέρων.
Υποσημειώσεις[]
Εσωτερική Αρθρογραφία[]
- [Ασιατική Ιωνία |Ιωνία ]]
- Μικρά Ασία
- Ίωνες
Βιβλιογραφία[]
Ιστογραφία[]
Κίνδυνοι Χρήσης |
---|
Αν και θα βρείτε εξακριβωμένες πληροφορίες "Οι πληροφορίες αυτές μπορεί πρόσφατα Πρέπει να λάβετε υπ' όψη ότι Επίσης, |
- Μην κάνετε χρήση του περιεχομένου της παρούσας εγκυκλοπαίδειας
αν διαφωνείτε με όσα αναγράφονται σε αυτήν
- Όχι, στις διαφημίσεις που περιέχουν απαράδεκτο περιεχόμενο (άσεμνες εικόνες, ροζ αγγελίες κλπ.)