Science Wiki
Advertisement

Οδρύσαι

Odrysians, Thracians


Maps-Thrace-07-goog

Θράκη.

Maps-Thrace-14-goog

Θράκη

Maps-Thrace-wik

Οι Θρακικές φυλές στην Αρχαία Εποχή.

Houses-Odrysians-01-goog

Οδρύσιοι

- Ένας ιστορικός λαός της Θράκης.

Ετυμολογία[]

Η ονομασία "Οδρύσες" ενδεχομένως σχετίζεται ετυμολογικά με την λέξη "Έβρος".

Ιστορία[]

Ikl Θράκη Ikl
Ιστορική Διαίρεση
Θράκες
Αλητοί
Άστες
Αψίνθιοι
Βέννοι
Βίστονες
Βησσοί
Βηττέγηροι
Βιθυνοί
Βισάλτες
Βρένες
Δανθαλήτες
Δερσαίοι
Διγήροι
Δόβηρες
Δόλογκοι
Ηδωνοί
Θυνοί
Κίκονες
Καινοί
Κοιλαλήτες
Κορπίλοι
Κόραλλοι
Μαίδοι
Νιψαίοι
Οδομάντες
Οδρύσες
Ορρέσκιοι
Παναίοι
Σάτρες
Σερδική
Σίθωνες
Σίντιες
Σαμαίοι
Σαπαίοι
Σίθωνες
Τραλλίδα
Τραυσίδα



Οι Οδρύσαι ήταν το ισχυρότερο των Θρακικών εθνών εκτεινόμενοι κατά μήκος του μέσου Έβρου εκατέρωθεν του Αρτισκού ποταμού και ενδότερον μέχρι της Ροδόπης.

Κατά τινά μαρτυρίαν οι Οδρύσαι ωνομάσθησαν τοιουτοτρόπως από τον βασιλέα των Θρακών Όδρυσον. «Όδρυσος βασιλεύς Θρακών, ω ομώνυμον το έθνος».

Οδρύσας εν γένει απεκάλουν οι αρχαίοι την μεγάλην Θρακικήν φυλήν, ήτις αρχίζουσα από τον Έβρον ποταμόν, κυρίως από την πόλιν Κύψελα, έφθανεν έως εις τα παράλια της πόλεως Οδησσού (Βάρνης).

Τα όρια όμως ταύτα των Οδρυσών δεν ήσαν εθνολογικά, αλλά μάλλον εσήμαινον, ότι η πολιτική των κυριαρχία έφθανεν από τα Κύψελα μέχρι της Οδησσού επεκταθείσα αργότερα, σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.

Κυρίως δε το κέντρον του κράτους των Οδρυσών ήτο η μεγάλη πεδιάς του Έβρου. Odrysarum gens fundit Hebrum.

Οι Οδρύσαι ήσαν μαχιμώτατοι και προ πάντων άριστοι ιππείς.

Διεκρίνοντο από όλους τους Θράκας δια την πολιτειακήν των οργάνωσιν και κοινωνικήν ρύθμισιν. Ο Δαρείος εκστρατεύσας τω 513 π.Χ. κατά των Σκυθών και διελθών δια της χώρας των δεν κατώρθωσε να τους καθυποτάξη, ενώ είχε κατορθώσει να καθυποτάξη όλην την από του Στρυμόνος μέχρι του Δουνάβεως Θράκην. Κατόπιν κατά το 492 π.Χ. εστάλη ο Μαρδόνιος, δια να ενίσχυση την Περσικήν κατοχήν της Θράκης. Μετά την καταστροφήν όμως των Περσών εις την Σαλαμίνα και τας Πλαταιάς η Θράκη κατέστη πάλιν ανεξάρτητος εκτός των πόλεων Ηϊόνος, Σηστού και Βυζαντίου, αι οποίαι παρέμειναν επί τινά ακόμη έτη υπό την Περσικήν κυριαρχίαν.

Οι Οδρύσαι είχον καθυποτάξει τα Θρακικά έθνη, τα κατοικούντα μέχρι της Προποντίδος και του Ευξείνου, εκτός των Θυνών, οι οποίοι τους εξηνάγκασαν να υποχωρήσουν από την ορεινήν των χώραν. Έφτασε δε το κράτος των Οδρυσών εις μεγίστην ακμήν επί της βασιλείας του Τήρους και του υιού αυτού Σιτάλκου, όστις είχε λάβει ως σύζυγον την αδελφήν του Νυμφοδώρου, σημαίνοντος Αβδηρίτου. Συμπίπτει δε κυρίως η μεγάλη ακμή και η ισχύς του βασιλείου των Οδρυσών με την εποχήν των Περσικών πολέμων μέχρι του Πελοποννησιακού.

Ο Σιτάλκης ετιτλοφορείτο βασιλεύς των Θρακών. Συνήνωσεν όλους τους μικρούς και ανεξαρτήτους Θράκας ηγεμόνας υπό το σκήπτρον του, επί μακρόν δε χρονικόν διάστημα οι ηγεμόνες των διαφόρων Θρακικών φυλών ήσαν υποτελείς εις τους Οδρύσας, οίτινες τοιουτοτρόπως κατέστησαν οι κυρίως εκπρόσωποι των Θρακών.

Και αυταί αι Ελληνικαί αποικίαι, αι οποίαι είχον ιδρυθή από τον Στρυμόνα μέχρι των εκβολών του Δουνάβεως εις τε την παραλίαν και το εσωτερικόν, επλήρωνον εις αυτόν φόρον υποτέλειας. Αι Αθήναι δε, ευρισκόμεναι τότε εις την μεγίστην πολιτικήν ακμήν, διετήρουν φιλικωτάτας σχέσεις με την τόσον ισχυράν και σημαντικήν δύναμιν των Οδρυσών, δια να εδραιώσουν το εμπόριον αυτών με την πλουσιωτάτην εις σιτηρά, κτήνη και δέρματα Θράκην. Προέβησαν μάλιστα αι Αθήναι εις σπουδαίας προς τους Οδρύσας οικονομικάς και πολιτικάς παραχωρήσεις ακριβώς δια τον λόγον τούτον. Διετήρησαν όμως αύται την μεγάλην των επιρροήν επί της Θράκης και προ πάντων επί της Θρακικής χερσονήσου, εις την ναυτικήν δε συμμαχίαν των Αθηναίων, γενομένην κατά πρώτον τω 478 π.Χ., συμπεριελήφθησαν όλαι σχεδόν αι Ελληνικαί πόλεις της Μακεδονίας και Θρακικής παραλίας και διετέλεσαν υπό την Αθηναϊκήν ηγεμονίαν μέχρι του Φιλίππου.

Το έθνος τούτο, το σπουδαιότερον και αξιολογώτερον εξ όλων των Θρακών, ευρίσκετο πάντοτε εις στενάς σχέσεις, πολιτικάς και εμπορικάς, με τους Έλληνας και προ πάντων με τους Αθηναίους. Οι βασιλείς και οι δυνάσται αυτών είχον δεχθή σχετικόν τινά Ελληνικόν πολιτισμόν και εμάνθανον την Ελληνικήν γλώσσαν. Τα νομίσματά των, όπως και των άλλων Θρακών και των Θρακικών πόλεων, ετυπώνοντο Ελληνιστί.

===Τήρης Α'===. Υπήρξεν ο ιδρυτής του αρχαίου, ακμαίου και ισχυρού τούτου Θρακικού κράτους, επηύξησε δε την κυριαρχίαν επί του περισσοτέρου μέρους της Θράκης και μέχρι του Βυζαντίου. Έμεινεν όμως αρκετόν μέρος αυτής ανεξάρτητον πέραν του Στρυμόνος και εις τα βορειοδυτικά της Ροδόπης. Ο Τήρης ούτος δεν πρέπει να συγχέεται με τον πανάρχαιον Θράκα Τήρην ή μάλλον Τηρέα, όστις είχε λάβει ως σύζυγον την θυγατέρα του Πανδίονος Πρόκνην και εβασίλευσεν εις την Δαυλίδα της Φωκίδας, ήτις τότε εκατοικείτο υπό Θρακών, μετοικησάντων εκεί από την Πιερίαν.

Ο ιδρυτής του κράτους των Οδρυσών Τήρης αφήκεν ως διάδοχόν του τον υιόν του Σιτάλκην, αφού έζησεν 92 έτη. «Τήρης ο βασιλεύς των Οδρυσών, καθώς λέγει ο Θεόπομπος, απέθανεν εις ηλικίαν ενενήκοντα δύο ετών»136.

===Σιτάλκης===. Ούτος παρέλαβε βασιλείαν μικράς σχετικώς χώρας, ηύξησεν όμως την δυναστείαν με την ατομικήν του ανδρείαν και φρόνησιν κυβερνών τους υποτεταγμένους εις τους Οδρύσας λαούς επιεικώς, ανδρείος εις τας μάχας και στρατηγικός, επιμελούμενος δε και ενδιαφερόμενος πάρα πολύ δια την αύξησιν των προσόδων του κράτους του. Έφθασε δε εις το τέλος εις τόσην μεγάλην δύναμιν, ώστε ουδείς των προ αυτού βασιλευσάντων εις την Θράκην είχε κράτος με τόσην έκτασιν137.

Οι Αθηναίοι γνωρίζοντες τας αρετάς του ηγεμόνος τούτου των Θρακών απέβλεψαν προ παντός προς αυτόν, όπως συνάψουν συμμαχίαν με αυτόν εναντίον των Μακεδόνων, οίτινες ολονέν ενισχύοντο σημαντικώς και απειλητικώς κατ' αυτών.

Εις τον ιστορικόν Θουκυδίδην, Θράκα εκ πατρός, διότι ο Όλορος, ως και το όνομα αυτού φανερώνει, ήτο Θραξ, πολιτογραφηθείς Αθηναίος πολίτης, οφείλομεν σημαντικωτάτας και ακριβεστάτας ιστορικάς μαρτυρίας περί του κράτους εν γένει των Οδρυσών, τας οποίας παραθέτομεν εφεξής.

«Και πάλιν οι Αθηναίοι θέλοντες να καταστήσουν σύμμαχόν των τον Σιτάλκην ωνόμασαν πρόξενον και προσεκάλεσαν τον Αβδηρίτην Νυμφόδωρον, τον οποίον μέχρι της εποχής εκείνης εθεώρουν εχθρόν των και όστις ίσχυε και είχε μεγάλην επιρροήν επί του επ' αδελφή γαμβρού του Σιτάλκου. Με τον Σιτάλκην λοιπόν οι Αθηναίοι συνέδεσαν συμμαχίαν θέλοντες να σύρουν προς το μέρος των και τας πόλεις της Θράκης και αυτόν τον Περδίκκαν. Ελθών δε ο Νυμφόδωρος εις τας Αθήνας και την συμμαχίαν με τον Σιτάλκην κατώρθωσε και τον υιόν αυτού Σάδοκον κατέστησεν Αθηναίον πολίτην και υπεσχέθη να καταπαύση τον πόλεμον της Θράκης υποχρεώνων τον Σιτάλκην να στείλη εις τους Αθηναίους Θρακικόν στρατόν εξ ιππέων και πελταστών. Τοιουτοτρόπως λοιπόν ο Σιτάλκης και ο Περδίκκας, ο υιός του Αλεξάνδρου και βασιλεύς των Μακεδόνων, έγιναν σύμμαχοι των Αθηναίων.

»Περί τα τέλη του αυτού θέρους ο Κορίνθιος Αριστεύς και οι πρέσβεις των Λακεδαιμονίων μεταβαίνοντες εις την Ασίαν επέρασαν πρώτον από την Θράκην και ήλθον εις τον Σιτάλκην θέλοντες να πείσουν αυτόν, εάν ηδύνατο, να διαλύση την μετά των Αθηναίων συμμαχίαν και να βοηθήση την Ποτίδαιαν, πολιορκουμένην υπ' αυτών.

»Ευρεθέντες δε κατά τύχην πλησίον του Σιτάλκου οι πρέσβεις των Αθηναίων κατέπεισαν τον Σάδοκον, τον πολιτογραφηθέντα Αθηναίον υιόν του Σιτάλκου, να παραδώση εις αυτούς τους πρέσβεις εκείνους. Ούτος δε πεισθείς, ενώ επορεύοντο δια της Θράκης προς το πλοίον, δια του οποίου επρόκειτο να περάσουν τον Ελλήσποντον, συνέλαβεν αυτούς πριν να επιβιβασθούν και τους απέστειλεν εις τας Αθήνας. Οι δε Αθηναίοι, χωρίς να τους δικάσουν, τους εφόνευσαν όλους και έρριψαν τα πτώματά των εις τας χαράδρας των βουνών εκδικούμενοι τους Λακεδαιμονίους, οι οποίοι εθανάτωναν κατά τον ίδιον τρόπον όσους εκ των Αθηναίων και των συμμάχων των συνελάμβανον εις την θάλασσαν.

»Περι τήν αυτήν εποχήν, κατά τας αρχάς του χειμώνος εκείνου, ο βασιλεύς των Θρακών Σιτάλκης ο Οδρύσης εξεστράτευσε κατά του βασιλέως των Μακεδόνων Περδίκκου του Αλεξάνδρου και κατά των εν Θράκη Χαλκιδέων. Επρόκειτο δε περί δύο υποσχέσεων, εξ ων την μεν ήθελε να την επιβάλη, την δε να εκτέλεση ο ίδιος. Ο Περδίκκας, επιθυμών να τον συνδιαλλάξη ο Σιτάλκης με τους Αθηναίους, οι οποίοι κατ' αρχάς τον επίεζον δια του πολέμου, και. να μη επαναφέρη εις τον θρόνον της Μακεδονίας τον αδελφόν του Φίλιππον, όστις ήτο εχθρός του, έδωκε προς τον Σιτάλκην υποσχέσεις, τας οποίας δεν εξεπλήρωσεν. Ο Σιτάλκης αφ' ετέρου, όταν συνεμάχησε με τους Αθηναίους, είχεν υποσχεθή εις αυτούς να καταπαύση τον επί της Θράκης Χαλκιδικόν πόλεμον. Δι' αυτάς λοιπόν τας αιτίας επεχείρει την εκστρατείαν εκείνην φέρων μαζί του και τον υιόν του Φιλίππου Αμύνταν (δια να τον καταστήση βασιλέα της Μακεδονίας) και τους πρέσβεις των Αθηναίων, οίτινες έτυχον παρόντες δια την υπόθεσιν ταύτην, διότι οι Αθηναίοι ώφειλον να έλθουν εναντίον των Χαλκιδέων με στόλον και στρατόν πολύν.

»Αναχωρήσας λοιπόν ο Σιτάλκης από την χώραν των Οδρυσών εκάλεσε πρώτον υπό τα όπλα τους εντός του Αίμου και της Ροδόπης Θράκας, επί των οποίων εβασίλευε μέχρι του Ευξείνου Πόντου και του Ελλησπόντου, έπειτα τους πέραν του Αίμου Γέτας και τους κατοικούντας εις τα άλλα μέρη κάτωθεν του Ίστρου ποταμού και περισσότερον προσεγγίζοντας εις τον Εύξεινον πόντον. Ο Σιτάλκης προσεκάλεσεν επίσης και πολλούς εκ των αυτονόμων και μαχαιροφόρων ορεινών Θρακών, οίτινες καλούνται Δίοι και κατοικούν οι περισσότεροι εις την Ροδόπην. Και άλλοι μεν εξ αυτών κατεπείσθησαν με μισθόν, άλλοι δε παρηκολούθησαν ως εθελονταί. Διήγειρεν επίσης και τους Αγριάνας και τους Λαιαίους και όσα άλλα έθνη Παιονικά εκυβέρνα. Και αυτοί ήσαν οι έσχατοι λαοί της κυριαρχίας του, ήτις εξετείνετο μέχρι των Γρααίων και των Λαιαίων της Παιονίας και μέχρι του ποταμού Στρυμόνος. Ο ποταμός δε ούτος αρχίζων από το όρος Σκόμβρον ρέει δια της χώρας των Γρααίων και των Λαιαίων και σχηματίζει τα όρια του προς το μέρος της Παιονίας βασιλείου των Οδρυσών. Πέραν δε του Στρυμόνος οι Παίονες είνε αυτόνομοι.

»Προς το μέρος δε των Τριβαλλών Θρακών, αυτονόμων και τούτων, οι τελευταίοι υπήκοοι των Οδρυσών ήσαν οι Τρήρες και οι Τιλαταίοι, Θρακικά έθνη. Κατοικούν δε ούτοι προς βορράν του όρους Σκόμβρου και εκτείνονται προς δυσμάς μέχρι του Οσκίου ποταμού, όστις ρέει από το ίδιον όρος, από το οποίον ρέουν ο Νέστος και ο Έβρος. Το δε όρος τούτο είνε έρημον και μέγα και συνέχεται με την Ροδόπην.

»Το βασίλειον των Οδρυσών εξετείνετο προς το μέρος της θαλάσσης από της πόλεως των Αβδήρων μέχρι των εκβολών του Δουνάβεως εις τον Εύςεινον Πόντον. Την παραλίαν ταύτην πλοίον στρογγύλον, λαμβάνον την συντομωτέραν διεύθυνσιν, δύναται να διανύση εντός τεσσάρων ημερών και ίσων νυκτών, εάν ο άνεμος πνέη πάντοτε κατά πρύμναν, την δε συντομωτέραν μεταξύ Ίστρου και Αβδήρων κατά ξηράν οδόν ανήρ εύζωνος ειμπορεί να την διατρέξη εις ένδεκα ημέρας. Τοιαύτη ήτο η έκτασις του βασιλείου τούτου προς την θάλασσαν. Προς την ήπειρον δε από του Βυζαντίου μέχρι των Λαιαίων και του Στρυμόνος (διότι προς αυτήν την διεύθυνσιν είνε η πλατυτέρα έκτασις του βασιλείου από της θαλάσσης μέχρι του εσωτερικού) δύναται να διανύση το διάστημα αυτό ανήρ εύζωνος εις δεκατρείς ημέρας. Ο δε φόρος, όστις ωρίσθη εις τας Θρακικάς πόλεις και τας εν αυτή Ελληνικάς αποικίας επί Σεύθου (όστις διαδεχθείς τον Σιτάλκην ηύξησε τον φόρον), ανήρχετο μέχρι τετρακοσίων ταλάντων εις άργυρον και χρυσόν νομισματικόν. Και δώρα όμως όχι μικροτέρας ποσότητος προσεφέροντο ου μόνον εις τον βασιλέα, αλλά και εις τους ισχυρούς και ευγενείς των Οδρυσών. Εις τους Οδρύσας, καθώς και εις τους λοιπούς Θράκας, επικρατεί συνήθεια όλως αντίθετος της των Περσών βασιλέων, δηλαδή μάλλον να λαμβάνουν ή να δίδουν. Νομίζουν αισχρότερον να μη λαμβάνουν, όταν ζητούν κάτι τι, παρά να ζητούν, οσάκις δεν λαμβάνουν. Αλλ' ένεκα της δυνάμεως των της μεγάλης οι Οδρύσαι έκαμαν κατάχρησιν του εθίμου τούτου, διότι ήτο αδύνατον να επιτύχη τις τίποτε, εάν δεν έδιδε δώρα. Τούτου δε ένεκα το βασίλειον εκείνο απέκτησε μεγάλην δύναμιν. Εξ όλων των βασιλείων, όσα υπάρχουν εις την Ευρώπην μεταξύ του Ιονίου κόλπου και του Ευξείνου Πόντου, το βασίλειον των Οδρυσών υπήρξεν αξιολογώτατον δια τας χρηματικάς προσόδους και τα άλλα ευτυχήματα. Κατά την στρατιωτικήν όμως δύναμιν και τον αριθμόν των μαχητών οι Οδρύσαι είνε πολύ κατώτεροι των Σκυθών, με τους οποίους ουδέν έθνος δύναται να παραβληθή όχι μόνον εις την Ευρώπην, αλλά και εις αυτήν την Ασίαν, όπου δεν ευρίσκεται ούτε εν έθνος δυνάμενον να αντισταθή εναντίον όλων των Σκυθών ηνωμένων. Όχι μόνον δε τούτο, αλλά και κατά την κρίσιν και την περί τας υποθέσεις εμπειρίαν ουδείς λαός εξισούται προς αυτούς.

»Ο Σιτάλκης λοιπόν βασιλεύων επί τοιαύτης χώρας παρασκευάζετο προς πόλεμον. Και, αφού ητοιμάσθησαν όλα, αναχωρήσας επορεύετο κατά της Μακεδονίας πρώτον μεν δια των υπό την επικυριαρχίαν του πόλεων, έπειτα δε δια του ερήμου όρους Κερκίνης, το οποίον είνε μεθόριον μεταξύ Σιντών και Παιόνων. Εξελθόντες από την χώραν των Οδρυσών και διερχόμενοι το όρος δεξιά μεν είχον τους Παίονας, αριστερά δε τους Σιντούς και τους Μαίδους. Διελθόντες δε αυτό έφθασαν εις Δόβηρον την Παιονικήν. Ενώ δε επορεύετο, ο στρατός του όχι μόνον δεν ηλαττώθη εκτός ασθενειών τινών σποραδικών, αλλά μάλλον ηυξήθη. Διότι πολλοί εκ των αυτονόμων Θρακών ηκολούθησαν απρόσκλητοι με την ελπίδα να διαρπάσουν, ώστε όλον το στράτευμα έγινεν, ως λέγεται, ουχί κατώτερον των εκατόν πενήντα χιλιάδων ανδρών, εκ των οποίων οι περισσότεροι ήσαν πεζοί, μόλις δε το ένα τριτημόριον ιππείς. Τούτου δε του ιππικού το περισσότερον μέρος ήσαν ιππείς Οδρύσαι και μετ' αυτούς Γέται. Εκ των πεζών δε μαχιμώτατοι ήσαν οι εκ Ροδόπης καταβάντες αυτόνομοι μαχαιροφόροι, ηκολούθει δε όλος ο σύμμικτος όμιλος, φοβερώτατος δια το πλήθος του.

»Συνηθροίζοντο λοιπόν εις την Δόβηρον και παρεσκευάζοντο, όπως από το ύψος εκείνο εισβάλουν εις την κάτω Μακεδονίαν, εις την οποίαν εβασίλευεν ο Περδίκκας, του οποίου οι πρόγονοι Τημενίδαι, από το Άργος καταγόμενοι, είχον εκδιώξει από την Πιερίαν τους Πίερας, οι οποίοι ύστερον ήλθον και έκτισαν την Φάγρητα και τα άλλα χωρία υπό το όρος Παγγαίον πέραν του Στρυμόνος (μέχρι της σήμερον δε καλείται Πιερικός κόλπος η υπό το Παγγαίον παραλία). Εκ δε της άλλης χώρας κατέλαβαν μικρόν τι μέρος της Παιονίας πλησίον του Αξιού και μέχρι του Στρυμόνος διώξαντες τους Ηδωνούς, κατέλαβον δε την Μυγδονίαν.

»0ι Μακεδόνες του Περδίκκα μη δυνάμενοι να αντισταθούν εναντίον τοσούτου στρατού απεσύρθησαν εις τα δυσπρόσιτα και ωχυρωμένα μέρη. Ο δε στρατός των Θρακών εισέβαλεν εκ της Δοβήρου πρώτον εις το αρχαίον βασίλειον του Φιλίππου και εκυρίευσε πολλά αυτού μέρη, δεν έφθασεν όμως μέχρι της Πιερίας, αλλ' ελεηλάτησε κατόπιν την Θρακικήν Μυγδονίαν. Οι δε Μακεδόνες με το πεζικόν των μεν ούτε καν εσκέφθησαν να αντισταθούν, αλλ' εζήτησαν ιππικόν από τους ενδοτέρους συμμάχους των, μολονότι δε ήσαν ολίγοι εναντίον πολλών, εν τούτοις προσέβαλλον τον στρατόν των Θρακών, όπου ενόμιζον επάναγκες. Και όπου μεν επετίθεντο, ουδείς ηδύνατο να υπομείνη ιππείς θωρακισμένους, περικυκλούμενοι όμως υπό πλήθους ανωτέρου διέτρεχαν τον κίνδυνον ενίοτε τον έσχατον, ώστε επί τέλους ησύχασαν εννοήσαντες ότι δεν είνε ικανοί να πολεμούν εναντίον δυνάμεων πολύ δυσαναλόγων.

»Εν τούτοις ο Σιτάλκης ανεκοίνωσεν εις τον Περδίκκαν τους λόγους της εκστρατείας του και, επειδή οι Αθηναίοι δεν τον εβοήθησαν με τα πλοία των δυσπιστούντες εις την άφιξίν του, επεδόθη εις λεηλασίαν καί έπαυσε τον πόλεμον. Εφοβήθησαν δε και οι πέραν του Στρυμόνος βόρειοι Θράκες, όσοι είχον πεδιάδας, δηλαδή οι Παναίοι, οι Δρώοι και οι Δερσαίοι. Όλοι δε ούτοι ήσαν αυτόνομοι. Και επειδή δεν κατώρθωσε τίποτα εξ όσων είχε κατά νουν, όταν εισέβαλεν, ο δε στρατός του εστερείτο τροφίμων και εταλαιπωρείτο ένεκα του χειμώνος, κατέστειλεν εντελώς τον πόλεμον καταπεισθείς υπό του ανεψιού του Σεύθου, υιού του Σπαραδόκου, όστις μετ' αυτόν ήτο ισχυρότατος, ν' αναχωρήση αμέσως. Τον δε Σεύθην εξηγόρασε κρυφίως ο Περδίκκας υποσχεθείς να τω δώση την αδελφήν του και πολλά χρήματα. Και ο μεν Σιτάλκης κατεπείσθη και ανεχώρησε κατόπιν εκστρατείας τριάντα ημερών με τον στρατόν του εις τα ίδια, ύστερον δε ο Περδίκκας έδωκεν εις τον Σεύθην την αδελφήν του, ως υπεσχέθη. Τοιαύτη ήτο η εκστρατεία του Σιτάλκου. Έγινε δε κατά το τρίτον έτος του Πελοποννησιακού πολέμου»138.

Απέθανε δε ο Σιτάλκης κατά την εκστρατείαν του εναντίον των Τριβαλλών Θρακών ηττηθείς κατά την μάχην κατά τον χειμώνα του ενάτου έτους του Πελοποννησιακού πολέμου, δηλαδή τω 422 π.Χ. Τον διεδέχθη δε εις την δυναστείαν των Οδρυσών και την βασιλείαν της Θράκης ο ανεψιός του Σεύθης, υιός του αδελφού του Σπαραδόκου.

Βασιλείς και δυνάσται των Οδρυσών μνημονεύονται αρκετοί εις την ιστορίαν. Πολλοί εξ αυτών έγιναν γνωστοί μόνον από νομίσματα, επιγραφάς ή αναθηματικάς πλάκας. Η απαρίθμησις τούτων κατ' ακριβή χρονολογικόν κατάλογον είνε έργον δυσχερέστατον, προσεπαθήσαμεν δε, εξ όσων ηδυνήθημεν, να δώσωμεν την ακόλουθον ιστορικήν οπωσδήποτε αυστηρώς εξηκριβωμένην σειράν αυτών.

Σπαράδοκος[]

Αδελφός του Σιτάλκου, εβασίλευσεν ως υποτελής εις τον αδελφόν του κατά το 430 π.Χ. Τούτου υπάρχουν νομίσματα αργυρά, έχοντα έπι της μιας όψεως ίππον βαδίζοντα ή προτομήν ίππου και επί της άλλης αετόν ιπτάμενον με όφιν ή καταβροχθίζοντα όφιν. Επιγραφήν δε ΣΠΑΡΑΔΟΚΟ ή μόνον ΣΠΑ139.

Σάδοκος[]

Ούτος φέρεται κατά τον Θουκυδίδην ως υιός του Σιτάλκου, βασιλεύσας ως υποτελής κατά το 431 - 424 π.Χ. Εις τούτον οι Αθηναίοι έδωκαν το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτου, αι σχέσεις δε αύται ενίσχυσαν την Ελληνικήν επί των Θρακών επιρροήν.

Σεύθης Α'[]

Ηγεμών 422 - 410 π.Χ.

Υιός του Σπαραδόκου και διάδοχος του Σιτάλκου. Έλαβεν ως σύζυγον την Στρατονίκην, αδελφήν του βασιλέως των Μακεδόνων Περδίκκα. Επ' αυτού οι εις τον θείον του υποτελείς ηγεμόνες, Οδρύσαι και αυτοί, Μήδοκος και Τήρης ποοσεπάθησαν να γίνουν ανεξάρτητοι και αι έριδες αύται εξησθένησαν σημαντικώς το μέγα κράτος των Οδρυσών. Ο Σεύθης εξεδιώχθη από τον θρόνον του δια στάσεως των Οδρυσών και τον διεδέχθη ο αδελφός του Μαισάδης140.

Νομίσματα αυτού σώζονται αργυρά, έχοντα ιππέα ένοπλον και επιγραφήν ΣΕΥΘΑ ΑΡΓΥΡΙΟΝ ή ΣΕΥΘΑ ΚΟΜΜΑ (κομμάτιον, κοπέν), τα οποία δια λόγους νομισματικής διατυπώσεως είνε σπουδαία ένεκα των επιγραφών τούτων141.

Μαισάδης[]

Ηγεμών 410 - 405 π.Χ.

Και αυτός εξεβλήθη από τον θρόνον του δια στάσεως και τον διεδέχθη ο αδελφός του Μήδοκος ή Μήτοκος.

Ο Μαισάδης, πατήρ Σεύθου του Β', είχεν επεκτείνει το κράτος των Οδρυσών και εις τους Μελανδίτας και Μελινοφάγους Θράκας τους παρά τον Σαλμυδησσόν.

Μήδοκος Α'[]

Ηγεμών 405 - 390 π.Χ.

Ο Ξενοφών τον αποκαλεί Μήδοκον. Επ' αυτού το κράτος των Οδρυσών είχε διαιρεθή εις το κυρίως κράτος των Οδρυσών, όπου εβασίλευε αυτός και η περιοχή του Σεύθου Β'.

O Μήτοκος ή Μήδοκος ή Αμάδοκος ή Μηδικός ήταν βασιλέας των Οδρυσών και της Θράκης, 405 - 390 π.Χ..

Ήταν γιος του Σπαράδοκου και αδελφός των Σεύθη Α' και του Μαισάδη. Διαδέχθηκε τον αδελφό του Μαισάδη μετά από στάση και βασίλευσε σε τμήμα του βασιλείου των Οδρυσών που ήταν διαιρημένο , στο άλλο τμήμα βασίλευε ο Τήρης Β'. Κατά άλλους εκτός από τον Τήρη Β' συμβασίλευσε και με τον αδελφό του Μαισάδη[1]. Με το όνομα Μήδοκος αναφέρεται μόνο από τον Ξενοφώντα[2]. Γιος και διάδοχος του ήταν ο Ευρύζελμις .

Υπάρχουν νομίσματα που θα εκόπησαν πιθανώς και αυτά εις την Μαρώνειαν. Φέρουν δε, ως και εκείνα, πέλεκυν δίστομον με επιγραφήν ΤΗΡΕΩ, εις δε την άλλην όψιν άμπελον εις γραμμικόν τετράγωνον.

Σαράδοκος[]

Ηγεμών μετά το 400 π.Χ.

Ο δυνάστης ούτος έγινε γνωστός μόνον από τα αργυρά του νομίσματα, τα οποία φέρουν επιγραφήν ΣΑΡΑΤΟΚΟ, ΣΑΡ ή ΣΑ μόνον και εικονίζουν Σάτυρον γονατίζοντα ή νεαράν κεφαλήν επί της εμπρόσθιας όψεως και σταφυλήν επί της οπισθίας.

Ευρύζελμις[]

Ηγεμών περί τα 387 ή 385 π.Χ.

Φέρεται και ως Εβρύζελμις, Εβροζέλμης και Ευρύτελμις. Ούτος φέρεται ως ο κυρίως διάδοχος του Αμαδόκου Α' ακμάσας κατά τας αρχάς του τετάρτου π.Χ. αιώνος. Ο Ευρύζελμις διετέλεσε φίλος και σύμμαχος των Αθηναίων, ως φαίνεται εις μίαν απόφασιν της Αθηναϊκής βουλής επί άρχοντος Μυστιχίδου κατά το 386 ή 385 π.Χ., διασωθείσαν επί λιθίνης επιγραφής. Η επιγραφή αύτη επί της Ακροπόλεως ευρεθείσα και υπό του Lolling δημοσιευθείσα είνε η εξής.

Έδοξε τη βουλή και τω δήμω

Επαινέσαι Εβρύτελμιν

τον βασιλέα των Οδρυσών

ότι εστίν ανήρ αγαθός περί τον δήμον

τον Αθηναίων και είναι αυτώ άπερ τοις

προγόνοις άπαντα επαινέσαι δε και

..... Εβρυτέλμιδος το βασιλέως

και στήσαι ες στήλην αναγράψαντα

τον γραμματέα της βουλής τα εψηφισμένα εν Ακροπόλει ' ....

...... οίτινες απαγγελόσι προς

Εβρύτελμιν τα εψηφισμένα τω δήμω

απαγγελόσι δε και περί των νέων των περ-.... περί των άλλων ων λέγοσιν οι

πρέσβεις οι παρά βασιλέως Εβρυτέλμιδος ήκοντες τω δήμω τω Αθηναίων142.

Η συμμαχία αυτή των Αθηναίων με τον Εβρύζελμιν έγινε κατόπιν αιτήσεώς του δια πρεσβείας, την οποίαν έστειλεν εις τας Αθήνας κατά το 386 π. Χ.

Επιγραφή δε λιθίνη, ευρεθείσα εις την Αδριανούπολιν κατά την κατεδάφισιν των τειχών της μετά τον Ρωσσοτουρκικόν πόλεμον του 1878 και κατά πάσαν πιθανότητα εις αυτόν αναφερομένη, έχει ως εξής.

ΕΥΡΥΖΕΛΜΙΣ ΣΕΥΘΟΥ ΠΡΙΑΝΕΥΣ

Από τον τύπον μερικών νομισμάτων του Ευρυζέλμιδος φαίνεται, ότι ούτος είχε πρωτεύουσαν τα Κύψελα.

Κότυς Α'[]

Περί τα 385 - 358 π.Χ. ή κατ' άλλους από του 382 - 358.

Υιός του Σεύθου Β', είχεν, ως φαίνεται, και αυτός πρωτεύουσάν του τα Κύψελα. Είνε γνωστότατος εις τον Ελληνικόν κόσμον δια τους πολέμους του κατά των Αθηναίων, οίτινες υπεστήριζον τους αντιπάλους του. Προ πάντων δε επολέμησε τους Αθηναίους κατά το 361 π.Χ., οπόταν επεχείρησε να καταλάβει τας πόλεις της Προποντίδος και της Θρακικής χερσονήσου, ιδίως δε τας οχυρωτάτας εξ αυτών Πέρινθον και Σηστόν, την οποίαν κατέλαβε τέλος τω 360 π.Χ.

Ουχ ήττον οι Αθηναίοι ετίμησαν αυτόν δια χρυσού στεφάνου και έδωκαν εις αυτόν το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτου.

Και οι Αβδηρίται ετίμησαν τον Κότυν δι' ιδιαιτέρου της πόλεώς των ψηφίσματος144.

Πρώτος εκ των Αθηναίων στρατηγών εστάλη κατά του Κότυος ο Αυτοκλής, πλην δεν κατώρθωσε να τον καταβάλη145.

Ο Αθηναίος στρατηγός Ιφικράτης εξεστράτευσεν επανειλημμένως κατά των Οδρυσών. Εις τινά μάλιστα μάχην ο Ιφικράτης συνέλαβε πολλούς αιχμαλώτους Οδρύσας. Το σώμα των Οδρυσών ώρμησεν εναντίον του Ιφικράτους ρίπτον και ακοντίζον, αλλ' ο Ιφικράτης έστησεν ενώπιον ενός εκάστου εκ των πρωτοπόρων στρατιωτών του ένα Οδρύσην αιχμάλωτον γυμνόν με δεμένα τα χέργια προς τα οπίσω. Τότε οι Οδρύσαι μη θέλοντες να πληγώσουν τους οικείους των έπαυσαν να ρίπτουν και να ακοντίζουν146.

Τέλος ο Ιφικράτης συνεβιβάσθη κατά το 382 π.Χ. με τον Κότυν και έλαβεν ως σύζυγον την θυγατέρα του Κότυος. Συνδεθείς δε δια κηδεστίας με τον βασιλικόν οίκον των Οδρυσών εβοήθησε τον πενθερόν του Κότυν και κατά των Αθηναίων.

Όταν δε ποτέ ο Κότυς συνήθροισε στρατιώτας, ο Ιφικράτης επόρισεν εις αυτόν χρήματα κατά τον εξής τρόπον. Συνεβούλευσεν αυτόν να διατάξη τους υπηκόους του να σπείρουν δι' αυτόν γην τριών μεδίμνων. Αφού δε έγινε τούτο, συνελέγη πολύ πλήθος σίτου. Αφού δε επώλησε τον σίτον, ευπόρησε χρημάτων147.

Μετά πολλάς περιπετείας ο Ιφικράτης ηναγκάσθη μετά το 358 να καταφυγή εις την Θράκην, όπου απέθανεν, ως φαίνεται, κατά το 353 π.Χ.

Ο Κότυς διεκρίνετο δια την ωμότητα και θηριωδίαν, την οινοποσίαν και τας παράφορους τρυφάς, αλλά συγχρόνως και δια την εξαιρετικήν δραστηριότητά του.

Κατά τον Σουΐδαν εβασίλευσεν ο Κότυς εις την Θράκην έτη 24, τα μεν πρώτα έτη με τρυφάς και ηδυπαθείας, επειδή δε ηύξανεν η ευτυχία του, εξετράπη εις ωμότητα και οργήν τοσαύτην, ώστε και την γυναίκα, από την οποίαν απέκτησε τέκνα, την έκοψεν εις το μέσον αρχίσας κατά πρώτον από τα αιδοία148.

Περί του Κότυος υπάρχουν τα εξής ανέκδοτα.

Ο Κότυς εις κάποιον, όστις τω εδώρησε πάρδαλιν, αντεδώρησε λέοντα. Φύσει δε ων οξύθυμος και αυστηρός τιμωρός εκείνων, οι οποίοι έκαμνον σφάλματα εις τας υπηρεσίας των, όταν ποτέ ξένος τις έφερεν εις αυτόν πήλινα σκεύη, εύθραυστα και λεπτά, επεξειργασμένα με το παραπάνω και περιττώς με γλυφάς και με τορνεύματα, εις μεν τον ξένον έδωκε δώρα, συνέτριψε δε όλα τα σκεύη εκείνα, «όπως μη», είπε δικαιολογούμενος περίφημα, «από θυμόν αυστηρότερον τιμωρήση εκείνους που θα τα σπάσουν»149.

Κότυς ο των Θρακών βασιλεύς ήτο αυστηρότατος τιμωρός των υπηκόων του. Όταν δε κάποιος από τους φίλους του είπε προς αυτόν «τούτο είνε μανία και όχι βασιλεία», απήντησεν, «αλλ' η μανία μου αυτή κάμνει τους υπηκόους μου σώφρονας»150.

Ο Κότυς ώρμησε προς τας ηδυπαθείας και τας τρυφάς περισσότερον από όλους τους βασιλείς, όσοι υπήρξαν εις την Θράκην. Περιελθών την χώραν, όπου εύρισκε τόπους κατάφυτους, ευσκίους και καταρρύτους με νερά, τούτους τους μετέτρεψεν εις εστιατόρια. Ερχόμενος δε εις αυτούς, οπόταν του κατέβαινε, έκαμνε θυσίας εις τους θεούς μετά των ακολούθων του, ευδαίμων και μακαριστός. Επεχείρησε δε να βλασφημήση ακόμα και την Αθηνάν και να αμαρτήση εις αυτήν. Καθώς δε διηγείται ο Θεόπομπος, έκαμε δείπνον, κατά το οποίον επρόκειτο δήθεν να νυμφευθή την Αθηνάν, και διασκευάσας καταλλήλως θάλαμον ανέμενε μεθυσμένος την θεάν.

Όταν δε πλέον έγινεν εκτός εαυτού, έστειλεν ένα από τους δορυφόρους του να ίδη, εάν ήλθεν η θεά εις τον θάλαμον. Όταν δε εκείνος επέστρεψε και είπεν ότι δεν είνε κανείς εις τον θάλαμον, ο Κότυς τον εφόνευσεν, ως και άλλον δεύτερον επίσης δια την ιδίαν αιτίαν, έως ότου ο τρίτος σωφρονισθείς από το πάθηιια των προηγουμένων επιστρέψας είπεν, ότι από πολλού η θεά τον περιμένει εις τον θάλαμον. Ο βασιλεύς ούτος ζηλοτυπήσας την γυναίκα του την εκομμάτιασε με τα ιδικά του χέρια αρχίσας από τα αιδοία151.

Ο δε κωμικός Αναξανδρίδης εις την απολεσθείσαν κωμωδίαν Πρωτεσίλαος διασύρων το συμπόσιον, το οποίον εδόθη κατά τους γάμους του Ιφικράτους, όταν ούτος ενυμφεύθη την θυγατέρα του Κότυος, λέγει.

δειπνείν άνδρας βουτυροφάγας αυχμηροκόμας μυριοπληθείς. Τους δε λέβητας χαλκούς είναι μείζους λάκκων δωδεκακλίνων, αυτόν δε Κότυν περιεζώσθαι ζωμόν τε φέρειν εν χοΐ χρυσή και γευόμενον των κρατήρων πρότερον μεθύειν των πινόντων152.

Όσον και αν θεωρήσωμεν υπερβολικόν τον Δημοσθένην, διότι ως ρήτωρ απέβλεπεν εις το να φρονηματίση τους πολίτας και εξάψη τον πατριωτισμόν των, είνε εν τούτοις αληθές, ότι ο Κότυς ήτο πράγματι πανούργος και πολλάκις εξηπάτησε τους Αθηναίους, οι οποίοι τον εστεφάνωσαν από πολιτικήν επιπολαιότητα.

Αλλ' ο πατήρ του Κερσοβλέπτου, λέγει ο ρήτωρ, ο ίδιος Κότυς, οσάκις μεν έχει διαφοράς προς άλλους, τότε στέλλει πρέσβεις προς τους Αθηναίους και είνε έτοιμος να τα κάμη όλα σύμφωνα με την επιθυμίαν μας και αισθάνεται ασύμφορον να πολεμήση την πόλιν, όπως δε κατορθώση να έχη ολόκληρον την Θράκην υπό την εξουσίαν του, καταλαμβάνει τότε τας πόλεις, αδικεί, παραφέρεται μεθυσμένος εναντίον του εαυτού του και εξυβρίζει την πόλιν, έως ότου βάλη την χώραν εις τα χέργια του. Γνωρίζετε δε πολύ καλά, ότι τον Κότυν αυτόν τον εκάματε κάποτε πολίτην Αθηναίον δια τον λόγον βέβαια, ότι κατ' εκείνον τον καιρόν ήτο ευνοϊκώς διατεθειμένος υπέρ ημών. Και δεν θα τον εστεφανώνατε βέβαια με χρυσούς στεφάνους, εάν τον εθεωρείτε εχθρόν σας153.

Ότι ο Κότυς ήτο πανούργος καταφαίνεται και εκ του εξής περιστατικού, το οποίον αναφέρει ο Αριστοτέλης.

Κότυς ο Θραξ ήθελε να δανειστή χρήματα από τους Περινθίους, δια να συλλέξη στρατιώτας οι δε Περίνθιοι δεν έδιδον εις αυτόν χρήματα. Ηξίωσε λοιπόν τότε ο Κότυς απ' αυτούς, όπως τω δώσουν πολίτας τινάς ως φρουρούς δια χωρία τινά, δια να αντικαταστήση τους εκεί φρουρούντας στρατιώτας του και μεταχειρισθή τους Οδρύσας εις πολεμικάς επιχειρήσεις. Οι δε Περίνθιοι έκαμον ταχέως τούτο νομίζοντες ότι θά γίνουν κύριοι των χωρίων. Ο δε Κότυς, αφού έστειλε τους Περινθίους ως φρουρούς, διέταξε τους εν τη πόλει Περινθίους να στείλουν και να φέρουν εις αυτόν χρήματα, τα οποία ήθελε να δανειστή154.

Επί τέλους ο Κότυς εδολοφονήθη κατά το 358 π.Χ. υπό των εξ Αίνου αδελφών Πύθωνος και Ηρακλείδου, τους οποίους οι Αθηναίοι εστεφάνωσαν με χρυσούς στεφάνους και τους ανεκήρυξαν ευεργέτας, επειδή εφόνευσαν τον πονηρόν, τον εχθρόν και μισητόν εις τους θεούς και μεγάλως αδικήσαντα την πόλιν Κότυν155.

Ο δε Πύθων και ο Ηρακλείδης, οι δύο εξ Αίνου νεαροί αδελφοί, εφόνευσαν τον Κότυν εκδικούμενοι τον πατέρα των. Συγχρόνως δε και ο Αδαμάς είχεν αποστατήσει από τον Κότυν, διότι, όταν ήτο παιδίον, είχεν εκτμηθή υπό του Κότυος, δια το πάθημά του δε τούτο επεριφρονείτο από τους Θράκας156.

Του Κότυος υπάρχουν χάλκινα και αργυρά νομίσματα, φέροντα εις την μίαν όψιν κεφαλήν Διονύσου πωγωνοφόρον ή ιππέα, εις δε την άλλην αγγείον δίωτον (κυψέλην) με επιγραφήν ΚΟΤΥ ή ΚΟΤΟ ή ολόκληρον ΚΟΤΥΟΣ, ως φέρεται εις την εν Λονδίνω δημοσίαν συλλογήν157.

Κατά τον Paul Perdrizet εκτός του Κότυος τούτου του Α' και του Κότυος Β', υιού του Σεύθου Δ', βασιλεύσαντος, ως θα ίδωμεν, κατά το 171 π.Χ., υπάρχει και ο Κότυς, υιός του Ραίζδου, βασιλεύς των Θρακών (άδηλον όμως τίνος Θρακικού έθνους) κατά τον τρίτον αιώνα.

Εάν κρίνωμεν εκ του ονόματος, το οποίον είνε καθαρώς Θρακικόν, το όνομα Ραίζδος ή Ράϊζδος ή Ράζδης είνε συγγενές με το Ρήσος, αρχαίον Θρακικόν (Ηδωνικόν) όνομα, προ πάντων δε με το Ράσκος, όπερ είνε όνομα των Σαπαίων Θρακών. Πολύ πιθανόν Κότυς ο Ραίζδου να ήτο βασιλεύς των Σαπαίων.

Περί του Κότυος τούτου σώζεται Δελφική επιγραφή η εξής.

Έδοξε τα πόλει των Δελφών εν αγορά τελεία συν ψάφοις ταις εννόμοις' Επειδή Κότυς Ραίζδου Θρακών βασιλεύς εν τε τοις πρότερον χρόνοις εύνους ων διατελεί τω τε ιερώ και τα πόλει και τοις ιδία παραγινομένοις ποτί αυτόν φιλανθρώπως χρώμενος και νυν παραγενόμενος Τύριλλος ο Νεαπολίτας ενεφάνισε ταν αίρεσιν αν έχει ποτί τε το ιερόν και ταν πόλιν, δεδόχθαι τα πόλει επαινέσαι Κότυν Ραίζδου Θρακών βασιλέα, ανανεώσασθαι δε και ταν υπάρχουσαν αυτώ προξενίαν και είμεν αυτόν πρόξενον και αυτόν και εκγόνους και υπάρχειν αυτώ και εκγόνοις προμαντείαν ασυλίαν ατέλειαν προεδρίαν εμ πάσι τοις αγώσιν οις α πόλις τίθητι και τάλλα όσα και τοις άλλοις προξένοις και ευεργέταις της πόλεως, αναγράψαι δε τόδε το ψάφισμα εν στάλα και αναθέμεν εν τω επιφανεστάτω τόπω του ιερού158.

=== Κερσοβλέπτης===. Κατά το 357 - 341 π.Χ.

Υιός και νόμιμος διάδοχος του Κότυος Α'.

Κατά τον Σουΐδαν παις ην Κότυος και νεώτατος ων κατεστάλη βασιλεύς Θράκης υπό του πατρός159.

Όταν ο Πύθων και ο Ηρακλείδης εφόνευσαν τον Κότυν, ο Κερσοβλέπτης ήτο μειρακύλλιον, καθώς και όλα τα τέκνα του Κότυος, κύριος δε των πραγμάτων τότε έγινεν o Αθηναίος στρατηγός Θρασύβουλος, όστις παρευρίσκετο εκεί κατά την περίστασιν εκείνην160.

Μετά τον φόνον του Κότυος συνέβησαν ανωμαλίαι και έριδες περί την διαδοχήν του θρόνου των Οδρυσών. Τέλος συνεβιβάσθησαν οι τρεις υιοί του Κότυος, ο Κερσοβλέπτης, ο Αμάδοκος και ο Βηρισάδης, διαμοιράσαντες το πατρικόν βασίλειον. Ες αυτού ο μεν Κερσοβλέπτης έλαβε το παρά τον Έβρον κεντρικόν τμήμα, το οποίον ήτο και το σπουδαιότερον, το δε υπόλοιπον οι δύο αδελφοί του, δηλαδή ο μεν Αμάδοκος την παραλίαν από Έβρου μέχρι Νέστου, ο δε Βηρισάδης από Νέστου μέχρι Στρυμόνος. Μετά τον πρώιμον όμως θάνατον του Βηρισάδου κατά το 357 π.Χ. και την εκ μέρους του Κερσοβλέπτου καταδίωξιν του Αμαδόκου ολόκληρος σχεδόν ο θρόνος των Οδρυσών περιήλθεν υπό την αποκλειστικήν εξουσίαν ή επιρροήν του Κερσοβλέπτου161.

Συνέβη δηλαδή, καθώς λέγει ο Δημοσθένης, μετά τον θάνατον του Κότυος αντί ενός βασιλέως να γίνουν τρεις βασιλείς, ο Βηρισάδης, ο Αμάδοκος και ο Κερσοβλέπτης. Ως εκ τούτου δε αυτοί μεν έγιναν αντίπαλοι προς αλλήλους, οι δε Αθηναίοι ηναγκάσθησαν να επέμβουν και να τους συμβιβάσουν παρ' όλην την αντίδρασίν τινών, όπως παύσουν και καταλύσουν τους άλλους βασιλείς, παραδώσουν δε ολόκληρον την αρχήν εις τον Κερσοβλέπτην162.

Εις τον συμβιβασμόν τούτον συνετέλεσαν προ πάντων οι Αθηναίοι στρατηγοί, όσοι ευρίσκοντο απεσπασμένοι εις την Θράκην ή εις την υπηρεσίαν των Θρακών βασιλέων. Διότι, ως παρατηρεί ο ιστορικός Ερνέστος Κούρτιος, οι βασιλείς της Θράκης κατώρθωνον να αντεπεξέρχωνται προς τους Αθηναίους δια των ιδίων των όπλων και να προσεταιρίζωνται εις την ιδίαν των υπηρεσίαν χάριν των δυναστικών των σκοπών τους υπερόχους των Αθηναίων στρατηγούς. Ο Κότυς εχρεώστει εις τον Ιφικράτην και ο Κερσοβλέπτης από το 359 εις τον Χαρίδημον την αρχήν και το αξίωμα163.

Ο Αθηναίος στρατηγός Χαρίδημος, αποσταλείς εις την Θράκην διά να ρυθμίση τα πολιτικά της Θράκης ζητήματα προς όφελος της Αθηναϊκής πολιτείας, έλαβε κατά το παράδειγμα του στρατηγού Ιφικράτους ως σύζυγον την αδελφήν του Κερσοβλέπτου, εβοήθησε δε πολύ τους Οδρύσας.

Αλλά και ο Κερσοβλέπτης έλαβεν ως σύζυγον Ελληνίδα και τα τέκνα του είχον σχεδόν όλα Ελληνικά ονόματα. Εις μίαν Δελφικήν επιγραφήν, αναφερομένην εις τους υιούς του Κερσοβλέπτου, ευρίσκομεν τα ονόματα αυτών.

Θεός. Τύχα αγαθά

Δελφοί έδωκαν Ιολάω

Ποσε[ι]δωνίω, Μηδίστα, Τήρει,

Κερσοβλέπτου παισί,

Θραξί, αυτοίς και εγγόνοις

προξενίαν, προμαντείαν,

προεδρίας προδικίαν

ποτί Δελφούς, ατέλε[ι]αν πάντων

και τα άλλα πάντα καθάπερ

τοις άλλοις προξένοις και ευερ[γ]έταις164.

Άξιον παρατηρήσεως είνε ότι μεταξύ των υιών του Κερσοβλέπτου ουδείς φέρει το όνοιια ούτε του πατρός του ούτε του Κότυος, του πάππου των, και εις μόνον, ο Τήρης, καλείται με Θρακικόν όνομα. Οι άλλοι τρεις έχουν Ελληνικά ονόματα. Η εκλογή των ονομάτων τούτων, αι σχέσεις του με τους Δελφούς, είνε τα προστιθέμενα εις όσα περί του Κερσοβλέπτου γνωρίζομεν νέα γεγονότα περί αυτού, όστις είχε στενωτάτας μετά των Αθηναίων σχέσεις συμμαχίας και όστις εις την Θράκην εξελληνίσθη τελείως.

Σχετικώς δε προς την Δελφικήν επιγραφήν είνε πιθανόν ότι ο Κερσοβλέπτης κατά την διάρκειαν της βασιλείας του κατέστη άξιος του Απόλλωνος και των Δελφών και εκ των ενδείξεων ευγνωμοσύνης των Δελφών η τύχη δεν διεφύλαξεν, ει μη το διάταγμα, το οποίον επί, του λίθου ετίμα τους τεσσάρας υιούς του Θρακός βασιλέως165.

Ο στρατηγός Χαρίδημος κατά την πολιτικήν του εκείνην εις την Θράκην αποστολήν προέβη εις μίαν ασύνετον πολιτικήν ενέργειαν απέναντι του Θρακός Μιλτοκύθου, αποδεδειγμένου φίλου των Αθηναίων. Ο Μιλτοκύθης επί της εποχής ακόμη του Κότυος ένεκα της ασταθείας του Κότυος προς τους Αθηναίους απεστάτησεν απ' αυτόν. Πλην ο Χαρίδημος τον Μιλτοκύθην, τον πάντοτε φίλον των Αθηναίων και ως εκ τούτου αποστατήσαντα από τον Κότυν, προδοθέντα υπό του Θρακός Σμικυθίωνος, τον παρέδωκεν εις τους Καρδιανούς, τους εχθρούς των Αθηναίων, οίτινες αναγαγόντες αυτόν εις το πέλαγος μαζί με τον υιόν του, τον μεν υιόν παρουσία του πατρός κατέσφαξαν, τον δε Μιλτοκύθην κατεπόντισαν166.

Το συμβάν τούτο, ως ήτο επόμενον, δυσηρέστησε και κατέπληξε τους Θράκας. Ο δε Αθηναίος στρατηγός Αθηνόδωρος, όστις ήτο πολιτικός σύμβουλος και στρατιωτικός πράκτωρ πλησίον του Βηρισάδου, ιδών την ευκαιρίαν και επωφεληθείς εξ αυτής συνήψε συμμαχίαν με τον Βηρισάδην και τον Αμάδοκον και παρεσκευάσθη κατά του Κερσοβλέπτου. Ούτος όμως φοβηθείς υπέγραψε τας υπό του Αθηνοδώρου προταθείσας συνθήκας, κατά τας οποίας ο Κερσοβλέπτης ώμοσε προς τους Αθηναίους και τους αδελφούς του και ανεγνώρισεν, όπως το βασίλειον της Θράκης ανήκη από κοινού εις τους τρεις αδελφούς, εις τρία διηρημένον, όλοι δε να διατελούν υπό την προστασίαν των Αθηναίων167.

Ο Κερσοβλέπτης παρά τους όρκους και τας συνθήκας ήτο εντελώς ανάξιος πίστεως, εγωιστής, επωφελούμενος τους Αθηναίους χάριν των ιδίων του σκοπών, διαλλακτικός μεν και μαλακός, όταν αι Αθηναϊκαί, τριήρεις εφαίνοντο πλησίον των χωρών του, άλλως δε πάντοτε πολέμιος.

Εν τω μεταξύ όμως, αποθανόντος προώρως του Βηρισάδου, ο Κερσοβλέπτης παραβάς τους όρκους και τας συνθήκας, τας οποίας έκαμε με τους Αθηναίους, ήγειρε πόλεμον εναντίον των τέκνων του Βηρισάδου και του Αμαδόκου. Και τα μεν τέκνα του Βηρισάδου επροστάτευεν ο στρατηγός Αθηνόδωρος, τον δε Αμάδοκον οι Αθηναίοι επίσης στρατηγοί Σίμων και Βιάνωρ168.

Μεταξύ των Αττικών επιγραφών διεσώθη ευτυχώς η αναφερομένη εις την συμμαχίαν μεταξύ Αθηναίων και των τριών υιών του Κότυος, είνε δε η εξής.

θεοι συμμα(χ. Μηδοδοκ. τ)ωμ πόλεων οσ(αι σαι Βηρισάδε(ι φόρους και Αθη(να εά)μ μη αποδώσιν Αθη(ναίοις πρ)άττειν Βηρισάδην (και Κερσεβλ. έπτ;)ην κατά το δυνατόν κ .... ω ή Κερσεβλέπτην μ] ς πράττειν Αθηναίοι(ς ; . . τους ε)πι τη δυνάμει όντας .... πόλει)ς τας Ελληνίδας τας (τε) λούσας ;

Β)ηρισάδει και Αμαδό(κω

φό)ρον τον πάτριον και

ελε)υθέρας είναι και αυτονόμους .... Αθηναίοις καθά ώμοσαν

και Βηρισάδ)ει και Κερσεβλέπτη' εάν

δε αφιστών)ται απ' Αθηναίων βο(ηθείν

Βηρισάδην) και Κερσεβλέπτ(ην.

«Έχομεν δηλαδή ενώπιόν μας συνθήκην συμμαχίας των Αθηναίων και των μετά τον εν έτει 358 π.Χ. φόνον του βασιλέως των Θρακών Κότυος επί την αρχήν ελθόντων Κερσοβλέπτου του υιού του (τρις εδώ γραφομένου Κερσεβλέπτου] και δύο άλλων, Βηρισάδου και Αμαδόκου. Την συνθήκην έστερξαν ούτοι πρυτανευθείσαν παρά των Αθηναίων, ων είχον χρείαν, άτε προς αλλήλους διαφερόμενοι. Μετά δε τον θάνατον του Βηρισάδου άλλως τα πράγματα εχώρησαν, όπως εν τω κατά Αριστοκράτους λόγω του Δημοσθένους δια μακρών λέγονται. Τις δε είνε ο Μηδόδο[κος] ο εν τω τρίτω στίχω, αγνοώ, διότι πρώτην φοράν τοιούτον όνομα παρουσιάζεται. Το Μήδοκος μόνον εκ του Ξενοφώντος και Διοδώρου του Σικελιώτου γνωρίζεται ως όνομα βασιλέως των Οδρυσών».

Ανάξιος του πατρός του ο Κερσοβλέπτης ως προς τα πολεμικά περιεπλάκη εις συνεχείς πολέμους εν πρώτοις με τους Αθηναίους, κατόπιν δε με τον Φίλιππον, εκ των οποίων οι σημαντικώτεροι είνε οι κατά τα έτη 352 και 346 π.Χ.

Ο Κερσοβλέπτης κατέλαβε την Θρακικήν χερσόνησον, η οποία διετέλει υπό την ηγεμονίαν των Αθηναίων και δια τούτο οι Αθηναίοι έστειλαν κατά το 357 π.Χ. εκεί τον στρατηγόν Χάρητα, όστις εξηνάγκασε τον Κερσοβλέπτην να αποχωρήση εκείθεν. Επηκολούθησε τότε συνθήκη μετά του Οδρύσου βασιλέως, κατά την οποίαν αι πόλεις της Χερσονήσου εισήλθον εις την ναυτικήν συμμαχίαν των Αθηνών υπό τον όρον να πληρώνουν φόρον εις τους Οδρύσας μονάρχας. Μόνον η Καρδία, η μεγαλειτέρα πόλις της Χερσονήσου, έμεινεν υπό την κυριαρχίαν του Κερσοβλέπτου. Όταν όμως ήρχισεν ο συμμαχικός πόλεμος, ο Κερσοβλέπτης ήρχισε πάλιν να κινήται προς κατάληψιν της Χερσονήσου, πλην ο στρατηγός των Αθηναίων Χαρίδημος, όστις εξασκούσε μεγάλην επιρροήν εις τα πολιτικά ζητήματα των Οδρυσών, επρόλαβε ταύτα και επηκολούθησε συνθήκη.

Καθόσον από την εποχήν ακόμη της ιδρύσεως του κράτους των Οδρυσών οι Αθηναίοι έστρεψαν ιδιάζουσαν προσοχήν προς την πλουσιωτάτην Θράκην δια λόγους πολιτικούς, προ πάντων όμως εμπορικούς. Αφ' ετέρου τα διάφορα εκατέρωθεν συνοικέσια συνετέλεσαν εις το να καλλιεργηθούν μεταξύ των δύο επικρατειών σχέσεις αγαθαί ποικίλης φύσεως. Ευνόητον δε είνε, ότι η επιρροή των Αθηνών υπήρξεν υπό εκπολιτιστικήν έποψιν μεγάλη εις τους τραχείς και πολεμικούς υπηκόους των Οδρυσών δυναστών.

Ταύτα συνέβαιναν μέχρι της εμφανίσεως και της ενεργού αναμίξεως εις την Θράκην του πανίσχυρου βασιλέως των Μακεδόνων Φιλίππου Β'.

Η Θράκη υπήρξε κυρίως η αιτία της συγκρούσεως του Φιλίππου με τας Αθήνας. Ο δαιμόνιος και πολιτικώτατος Μακεδών απεφάσισε να ευρύνη το κράτος του προς την γονιμωτάτην Θράκην και να καταστήση τον Δούναβιν ως βόρειον σύνορον του Μακεδονικού κράτους.

Ο Κερσοβλέπτης, κατιδών τον κίνδυνον και εννοήσας ότι ο Φίλιππος ετοιμάζεται να εκστρατεύση εναντίον του, ηθέλησε να συμβιβασθή με τον Φίλιππον, πλην ούτος επροτίμησε να συνεννοηθή με τας Αθήνας, αι οποίαι ήρχισαν να αισθάνωνται την δύναμιν των ωργανωμένων Μακεδόνων.

Συγχρόνως και ο Αμάδοκος, όστις κατά το 352 π.Χ. έχασε από το μικρόν βασίλειόν του τας σπουδαιοτέρας πόλεις Άβδηρα και Μαρώνειαν, υπεχώρησεν εις τους όρους του Φιλίππου.

Αλλά και ο Αμάδοκος, ο υιός του Αμαδόκου τούτου, συνεμάχησε με τον Φίλιππον και έλαβε μέρος εις τον πόλεμον εναντίον του θείου του Κερσοβλέπτου170.

Κατά τον Κούρτιον ο Κερσοβλέπτης πάντοτε απέβλεπε να μοναρχήση εις βάρος των αδελφών του Αμαδόκου και Βηρισάδου, τους οποίους και κατεδίωκε. Τούτο επωφελούμενος ο Φίλιππος κατέλαβε τω 363 τα Άβδηρα και την Μαρώνειαν. Και όταν ηθέλησε να επεκταθή ανατολικώς, αντεπεξήλθε κρατερώς ο Αμάδοκος εναντίον του.

Τότε και ο Χάρης, στρατηγός Αθηναίος, ενίκησε παρά τον Έβρον Μακεδονικήν τινά στρατιάν171.

Φαίνεται όμως ότι ο Φίλιππος κατέλαβε την Μαρώνειαν τω 352 π.Χ. και όχι τω 363 εισβαλών εις την Θράκην με περισσοτέρους των 30 χιλιάδων ανδρών.

Του Αμαδόκου φέρεται στρατηγός Σεύθης ο Θράξ.

Τοιουτοτρόπως ο Μακεδών, ελεύθερος πλέον από τα δύο μικρά δυτικά κράτη των Οδρυσών, ώρμησε κατά το έτος 352 π.Χ. εις την Ανατολικήν Θράκην και κατέλαβε το οχυρώτατον παρά την Προποντίδα Ηραίον τείχος.

Τότε εγκαταλειφθείς ο Κερσοβλέπτης υπό των Αθηναίων, οίτινες, ως είπομεν, συνεφιλιώθησαν με τον Φίλιππον, έσπευσε να κλείση ειρήνην μετ' αυτού και παρεδέχθη, όπως ο Φίλιππος κατέχη οριστικώς τας κυριευθείσας υπ' αυτού Θρακικάς πόλεις της βορείου και ανατολικής Θράκης.

Ο Δημοσθένης κακίζει την διαγωγήν των Αθηναίων, ότι εγκατέλειψαν τον Κερσοβλέπτην εις την τύχην του και έχασαν πολύτιμον σύμμαχον, συμβουλεύει δε αυτούς να πλεύσουν τάχιστα εις την Θράκην και με την βοήθειαν των συμμάχων Θρακών να καταλάβουν τα οχυρά χωρία, τα οποία κατέλαβεν ο Φίλιππος, το Σέρρειον, το Μυρτηνόν και την Εργίσκην και τοιουτοτρόπως προλάβουν τον Φίλιππον πριν εισπράξη πολλά χρήματα, στρατολογήση στρατιώτας και καταστή κατ' αυτόν τον τρόπον απρόσβλητος173.

Είνε βέβαιον, ότι αι παρά του Δημοσθένους προταθείσαι αρχαί πολιτικού προγράμματος ως προς τα πράγματα της Θράκης δεν έτυχον αποδοχής, τούτο δε επροξένησε μεγάλας ζημίας εις τας Αθήνας. Και όταν ο Φίλιππος επεφάνη το δεύτερον εις την Θράκην, ο Αμάδοκος, όστις ησθάνετο τον εαυτόν του προσβεβλημένον ένεκα της υπό των Αθηναίων προτιμήσεως του Κερσοβλέπτου και δεν ανέμενε παρ' αυτών προστασίαν, ουδεμίαν αντέταξε προς τον Φίλιππον αντίστασιν, αλλ' υπετάγη εις αυτόν.

Αλλ' ο Κερσοβλέπτης κατά το 347 πάλιν διεφώνησε προς τον Φίλιππον, όστις τω 346 εισελθών εις την Θράκην κατέλαβε το Σέρρειον, τον Δορίσκον και άλλα τινά φρούρια, καθώς το Ιερόν όρος, φυσικόν οχύρωμα της Προποντίδος. Και πάλιν ο Κερσοβλέπτης ηναγκάσθη να συνθηκολογήση και έκτοτε εβασίλευσεν ως υποτελής πλέον των Μακεδόνων, έδωκε μάλιστα και τον υιόν του ως όμηρον. Επηκολούθησε δε συνθήκη μεταξύ Φιλίππου και Αθηνών, κατά την οποίαν αι Αθήναι δεν κατώρθωσαν να υποστηρίξουν προ του πανίσχυρου Μακεδόνος τον Κερσοβλέπτην, όστις απεκλείσθη από την συνθήκην ταύτην. Όταν δε επί τέλους εκηρύχθη οριστικώς ο πόλεμος μεταξύ Φιλίππου και Αθηνών, ο ατυχής, αλλ' επιμονώτατος Οδρύσης, ματαίως επεχείρησε να ανακαταλάβη τας οχυράς Θρακικάς πόλεις.

«Ο Δημοσθένης επιστρέψας εις Αθήνας από την αυλήν του Φιλίππου, όπου είχε μεταβή ως πρέσβυς μετ' άλλων, κατέδειξεν εις την βουλήν, ότι ένεκα κακόβουλων αναβολών επρόδωκαν τον Κερσοβλέπτην και τας εν Θράκη πόλεις»175.

Και ο Τήρης Γ', ο του Αμαδόκου υιός, υπεχώρησεν εις τον Κερσοβλέπτην και συνεκρούσθη με τον Φίλιππον, όταν ούτος συνεπλάκη με τους Αθηναίους. Πλην κατόπιν αιματηρών και πολυχρονίων αγώνων ο Φίλιππος εξεθρόνισε και τον Κερσοβλέπτην και τον Τήρην Γ'.

Τότε ο Φίλιππος ίδρυσε διαφόρους στρατιωτικάς αποικίας εις την βόρειον Θράκην, εκ των οποίων αι σημαντικώτεραι ήσαν η Φιλιππούπολις, η Βερόη και η Καβύλη, συνετέλεσαν δε αύται πάρα πολύ εις τον εξελληνισμόν του βορείου εκείνου τμήματος.

Τουναντίον κατέστρεψε πολλάς Ελληνικάς και Θρακικάς πόλεις της Χαλκιδικής και της Θρακικής ακτής και εξετόπισε τους κατοίκους εκ πολλών πόλεων. Τοιουτοτρόπως ο Φίλιππος κατέστη απόλυτος κύριος των Θρακομακεδονικών χωρών.

Η ακτή της Θράκης, ως λέγει ο Αππιανός, κατά τον παλαιόν καιρόν ήτο ερημοτάτη, μολονότι είνε γονιμωτάτη, διότι οι Θράκες ούτε ναυτικοί ήσαν ούτε κατήρχοντο εις τα παράλια φοβούμενοι τους Θαλασσινούς Έλληνας. Πλην αφότου την κατέλαβαν οι Έλληνες, οι οποίοι είνε θαλασσινοί, κατέστη ανθηρά εις το εμπόριον και την γεωργίαν, οι δε Θράκες ήσαν ευχαριστημένοι δια τα αγαθά αυτά. Μέχρις ότου ο Φίλιππος ο Αμύντου εξετόπισε και τους άλλους και τους Χαλκιδείς εις τοιούτον βαθμόν, ώστε μόνον τα οικόπεδα των ιερών να φαίνωνται και έρημος η ακτή176.

Τέλος κατά το 343 ο Κερσοβλέπτης υπετάχθη ολοτελώς εις τον Φίλιππον και κατόπιν εξεθρονίσθη εγκαταλειφθείς υπό των Αθηναίων, οίτινες εσυνθηκολόγησαν με τον Φίλιππον.

Την τοιαύτην ατάσθαλον προς τον Κερσοβλέπτην διαγωγήν των Αθηναίων δικαίως ψέγει ο Δημοσθένης, εξ αιτίας της οποίας έχασαν όχι μόνον την πολύτιμον συμμαχίαν του Κερσοβλέπτου, αλλά και τα οχυρά μέρη της Θράκης, τα οποία επωφεληθείς ο Φίλιππος κατέλαβεν.

Ο δε Ισοκράτης συνιστών δια λόγους υπερτάτου πατριωτισμού την ειρήνην λέγει εις τους Αθηναίους καθαρά να μη φαντάζωνται, ότι Κερσοβλέπτης ή ο Φίλιππος θα πολεμήσουν δια την Αμφίπολιν, όταν ιδούν ότι πράγματι οι Αθηναίοι δεν εποφθαλμιούν να κατακτήσουν νέας χώρας. Διότι τόρα, προσθέτει ο διάπυρος και ειλικρινής πατριώτης, ευλόγως φοβούνται να κάμουν γείτονας τας Αθήνας προς τας δυναστείας των, διότι βλέπουν ότι οι Αθηναίοι δεν αρκούνται εις όσα έχουν, αλλ' ότι ορέγονται να αποκτήσουν περισσότερα. Άλλα επί τέλους θα είνε δυνατόν και από την Θράκην να αποκόψουν τόσην χώραν, ώστε όχι μόνον οι Θράκες να έχουν <ι>άφθονον, αλλά και όσοι εκ των Ελλήνων έχουν ανάγκην γαιών και δι' έλλειψιν αύτων πλανώνται να είνε δυνατόν να ικανοποιηθούν και να ζήσουν αυτάρκεις178.

Καθώς είπομεν ανωτέρω, ως εκ της εχθρικής στάσεως του προς τον Φίλιππον και της φιλίας του προς τους Αθηναίους ο Κερσοβλέπτης παρεχώρησεν εις αυτούς τας εις την Θρακικήν χερσόνησον Ελληνικάς αποικίας πλην της Καρδίας, εις ταύτας δε ο δήμος των Αθηναίων έστειλε κληρούχους. Κατόπιν όμως ο Φίλιππος αποκτήσας την εύνοιαν των εις την Θράκην Ελληνικών πόλεων, διότι υπεστήριζεν αυτάς κατά της κακοδιοικήσεως των Οδρυσών βασιλέων, εξεστράτευσε κατά της Θράκης. Διότι ο Κερσοβλέπτης επολιόρκει τας Ελληνικάς πόλεις, τας γειτονικάς προς την Θράκην και ελεηλάτει αυτάς. Θέλων λοιπόν ο Φίλιππος να περιορίση την ορμήν των Θρακών εξεστράτευσεν εναντίον των με πολλήν δύναμιν. Νικήσας δε εις πολλάς μάχας τους Θράκας, τους μεν υποταγέντας εξ αυτών διέταξε να δίδουν δεκάτην εις τους Μακεδόνας, αυτός δε κτίσας εις τα επίκαιρα σημεία της χώρας πόλεις αξιολόγους κατέπαυσε το θράσος των Θρακών, δια τον λόγον τούτον ακριβώς αι Ελληνικαί πόλεις, απαλλαγείσαι πλέον από τον φόβον των, κατετάχθησαν προθυμότατα εις την συμμαχίαν του Φιλίππου179.

Τοιουτοτρόπως από της εμφανίσεως των μεγάλων βασιλέων της Μακεδονίας Φιλίππου και Αλεξάνδρου εις το ιστορικόν πεδίον του Ελληνισμού το κράτος των Οδρυσών ήρχισε να παρακμάζη και ολονέν εδαφικώς να περιορίζεται. Όσον οι Μακεδόνες οργανώνονται, τόσον οι Οδρύσαι ταπεινώνονται.

Και ο Μέγας Αλέξανδρος εξηκολούθησε την ιδίαν με τον πατέρα του τακτικήν. Καταπαύσας τας εν Ελλάδι ταραχάς εξεστράτευσε κατά της Θράκης, η οποία είχεν επαναστατήσει εναντίον της Μακεδονικής κυριαρχίας. Προσβαλών δε πολλά εκ των Θρακικών εθνών, τα οποία είχον στασιάσει, τα εξηνάγκασε να πειθαρχήσουν180.

Πλην είνε φανερόν, ότι οι Μακεδόνες ουδέποτε κατώρθωσαν να επιτύχουν την ολοτελή και οριστικήν υποδούλωσιν της Θράκης και η δυναστεία των Οδρυσών εξηκολούθησε πάντοτε να βασιλεύη, αν και υποτελής, ευρισκομένη εις αδιαλείπτους και αιματηρούς πολέμους με τους Μακεδόνας.

Φαίνεται, ότι και ο Κερσοβλέπτης έκοψε νομίσματα εις τα Κύψελα, τα οποία μετά τον πατέρα του Κότυν είχε και αυτός πρωτεύουσαν.

Τα χάλκινα ταύτα νομίσματα φέρουν κεφαλήν γυναικείαν, έχουσαν την κόμην εν σφενδόνη και εις την άλλην όψιν αγγείον δίωτον με την επιγραφήν ΚΕΡ.

=== Κετρίπορις===.

Υιός του Βηρισάδου, όστις, ως είπομεν, απέθανεν ενωρίς. Ο Κετρίπορις εκυβέρνησεν από το 357 π.Χ. το μεταξύ Στρυμόνος και Νέστου βασίλειον των Οδρυσών ως πρεσβύτερος αδελφός επιτροπεύσας τους αδελφούς του.

Ο Θράξ ούτος δυνάστης μνημονεύεται ως σύμμαχος των Αθηναίων κατά του Φιλίππου εις επιγραφήν, ανακαλυφθείσαν εις την Ακρόπολιν, εις τον τόπον όπου εκτίσθη το Μουσείον. Η μετά των Αθηναίων συμμαχία έγινε κατά το έτος 356 π.Χ., συνετάχθη δε η επιγραφή επί Ελσίνου άρχοντος επί της Ιπποθωντίδος πρώτης πρυτανείας και φανερώνει την συμμαχίαν των Αθηναίων προς Κετρίποριν τον Θράκα και τους αδελφούς του, προς Λύππειον (Λύκκειον) τον Παίονα και προς Γράβον τον Ιλλυριόν εναντίον του Φιλίππου. Είνε δε η εςής.

Έδοξεν τη βουλή και τω δήμω, Καλλισθένης είπεν . . . . . . του δήμου των Αθηναίων δέχεσθαι. ύνιος λέγει ο αδελφός ..... συνθέσθαι και τον δήμον Αθηναίων ... ων Κετριπόριδι και τοις αδελφοίς και Λυππείω τω Παιόνι και Γράβω τω Ιλλυριώ εψηφίσθαι τω δήμω τους μεν προέδρους, οι αν λάχωσι προεδρεύειν, προσαγαγείν προς τον δήμον εις την πρώτην εκκλησίαν181.

0ι Αθηναίοι πράγματι τον εβοήθησαν κατά του Φιλίππου, πλην ούτος κατά το 356 π.Χ. τον καθυπέταξε, κατά δε το 353 και το ανατολικώτερον βασίλειον του Αμαδόκου. Διότι, πριν ή ο Κετρίπορις και οι σύμμαχοί του μετά των Αθηναίων κάμουν τας απαιτουμένας προετοιμασίας, ο Φίλιππος ανέλαβεν αιφνιδίως τον αγώνα εναντίον των, οι δε Αθηναίοι, απησχολημένοι εντελώς εις τον συμμαχχικόν πόλεμον, δεν συμμετέσχον εις τον πόλεμον και οι Θράκες των δύο εκείνων βασιλείων υπετάγησαν. Οι Αθηναίοι απέβλεπον να διατηρήσουν τας Κρηνίδας182.

Τα χάλκινα του Κετριπόριδος νομίσματα φέρουν κεφαλήν Διονύσου πωγωνοφόρου και επί της άλλης όψεως κάνθαρον με επιγραφήν εις αυτήν ΚΕΤΡΙΠΟΡΙΟΣ.

=== Κοθήλας===.

Έγινε γνωστός ο βασιλεύς ούτος από το εξής γεγονός.

Ο Φίλιππος είχε συνήθειαν πάντοτε κατά τους πολέμους να νυμφεύεται. Όταν δε εκυρίευσε και την Θράκην, ήλθε προς αυτόν Κοθήλας ο των Θρακών βασιλεύς οδηγών Μήδαν την θυγατέρα του και δώρα πολλά. Ο δε Φίλιππος, αφού την ενυμφεύθη, την υπεισήγαγεν εις την Ολυμπιάδα183.

Σχοστόκης[]

Ηγεμών περί τα 350 π.Χ.

Δυνάστης Θραξ γνωστός μόνον από τα χάλκινα αυτού νομίσματα, τα οποία φέρουν κεφαλήν Απόλλωνος (;) δαφνοστεφή και εις την άλλην όψιν ιππέα καλπάζοντα με επιγραφήν ΣΚΟΣΤΟΚ.

Σεύθης Γ'[]

Ηγεμών 342 - 300 π.Χ.

Μακρά, ταραχώδης και σημαντική υπήρξεν η βασιλεία τούτου συνδεόμενη με την ανακήρυξιν του Λυσιμάχου, του ανδρειοτάτου σωματοφύλακος του μεγάλου Αλεξάνδρου, ως βασιλέως της Θράκης και των παρά τον Πόντον εθνών. Ο Λυσίμαχος ανεκηρύχθη βασιλεύς μετά τον θάνατον του Αλεξάνδρου κατά το 322 π.Χ. και εβασίλευσε πλέον των 40 ετών μέχρι του 280 π.Χ.

Εις την Ευρώπην απεσπάσθη εκ της χώρας, την οποίαν προηγουμένως εδιοικούσε ο Αντίπατρος, η Θράκη και ιδίως η Θρακική χερσόνησος, επιτραπείσα εις τον σωματοφύλακα Λυσίμαχον, στρατηγόν όντα άριστον και φίλον ωσαύτως του επιμελητού. Είνε δε πρόδηλον, ότι η Χερσόνησος είχεν εν μέρει τουλάχιστον την αξίαν της Ελλησποντίας Φρυγίας, διότι δι' ον λόγον ο ταύτης άρχων ήτο κύριος της από της Ασίας εις Ευρώπην διαβάσεως, δια τον αυτόν λόγον ο της Χερσονήσου άρχων προχείρως διέβαινεν από της Ευρώπης εις την Ασίαν184.

Είπομεν ανωτέρω, ότι η Θράκη υπέκυψεν επί Φιλίππου υπό την επικυριαρχίαν του. Πλην ζώντος εισέτι του Αλεξάνδρου ο εκ της βασιλικής οικογενείας των Οδρυσών δραστηριώτατος, πολεμικώτατος και πολυμήχανος Σεύθης Γ' είχε κινηθή. Μάλιστα κατά το 338 είχεν έλθει εις μυστικήν συνεννόησιν μετά των Αθηνών αποστείλας εκεί τον υιόν του. Μόλις όμως κατά το έτος 325 π.Χ. κατώρθωσε να απορρίψη την κηδεμονίαν των Μακεδόνων. Φαίνεται δε, ότι κατά τας αρχάς της οριστικής βασιλείας του περί το 331/0 π.Χ. ο Σεύθης δια του απεσταλμένου εις Αθήνας υιού του Ροιβούλα κατώρθωσε να καταλήξη εις συμμαχίαν με τους Αθηναίους. Ο Λυσίμαχος γενόμενος βασιλεύς της Θράκης πρώτους εκ των περιοίκων επολέμησε τους Οδρύσας185.

Κατόπιν δε εξεστράτευσε κατά του βασιλέως των Γετών Δρομιχαίτου. Κατά τον πρώτον προς τον Λυσίμαχον πόλεμον ο Σεύθης νικηθείς ηναγκάσθη να γίνη υποτελής και να χάση τας προς τον Εύξεινον Πόντον επαρχίας του. Όταν όμως ήρχισεν ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των διαδόχων του ακαταγωνίστου Μακεδόνος, αι Ελληνικαί του Ευξείνου Πόντου αποικίαι, Οδησσός, Κάλλατις, Κρουνοί, Ίστρος και λοιπαί, ωφελούμεναι από το περί ελευθερίας και ανεξαρτησίας κήρυγμα του Αντιγόνου απεστάτησαν τω 313 π.Χ. Τότε και ο Σεύθης επανεστάτησε κατά του Λυσιμάχου νομίσας κατάλληλον την περίστασιν, όπως επιτεθή κατ' αυτού και καταστή ανεξάρτητος. Τον εβοήθει δε εις αυτό ο Αντίγονος, αντίπαλος του Λυσιμάχου.

Ο Λυσίμαχος διελθών την Θράκην και διαβάς τον Αίμον εστρατοπέδευσε πλησίον της Οδησσού (Βάρνης). Πολιορκήσας δε την πόλιν και καταπλήξας με την δύναμίν του, αποτελούμενην εξ είκοσι χιλιάδων πεζών και οκτώ χιλιάδων ιππέων, τους κατοίκους κατέλαβε την Οδησσόν. Επίσης κατέλαβε την πόλιν Ίστρον και επολιόρκησε την Κάλλατιν. Εις βοήθειαν της πόλεως ήλθον οι εις τα μέρη εκείνα κατοικούντες Σκύθαι και Θράκες. Και τους μεν Θράκας κατέπεισεν ο Λυσίμαχος να αποχωρήσουν, τους δε Σκύθας ενίκησεν εις μάχην κατά παράταξιν. Ενώ δε επολιόρκει την Κάλλατιν, δια να τιμωρήση τους αιτίους της αποστασίας, επληροφορήθη ότι ο Αντίγονος έστειλε βοήθειαν εις τους Καλλατιανούς κατά ξηράν και κατά θάλασσαν. Ταραχθείς ο Λυσίμαχος από την είδησιν ταύτην αφήκεν ένα μέρος του στρατού αρκετόν προς πολιορκίαν της πόλεως και έσπευσε να συναντηθή με τους πολεμίους. Μόλις όμως έφθασεν εις τον Αίμον, εύρε τον βασιλέα των Θρακών Σεύθην, αποστατήσαντα προς το μέρος του Αντιγόνου, να φυλάσση με πολύν Θρακικόν στρατόν τας παρόδους του Αίμου, δια των οποίων ο Λυσίμαχος ήθελε να διέλθη και να μεταβή εις την Θράκην. Συνάψας δε μάχην πολυχρόνιον και πολύνεκρον δι' αμφότερα τα στρατόπεδα εξεβίασε μετά ηρωικήν αντίστασιν του Σεύθου επί τέλους τα στενά και τας παρόδους του Αίμου και νικήσας κατόπιν τας δυνάμεις του Αντιγόνου συνέλαβεν αιχμάλωτον τον στρατηγόν αυτού Παυσανίαν, τον οποίον εφόνευσε. Και άλλους μεν εκ των αιχμαλωτισθέντων Μακεδόνων στρατιωτών ηλευθέρωσε και ατέλυσεν, άλλους δε κατέταξεν εις τα ιδικά του στρατεύματα186.

Οι οξύτατοι κατά των Οδρυσών αγώνες του Λυσιμάχου διήρκεσαν επτά έτη, ετελείωσαν δε επί τέλους κατά το έτος 313 π.Χ. ή 311. Ανεκήρυξε δε εαυτόν βασιλέα της Θράκης κατά το έτος 306 π.Χ.

Η πρώτη σύζυγος του βασιλέως Λυσιμάχου κατήγετο από τον δυναστεύοντα οίκον των Οδρυσών. Εξ αυτής απέκτησε δυο υιούς, τον Αγαθοκλήν και τον Αλέξανδρον. «Αλέξανδρος, γεγονώς εξ Οδρυσιάδος γυναικός»187.

Μετά τους πολέμους τούτους του Λυσιμάχου κατά των πόλεων του Ευξείνου ήρχισαν πλέον αι πόλεις αύται να εκπίπτουν και η επίδρασίς των επί των εγχωρίων Θρακικών φυλών να ελαττώνεται.

Μετά τον Λυσίμαχον εβασίλευσαν επ' ολίγον χρόνον εις την Θράκην εκ περιτροπής ο Σέλευκος και Πτολεμαίος, ο επιλεγόμενος Κεραυνός. Και ο βασιλεύς Αντίοχος κατέλαβε τω 194 π.Χ. την Θρακικήν χερσόνησον και εισέβαλεν εις την Θράκην. Επίσης Ευμένης ο Β' έλαβεν υπό την κατοχήν του την Θρακικήν χερσόνησον και ως φυσικόν αυτής παράρτημα την Αίνον και την Μαρώνειαν, ως και την λοιπήν νότιον Θράκην.

Ο Σεύθης ο Γ' διεκρίθη εν γένει δια την εξαιρετικήν του ανδρείαν και γενναιότητα, αλλά και δια την ευφυΐαν του και οξυδέρκειαν, ως και δια την περί τα πολεμικά μεγάλην εμπειρίαν.

Σεύθου του Γ' υπάρχουν χάλκινα νομίσματα ατελούς τεχνοτροπίας, έχοντα κεφαλήν Διός και επί της άλλης πλευράς ιππέα με επιγραφήν ΣΕΥΘΟΥ.

Ορσοάλτιος[]

Ηγεμών περί τα 300 π.Χ.

Ο βασιλεύς ούτος είνε γνωστός μόνον από τα τετράδραχμα αυτού αργυρά νομίσματα, τα οποία είνε αντιγραφή των τετραδράχμων του Αλεξάνδρου με την διαφοράν ότι έχουν την επιγραφήν ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΟΡΣΟΑΛΤΙΟΥ. Σκοστόκης, περί τα 300 π.Χ.

Δυνάστης Θραξ, φέρων το όνομα τούτο, το οποίον απαντά επί βαρβάρων απομιμήσεων των χρυσών και αργυρών νομισμάτων του Λυσιμάχου.

Κερσίβαυλος[]

Ηγεμών περί τα 300 π.Χ.

Κατά τους χρόνους του Λυσιμάχου.

Γνωστός μόνον από τα αργυρά τετράδραχμα νομίσματα, έχοντα Αλεξανδρινήν τεχνοτροπίαν και επιγραφήν ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΕΡΣΙΒΑΥΛΟΥ188.

Γαλατική Εισβολή[]

Κατά την εποχήν ταύτην, τω 279 π.Χ., εισέβαλον εις την Θράκην οι Γαλάται και έγιναν κύριοι του περισσοτέρου μέρους αυτής.

Οι Γαλάται ούτοι ήσαν αποσπάσματα του μεγάλου στρατού του Βρέννου, διαφυγόντες δε τον κίνδυνον εις τους Δελφούς ετράπησαν προς την Μακεδονίαν και Θράκην και φθάσαντες εις τον Ελλήσποντον δεν επέρασαν εις την Ασίαν, αλλ' έμειναν εις την Θράκην και εγκατεστάθησαν εις τους περί το Βυζάντιον τόπους. Και ο μεν Βρέννος ήτο αρχηγός του κατά των Παιόνων στρατού, ο δε Κερέθριος του στρατού, όστις εστράφη κατά των Οδρυσών και των Τριβαλλών189.

Καθυποτάξαντες δε τους Θράκας κατέστησαν πρωτεύουσάν των την Τύλην (σήμερον Τύλοβο, παρά την πόλιν Κιζανλήκ) και έφερον εις μεγάλον κίνδυνον τους Βυζαντίους μέχρι του Γαλάτου βασιλέως Καυάρου, επί του οποίου κατελύθη μεν η βασιλεία των Γαλατών, κατεστράφη δε ολόκληρον το εις την Θράκην εγκατασταθέν γένος των Γαλατών υπό των Θρακών, οι οποίοι επεκράτησαν εκ μεταβολής της τύχης και των πραγμάτων190.

Η πρωτεύουσα των Γαλατών Τύλις ήτο κτισμένη εις τας νοτίας υπωρείας του Αίμου191.

Διήρκεσε δε το εις την Θράκην βασίλειον των Γαλατών μόνον εξήντα έτη. Πρώτος αυτών βασιλεύς υπήρξεν ο Κομοντόριος, τελευταίος δε ο Καύαρος περί τα 219 - 200 π.Χ., επί του οποίου επαναστατήσαντες οι Θράκες και καταλύσαντες την κυριαρχίαν των Γαλατών επανέκτησαν την ελευθερίαν των.

Ο Κάυαρος ήτο εξαίρετος βασιλεύς. Μεγαλόφρων και φύσει ευγενής και ιπποτικός έδιδε μεγάλην ασφάλειαν και βοήθειαν εις τους εμπόρους, τους ταξιδεύοντας εις τον Εύξεινον, κατά των Θρακών, εχορηγούσε δε άφθονα εφόδια εις τους Βυζαντίους δια τους πολέμους των εναντίον των Θρακών και των Βιθυνών192.

Από τα νομίσματα των εν Θράκη Γαλατών βασιλέων εξάγεται, ότι και αυτοί υπέστησαν την επίδρασιν του Ελληνισμού, διότι εξέδωκαν τοιαύτα με Ελληνικά γράμματα.

Σεύθης Δ'[]

Ηγεμών περί τα 200 π.Χ.

Η Θράκη επ' αυτού είχεν απαλλαχθή από τους Γαλάτας και αποκτήσει την ελευθερίαν της.

Κότυς Β'[]

Ηγεμών περί τα 171 - 162 ή μάλλον 168 - 142 π.Χ.

Ήτο υιός του Σεύθου Δ' και απέβη ο ισχυρότατος των Θρακών ηγεμόνων και ο πλέον εμπειροπόλεμος βασιλεύς των Οδρυσών. Ο Κότυς ούτος είνε γνωστότατος εις την Ελληνικήν ιστορίαν, άξιος δε μεγάλης προσοχής, διότι ως πολιτισμένος Θραξ και φύσις εξαιρετική ανύψωσε τον θρόνον των Οδρυσών και έφερε τους Οδρύσας με την Ελλάδα εις στενωτάτας σχέσεις. Cotys Seuthae filius, rex gentis Odrysarum193.

Ο βασιλεύς Κότυς ήτο ανήρ διακρινόμενος εμπράκτως εις τους πολέμους και δια την μεγάλην του κρίσιν, σπουδαίος κατά τα άλλα και άξιος φιλίας, διότι ήτο αξιόπιστος. Ήτο δε σώφρων και καθ' υπερβολήν νηφάλιος, το δε μεγαλείτερον αυτού προτέρημα ήτο, ότι ήτο εντελώς απηλλαγμένος από τα κάκιστον ελάττωμα, το οποίον διέκρινε και εχαρακτήριζε τους Θράκας, την μέθην194.

«Κότυς, ανήρ ην αξιόλογος .... και πραότητα και βάθος υπέφαινεν ελεύθερον»195.

Δυστυχώς ο Κότυς ήτο φιλάργυρος, τούτο δε τον έβλαψε πολιτικώς.

Ο Κότυς ήτο ανήρ αξιόλογος εις τας σχέσεις και την διαγωγήν και διεκρίνετο δια την λεπτότητα και την πολιτικήν του εμπειρίαν, προς τούτοις δε κατά την ψυχήν ήτο κάθε άλλο ή Θραξ. Διότι και νηφάλιος ήτο και πραότητα είχε και τρόπον είχε πολύ ελευθέριον196.

Ο Κότυς ήτο βασιλεύς τόσον γενναίος εις τας μάχας, όσον και επιτήδειος εις τα συμβούλια. Ήτο Θραξ μόνον ως προς την καταγωγήν, χωρίς να έχη τι από τα ήθη του έθνους του. Υπόδειγμα λιτότητος και εγκρατείας, ηγαπάτο παρ' όλων δια την επιείκειαν και την μετριοπάθειάν του. «Thrax ex genere solo, non moribus ; nam et unicae sobrietatis ac temperantiae fuit idemque clementia et moderatione animi plane amabilis197.

Εις τούτον υπήρχε και ψήφισμα των Αβδηριτών, ευρεθέν εις την μητρόπολιν των Αβδήρων Τέων, σχετικόν προς πρεσβείαν του Βίθυος, υιού του Κότυος, μετ' άλλων πρεσβευτών αποσταλέντων εις Ρώμην.

Επειδή χρείας τω δήμω γενομένης πρεσβείας εις Ρώμην υπέρ της πατρίου χώρας περί ης επιδούς αξίωμα βασιλεύς Θρακών Κότυς τη συγκλήτω δια τε του υιού αυτού και των αμ' εκείνω εξαποσταλέντων υπ' αυτού πρεσβευτών ήτειτο την πάτριον ημών χώραν198.

Η βασιλεία του Κότυος συνδέεται στενώτατα με τα γεγονότα του ισχυρότατου Ρωμαϊκού κράτους της εποχής εκείνης και την βασιλείαν του Περσέως, τελευταίου βασιλέως των Μακεδόνων. Η ανάμιξις των Ρωμαίων εις τα Μακεδονικά και εν μέρει εις τα Θρακικά πράγματα είχεν αρχίσει ακόμη επί του Φιλίππου, πατρός του Περσέως και του Δημητρίου.

Ο Φίλιππος ούτος, ο προτελευταίος Μακεδών βασιλεύς, εξαναγκασθείς υπό των Ρωμαίων απεχώρησεν από τας εν Θράκη Ελληνικάς πόλεις, τας οποίας είχον οι Μακεδόνες υπό την εξουσίαν των από της εποχής ακόμη του Λυσιμάχου, τελείως στενάζων και βαρύθυμος. Διελθών δε δια μέσου της Θράκης εισέβαλεν εις την χώραν των Οδρυσών, των Βησσών και των Δανθαλητών. Παραγενόμενος δε εις την Φιλιππούπολιν, επειδή οι κάτοικοι αυτής έφυγον εις τας ακρωρείας της Ροδόπης, εκυρίευσε την πόλιν εξ εφόδου. Κατόπιν έκαμεν επιδρομήν εις ολόκληρον την πεδιάδα και άλλας μεν πόλεις πολιορκήσας εκυρίευσεν, άλλαι δε ηναγκάσθησαν να συνθηκολογήσουν και να υποταχθούν χωρίς αιματοχυσίαν και τοιουτοτρόπως επέστρεψεν, αφού αφήκε φρουράν εις την Φιλιππούπολιν. Η πόλις όμως αυτή εκυριεύθη υπό των Οδρυσών μετά τινά χρόνον, διότι ούτοι παρέβησαν τους όρους της συνθήκης με τον Φίλιππον.

Ο Κότυς κατ' αρχάς δια λόγους πολιτικής σκοπιμότητος, εφόσον δηλαδή υπερίσχυεν ο προτελευταίος Μακεδών βασιλεύς Φίλιππος και κατόπιν ο υιός του Περσεύς, υπεστήριζε τους Ρωμαίους εναντίον των Μακεδόνων.

Κατόπιν όμως εστράφη προς τον Περσέα, όστις υπεστήριζε τον Κότυν200.

Εις τας χώρας τας προς ανατολάς της Μακεδονίας κατά τον κάτω Δούναβιν ο ισχυρότατος των Θρακών ηγεμόνων, ο βασιλεύς των Οδρυσών και αρχών όλης της ανατολικής Θράκης από του Έβρου ποταμού, του αποτελούντος το μακεδονικόν σύνορον, μέχρι των παραλίων, τα οποία ήσαν πλήρη Ελληνικών πόλεων, ο συνετός και ανδρείος Κότυς συνεμάχει ειλικοινώς προς τον Περσέα201.

Μετά δε τον θάνατον του Φιλίππου τω 179 π.Χ. ο βασιλεύς των Μακεδόνων Περσεύς, υιός του Φιλίππου και αδελφός του Δημητρίου, καταλαβών τον πατρικον θρόνον τω 179 π.Χ, ηναγκάσθη να ανανεώση την προς τους Ρωμαίους πατρικήν φιλίαν. Ο νέος βασιλεύς εκληρονόμησε μεν το κατά των Ρωμαίων μίσος του πατρός, αλλ' όχι και την ικανότητα αιυτού. Εις την πρώτην δε περίστασιν, κατά το έτος 173 π.Χ., κατώρθωσε να καθυποτάςη μέγα μέρος της Ηπείρου και Θεσσαλίας και με το ναυτικόν του ενωχλούσε συχνά τους Ρωμαίους.

Μεταξύ ΙΙερσέως και Ρωμαίων συνέβη τω 171 π.Χ. πλησίον της Λαρίσης η πρώτη σύγκρουσις μεταξύ των ιππέων και των ψιλών των δύο στρατευμάτων.

Προς ενίσχυσιν του Περσέως ήλθον εκ της Σιντικής Ηρακλείας τρεις χιλιάδες ελεύθεροι Θράκες έχοντες εθνικόν αρχηγόν. Τους Παίονας ώπλισε και ωδήγησεν ο εκ Παιονίας Δίδας, ο δολοφόνος του ατυχούς νεαρού Δημητρίου.

Ο δε Κότυς, ηγούμενος χιλίων επιλέκτων Θρακών ιππέων, κατά την μάχην εκείνην απέκρουσε και διασκόρπισε το Ιταλικόν ιππικόν.

Ο Περσεύς εξηκολούθει κατόπιν να παρασκευάζεται κατά της Ρώμης αλλ' όμως μετά την μάχην εκείνην ουδέν σοβαρόν και αξιόλογον συνέβη μεταξύ αυτού και των Ρωμαίων. Ο Περσεύς ενίκησε τον Γένθιον, ετιμώρησε τους Δαρδανίους ως συμπράξαντας με τους Ρωμαίους, δια δε του Κότυος εξεδίωξεν από την Θράκην όλους τους Ρωμαΐζοντας Θράκας.

Τα όπλα του Περσέως δεν υπήρξαν ολιγώτερον ευτυχή εις την Θράκην, όπου είχεν οδηγήσει τα στρατεύματά του προς βοήθειαν του Κότυος, τον οποίον είχον προσβάλει ο Ατβέσβης και ο Κόρραγος. Ο Κότυς άλλως τε ημύνθη μετά θάρρους202.

Τέλος ο πόλεμος ανετέθη κατά το 168 π.Χ. υπό της Ρώμης εις τον στρατηγόν Παύλον Αιμίλιον, άνδρα διαπρεπή δια την σύνεσιν και τόλμην. Ο Αιμίλιος προσέβαλε τον Περσέα εις την πόλιν Πύδναν της Θεσσαλίας και κατόπιν μάχης, η οποία ήτο μεν ασύντακτος, αλλ' οξεία και επίμονος, υπερίσχυσαν οι Ρωμαίοι και κατεδίωξαν τους Μακεδόνας μέχρι της θαλάσσης.

Ο Περσεύς νικηθείς κατώρθωσε με τον εκεί πλησίον παραπλέοντα στόλον του να διαφύγη εις την Αμφίπολιν. Εκείθεν, αφού έβαλεν εις τα πλοία του όσα χρήματα ειμπόρεσε να συνάξη, έπλευσε την νύκτα εις την Σαμοθράκην, την οποίαν αυτός τότε εξουσίαζεν. Από την Σαμοθράκην προσεπάθησε να φύγη την νύκτα και θα κατώρθωνε να διαφύγη και να έλθη εις τον βασιλέα των Θρακών Κότυν, εάν δεν τον εγκατέλειπον οι Κρήτες μισθοφόροι του. Τότε δε ηναγκάσθη να καταφύγη εις το ιερόν των Καβείρων. Αλλ' οι Σαμόθρακες, οίτινες ήσαν υπό την εξουσίαν των Ρωμαίων, αυτοί οι ίδιοι, η νήσος και ο ναός των, διότι οι Ρωμαίοι κατέπλευσαν εις την Σαμοθράκην καταδιώκοντες τον Περσέα, δεν ειμπορούσαν να παραγνωρίσουν την σημασίαν των επιπλήξεων του Ατιλίου, ζητούντος να απομακρύνουν τον Περσέα από το ιερόν. Απέστειλαν λοιπόν τον Θεώνδαν, τον πρώτον άρχοντα ή βασιλέα των, καθώς τον ονομάζουν, να ανακοινώση εις τον Περσέα, ότι ο Κρης Εύανδρος κατηγορείτο επί φόνω και ότι δικαστήριον, το οποίον είχε σύσταση υπό των προγόνων των, ήτο επιφορτισμένον να δικάζη τους φέροντας όπλα εις τον ιερόν περίβολον του ναού ότι, εάν ο Εύανδρος, ισχυρός εν τη αθωότητί του, ηδύνατο να καταρρίψη την βαρύνουσαν αυτόν θανάσιμον κατηγορίαν, ήτο ελεύθερος να προσέλθη προς υπεράσπισιν του δικαίου του' εάν εφοβείτο δε την δίκην, έπρεπε να παύση μιαίνων τον ναόν δια της παρουσίας του και να φροντίση δια την ασφάλειάν του.

Αλλά τότε ο Περσεύς, πριν ή ακόμη συλληφθή αιχμάλωτος υπό των Ρωμαίων, εφόνευσε τον στρατηγόν του Εύανδρον εις τον ιερόν περίβολον του ναού φοβούμενος, μήπως ούτος προβή εις αποκαλύψεις δια την εν Δελφοίς κατά του Ευμένους επιβουλήν, ως ιστορεί Δίων ο Κάσσιος, διέδωκε δε κατόπιν καταλλήλως, ότι ο Εύανδρος ηυτοκτόνησε.

Και πράγματι, εάν ο Εύανδρος είχε φονεύσει τον Ευμένην εις τους Δελφούς, ο Περσεύς εφόνευσε τον Εύανδρον εις την Σαμοθράκην.

Τοιουτοτρόπως δύο φοράς είχε χύσει ανθρώπινον αίμα και εμίανε τους δυο ιερωτέρους ναούς του κόσμου. Δωροδοκήσας όμως αμέσως τον ιεροφάντην Θεώνδαν ηθωώθη και μέσον αυτού ανεκοίνωσεν εις τον λαόν, ότι ο Εύανδρος είχεν αυτοκτονήσει.

Αθωωθείς κατ' αυτόν τον τρόπον ο ιερόσυλος Περσεύς απεπειράθη να δραπετεύση προς τον φίλον του βασιλέα των Οδρυσών Κότυν, διότι και. μετά την τοιαύτην του αθώωσιν οι Σαμόθρακες ηξίωσαν να εγκαταλείψη αμέσως το ιερόν έδαφος της νήσου. Πλην ο διοικητής του Ρωμαϊκού στόλου Γνάϊος Οκτάβιος τον συνέλαβε και τον απέστειλεν εις την Ρώμην203.

Είνε αληθές, ότι παρ' όλην την άστατον διαγωγήν, την οποίαν είχε δείξει ο Περσεύς προς τους Ρωμαίους, οτέ μεν συνδεόμενος δια φιλίας προς αυτούς, οτέ δε πάλιν με ισχυρόν στρατόν πολεμών αυτούς, π ύπατος Αιμίλιος προσεφέρθη προς αυτόν φιλανθρώπως και ιπποτικώτατα. Τοιαύτη άλλως τε ήτο συνήθως η διαγωγή και η πολιτεία της Ρώμης, μεγαλόφρων και ιπποτική, προς τους ηττημένους.

Εις τους αγώνας, οι οποίοι διεξήχθησαν εις την Ρώμην προς τιμήν του Παύλου Αιμιλίου, ο δυστυχής των Μακεδόνων βασιλεύς, ο αιχμάλωτος Περσεύς, ευρίσκετο εις μίαν άμαξαν μαζί με τους δύο υιούς του και την θυγατέρα του.

Μετά την τελετήν οι Ρωμαίοι ενέκλεισαν τον Περσέα και τα τέκνα του εις τον εν Άλβαις κάρκαρον, εις όρυγμα δηλαδή κατάγειον και πλήρες σκότους, όπου και απέθανε κατά το έτος 166 π.Χ.

Λέγεται, ότι οι Ρωμαίοι κατ' αρχάς εξώρισαν αυτόν οικογενειακώς εις την βόρειον Αφρικήν και ότι αργότερον μετέφερον αυτόν και τον ενέκλεισαν εις τον εν Άλβαις της Ιταλίας κάρκαρον, όπου και απέθανεν204.

Εις δε τον στρατηγόν Παύλον Αιμίλιον επιστρέψαντα εις την Ρώμην έγινε λαμπροτάτη υποδοχή και πομπή των νικητηρίων. Η σύγκλητος εψήφισε πολλά υπέρ αυτού, διότι έστειλεν εις την Ρώμην όλα τα λάφυρα, όσα από τον πόλεμον συνήθροισεν, έστειλε δε και τον Βίθυν, τον υιόν του Κότυος, ως και τον Περσέα, την σύζυγόν του, τους τρεις παίδας αυτού, ως και τους θησαυρούς του, οι οποίοι ανήρχοντο εις 600 τάλαντα, δηλαδή εις τριάκοντα επτά εκατομμύρια χρυσών δραχμών205.

Ο Περσεύς εθεωρήθη από την σύγκλητον της Ρώμης ως ο μόνος υπαίτιος της δημιουργηθείσης καταστάσεως. Εις αυτόν απέδωκαν την επανάστασιν των Θεσσαλικών πόλεων και δια τούτο συνεχώρησαν αυτάς. Τοιουτοτρόπως ο Περσεύς ήτο ο τελευταίος Μακεδών βασιλεύς και από το έτος 168 π.Χ. η Μακεδονία με την δυτικήν Θράκην έγινε πλέον επαρχία Ρωμαϊκή.

Ο Κότυς είχε βεβαίως αναμιχθή κατ' ανάγκην εις τα ζητήματα της εγγύς Μακεδονίας. Και τον υπεστήριζαν μεν οι Ρωμαίοι, οίτινες τον υπελόγιζον ως σημαντικώτατον πολεμικόν παράγοντα, διετέλει μάλιστα υπό την επιρροήν αυτών, πλην είχε προηγουμένως υποχρέωση να υποκύψη εις τον Περσέα και έδωκεν ως όμηρον και αυτόν τον υιόν του Βίθυν.

Τούτον όμως οι Ρωμαίοι, μολονότι προηγουμένως τον εφυλάκισαν με τον Περσέα, υπολογίζοντες πάντοτε εις την σύνεσιν και την δύναμιν του πατρός του Κότυος, τον έδοσαν μετά τινάς διατυπώσεις εις τον πατέρα του άνευ λύτρων.

Καθόσον ο βασιλεύς των Οδρυσών Κότυς έστειλε πρέσβεις εις την Ρώμην αξιών να τω αποδοθή ο υιός του, δικαιολογούμενος δια την σύμπραξίν του με τον ΙΙερσέα ότι συνέπραξεν ως εκ των αναγκαίων συνθηκών, υπό τας οποίας ευρίσκετο το κράτος των Οδρυσών. Οι δε Ρωμαίοι, θεωρήσαντες ότι επί του προκειμένου ήτο εις αυτούς σημαντικώτατον κέρδος η κατάπαυσις τον προς τον Περσέα πολέμου και η καθυπόταξις της Μακεδονίας, λαβόντος τοιαύτην ευτυχή έκβασιν, και μη θέλοντες να εντείνουν περισσότερον την μετά του Κότυος διαφοράν των, επέτρεψαν εις αυτόν να λάβη οπίσω τον υιόν του. Άλλως τε ο Βίθυς εδόθη ως όμηρος εις τον Περσέα και κατά σύμπτωσιν έτυχε να ευρίσκεται μαζί με τα τέκνα του Περσέως και να αιχμαλωτισθή μετ' αυτών. Τον απέδοσαν λοιπόν εις τον Κότυν θέλοντες να δείξουν την πραότητα, τας ειρηνικάς διαθέσεις και την μεγαλοψυχίαν των και τρόπον τινά να δεσμεύσουν τον Κότυν δια της τοιαύτης ευεργεσίας206.

«Δυσκολώτερον ήτο να ληφθούν μέτρα κατά του Κότυος εις την Θράκην, εκτός δε τούτου τον Κότυν ηδύναντο να μεταχειρισθούν οι Ρωμαίοι εναντίον του Ευμένους. Εδόθη λοιπόν συγγνώμη εις αυτόν και απεδόθη ο εν Ρώμη ομηρεύων υιός»207.

Προς τον κράτιστον λοιπόν βασιλέα των εν Θράκη Οδρυσών, τον χρηστότατον σύμμαχον του Περσέως, «τον δυσπρόσιτον εις τους Ρωμαϊκούς στρατούς, χρήσιμον δε εν ανάγκη κατά του Ευμένους Β' της Περγάμου» προσηνέχθησαν οι Ρωμαίοι οι μετά πολλής φειδούς και ευμενούς επιφυλάξεως208.

Ο Κότυς, ως εξάγεται εξ επιγραφής, ευρεθείσης παρά τον Πύργον του Ευξείνου, όπου υπήρχεν αρχαία Ελληνική πολίχνη, είχε πολιτικάς σχέσεις με τινά εκ των εκεί Ελληνικών αποικιών, πιθανόν την Απολλωνίαν, όπου έστειλε τον υιόν του Ραισκούποριν. Περισσότερα δεν γνωρίζομεν δυστυχώς, διότι το μεγαλείτερον μέρος της επιγραφής ταύτης εχάθη και η απώλεια αύτη είνε μεγίστη, διότι εξ αυτής θα εδιδασκόμεθα πολλά δια την πολιτικήν ιστορίαν της Θράκης κατά την σκοτεινήν εκείνην εποχήν209.

Εις τον Κότυν τούτον ανήκουν κατά πάσαν πιθανότητα νομίσματα αργυρά, έχοντα επί της μιας όψεως κεφαλήν Διονύσου, επί δε της άλλης Ηρακλέα ιστάμενον, με την σημαντικωτάτην επιγραφήν ΚΟΤΥΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡ. Η περίεργος αύτη επιγραφή έχει αναλόγους μόνον την επί αρχαϊκών νομισμάτων της εν Κρήτη Γόρτυνος ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΤΟ ΠΑΙΜΑ, και του βασιλέως Σεύθου, ΣΕΥΘΑ ΚΟΜΜΑ.

=== Βύζης===.

Μετά την εξορίαν και τον θάνατον του Περσέως ανεφάνη κατά το 150 π.Χ. εις την Μακεδονίαν Ανδρίσκος τις, όστις έλεγεν ότι είνε δήθεν ο υιός του Περσέως Φίλιππος, δια τούτο δε ωνομάσθη Ψευδοφίλιππος. Ούτος κατώρθωσε να καθυποτάξη την Μακεδονίαν και μέρος της Θεσσαλίας, ενίκησε μάλιστα κατ' αρχάς τα υπό τον Ιουβενάλιον ρωμαϊκά στρατεύματα. Τέλος κατέφυγεν εις την Θράκην και δύναμιν συναθροίσας συνεπλάκη με τον Ρωμαίον στρατηγόν Μέτελλον. Οι πρόμαχοι όμως ετράπησαν εις φυγήν και το συμμαχικόν του στράτευμα διεσκορπίσθη και αυτός προδοθείς υπό του Θρακός δυνάστου Βύζου συνελήφθη αιχμάλωτος κατά το 148 π.Χ. και ετιμωρήθη υπό των Ρωμαίων210.

Κατά Διόδωρον τον Σικελιώτην ο Ανδρίσκος έμαθεν ότι ο βασιλεύς των Θρακών Τήρης είχε γυναίκα, η οποία ήτο θυγάτηρ του βασιλεύσαντος Φιλίππου, και ως εκ τούτου ήλθεν εις την Θράκην προς τον Τήρην, όστις τω έδωκε μικράν στρατιωτικήν δύναμιν και βασιλικόν διάδημα. Ο Τήρης συνέστησε τον Ανδρίσκον και εις άλλους Θράκας δυνάστας, από τους οποίους έλαβε στρατιωτικάς ενισχύσεις. Και προσκληθείς επορεύθη προς Βαρσαβάν, τον βασιλέα των Θρακών, έπεισε δε αυτόν να λάβη μέρος εις την εκστρατείαν κατά των Ρωμαίων και να τον συνοδεύση εις την Μακεδονίαν, αμφισβητούντα την βασιλείαν των Μακεδόνων ως πατρικήν. Καταδιωχθείς όμως υπό των Μακεδόνων ο Ψευδοφίλιππος έφυγεν εις την Θράκην211.

Διήγυλις[]

Βασιλεύς επί Αττάλου Β' (135-140 π.Χ.).

Ο ηγεμών ούτος των Θρακών Διήγυλις, μολονότι παρέλαβε βασιλείαν αρκετά ισχυράν (εκ τούτου δε ενισχυόμεθα εις την γνώμην ημών, ότι διεδέχθη τον Κότυν Β') και παραδόξως συνέτρεχον ευμενείς δια την βασιλείαν του συνθήκαι και όλα τα αγαθά, εν τούτοις δεν εκυβέρνα τους υποτελείς του, ως να ήσαν φίλοι και σύμμαχοι, αλλ' εδέσποζεν επ' αυτών ωμώς, ωσάν να ήσαν εξαγορασμένα ανδράποδα ή αιχμάλωτοι πολέμου.

Κυριεύσας την Λυσιμάχειαν της Θρακικής χερσονήσου, η οποία ήτο υποτελής εις τον Άτταλον, έκαυσε την πόλιν και έσφαξεν ωμότατα τους κατοίκους. Κατά την ωμότητα μάλιστα υπερέβη όλους τους Θράκας δυνάστας. Και ενώ ο Άτταλος εφέρετο επιεικώς και φιλανθρώπως προς τους αίχμαλωτισθέντας Θράκας και τους απέλυεν, ο Διήγυλις τουναντίον τους απολυομένους τούτους αιχμαλώτους και επανακάμπτοντας εις τας πατρίδας των τους εξύβριζε με τον βαναυσότερον τρόπον και τους ετιμωρούσε με παράνομα και απάνθρωπα κτυπήματα212.

Ο Διήγυλις, συγγενής ων εκ κηδεστίας του βασιλέως των Βιθυνών Προυσίου, έστειλεν εις αυτόν κατ' αίτησίν του πεντακοσίους Θράκας οπλίτας213.

Βραδύτερον ο Ευμένης, υιός του βασιλέως Αττάλου και σύμμαχος των Ρωμαίων, αφού προηγουμένως επολέμησε τον Περσέα, εκστρατεύσας εις την Θράκην καθυπέταξε τον βασιλέα των Καινών Διήγυλιν214.

Ζιβέλμιος[]

Ηγεμών επί Αττάλου Γ' (139-134 π.Χ.).

Ο υιός του Διηγύλιος Ζιβέλμιος, όστις τον διεδέχθη εις τον θρόνον των Οδρυσών, υπήρξεν ωμότερος και αγριώτερος του πατρός του. Ούτος εφθόνησεν, ως φαίνεται, τα κακουργήματα του πατρός του και έφθασεν εις τοιούτο σημείον ωμότητας και παρανομίας, ώστε ετιμωρούσε μίαν ολόκληρον πόλιν, όταν και ένας ακόμη πολίτης έσφαλλε. Και δια την πλέον παραμικράν και ασήμαντον αιτίαν άλλους μεν διεμέλιζεν, άλλους εσταύρωνε, άλλους δε έκαιε ζωντανούς. Πολλάκις έσφαζε τα τέκνα εις τους κόλπους των γονέων των έμπροσθέν των, κατόπιν έκοπτεν εις τεμάχια τα σώματά των, διέτασσε να τα μαγειρεύσουν και τα παρέθετε κατόπιν εις τους πλησιέστερους συγγενείς των ανανεώνων κατ' αυτόν τον τρόπον τα παλαιά εκείνα του Τηρέως ή τα Θυέστεια δείπνα.

Επί τέλους οι Θράκες τον συνέλαβον και είχον μεν σκοπόν να διαπράξουν κατ' αυτού τα ίδια και να τον κομματιάσουν, πλην απλώς τον εθανάτωσαν215.

Μετά τον οικτρόν τούτον βασιλέα αρχίζει να επικρατή σύγχυσις εις τα της δυναστείας των Οδρυσών, ήτις κυρίως σημειώνεται από την εποχήν της καταλύσεως του Μακεδονικού βασιλείου. Το κράτος των Οδρυσών αρχίζει να παρακμάζει πλέον, τα δε όριά του περιορίζονται σχεδόν από τας εκβολάς του Έβρου και. εις το εσωτερικόν μόνον της ανατολικής Θράκης μέχρι του Δουνάβεως και των εκβολών του. Η ιδία σύγχυσις επικρατεί και εις τα ονόματα, την διαδοχήν και την χρονολογικήν σειράν των Οδρυσών βασιλέων και δυναστών, ασήμαντων κατά το πλείστον η ανισχύρων.

Μόστις[]

Περί τα τέλη ή μέσα του δευτέρου π.Χ. αιώνος. Γνωστός μόνον από τα αργυρά του τετράδραχμα, τα οποία επί της πρόσθιας όψεως έχουν την εικόνα του Μόστιδος με επιγραφήν ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΜΟΣΤΙΔΟΣ και χρονολογίαν έτους ΙΓ, ΚΒ ή ΛΗ, ενίοτε δε και όνομα άρχοντος, ΕΠΙΣΑΔΑΛΟΥ. Επίσης υπάρχουν και χάλκινα νομίσματα, φέροντα έμπροσθεν κεφαλήν Απόλλωνος και όπισθεν ίππον.

Δημήτριος[]

Κατά τας αρχάς του πρώτου π.Χ. αιώνος.

Υπάρχει νόμισμα αυτού αργυρούν, φέρον κεφαλήν Διονύσου και επί της άλλης όψεως ιππέα τρέχοντα ολοταχώς, κραδαίνοντα δόρυ, εις το πεδίον σταυρόν, με επιγραφήν ΔΗΜΗΤ.

Διξατελμεύς[]

Κατά τον πρώτον π.Χ. αιώνα.

Σώθιμος[]

Κατά τον πρώτον π.Χ. αιώνα. Ίσως τω 93 π.Χ.

=== Σαδάλας Α'.

Υιός και διάδοχός του. Ίσως τω 81 π.Χ.

Κότυς Γ'[]

Ηγεμών το 58 - 48 π.Χ.

Υιός του Σαδάλα. Ούτος γενόμενος βασιλεύς κατέπεισε τον ανθύπατον Πείσωνα να δολοφονήσει τους πρέσβεις διαφόρων Θρακικών εθνών και συμμαχήσας κατόπιν με τον Πομπήιον ετάχθη εναντίον του Καίσαρος216.

Υπάρχουν χάλκινα νομίσματα, φέροντα την κεφαλήν του Κότυος με διάδημα και επί της άλλης όψεως αετόν επί κεραυνού, με επιγραφήν ΚΟΤΥΟΣ ή ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΟΤΥΟΣ.

Σαδάλας Β'[]

Ηγεμών από του 48 - 42 π.Χ. Υιός και διάδοχος του Κότυος.

Τούτου υπάρχουν χάλκινα νομίσματα, έχοντα κεφαλήν του Σαδάλου με διάδημα και εις την άλλην όψιν αετός επί κεραυνού, με επιγραφήν ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΣΑΔΑΛΟΥ.

Κόσων[]

Ηγεμών περί τα 42 π.Χ.

Υπάρχουν αυτού αργυρά νομίσματα, φέροντα επί της μιας όψεως τον ύπατον Βρούτον μεταξύ δύο ραβδούχων με επιγραφήν ΚΟΣΩΝ και επί της άλλης όψεως αετόν κρατούντα στέφανον.

=== Σαδάλας Γ'===.

Ίσως ο ίδιος λέγεται και Αδάλας.

Κατά τον Πλούταρχον ο Αντώνιος εκ των εις την Ρώμην υπηκόων βασιλέων είχε σύμμαχον τον βασιλέα της Θράκης Αδάλαν217.

Ο Καίσαρ έστειλε τον Λούκιον Κάσσιον Λογγίνον εις την Μακεδονίαν, ενικήθη δε ούτος φοβερά υπό του Σκιπίωνος και του Θρακός βασιλέως Σαδάλου.

Ακολούθως ο Καίσαρ, μολονότι ο Σαδάλας με τον Γαλάτην Δηϊόταρον έλαβε μέρος εις την μάχην ως σύμμαχος του Πομπηίου εναντίον του, τον συνεχώρησε και δεν τον έβλαψεν218.

Ο Σαδάλας έλαβεν ως σύζυγον την Ελληνίδα Πολεμοκράτειραν. Περί τούτου δε μαρτυρεί αναθηματική επιγραφή, την οποίαν αφιέρωσεν ο υιός και διάδοχός του Κότυς Δ'. Η Επιγραφή αύτη, ευρεθείσα εις την Βιζύην, είνε η εξής.

Βασιλεύς Κότυς βασιλέα Σαδάλαν

και βασίλισσαν Πολεμοκράτειραν

τοις εαυτού γονείς Θεοίς πατρώοις219.

=== Κότυς Δ'===.

Υιός του Σαδάλα Γ', εβασίλευσε μέχρι του 16 ή 12 π.Χ.

Επ' αυτού ο εξάδελφός του Ραισκούπορις ηθέλησε να καταλάβη μόνος του το κράτος, το οποίον ο Αύγουστος είχε διανείμει μεταξύ του πατρός του και του θείου του, διό συνέλαβε τον Κότυν και τον εφόνευσε, μολονότι τον υπεστήριζεν ο αυτοκράτωρ Τιβέριος220.

Του Κότυος Δ' μετά του Ραισκοπούριδος Α' υπάρχουν αργυρά νομίσματα (συν ΚΟ μονόγραμμα), φέρουν δε κεφαλήν του βασιλέως και όπισθεν κεφαλήν του Αυγούστου. Επίσης χάλκινα, φέροντα την επιγραφήν ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΟΤΥΣ και κεφαλήν του βασιλέως, επί της οπισθίας δε όψεως Νίκην με στέφανον και φοίνικα, επιγραφήν δε ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΡΑΙΣΚΟΥΠΟΡΕΩΣ ή ΡΑΙΣΚΟΥΠΟΡΙΔΟΣ.

=== Ροιμητάλκης Α'===, κατά το 11 π.Χ.- 12 μ.Χ.

Εν πρώτοις ο Ροιμητάλκης, αδελφός Κότυος Δ', εβασίλευσεν ως κηδεμών του Ραισκουπόριδος Β' επί Αυγούστου Καίσαρος συμπολεμήσας μετ' αυτού κατά του Αντωνίου, υπήρξε δε πάντοτε σύμμαχος των Ρωμαίων.

Επολιτογραφήθη εις τας Αθήνας και διετέλεσεν επώνυμος άρχων των Αθηνών.

Περί της συμμαχίας του με τον Καίσαρα ο Πλούταρχος λέγει σημειώνων συγχρόνως, ότι ο Ροιμητάλκης ήτο μέθυσος και ότι εν καιρώ μέθης ωνείδιζε την συμμαχίαν ταύτην.

«Επεί δε Ροιμητάλκης ο των Θρακών βασιλεύς από Αντωνίου μεταβαλόμενος προς τον Καίσαρα Αύγουστον ουκ εμετρίαζε παρά τους πότους, αλλ' ην επαχθής, ονειδίζων την συμμαχίαν, προπιών τινί των άλλων βασιλέων ο Καίσαρ είπεν, «εγώ προδοσίαν φιλώ, προδότας δ' ουκ επαινώ».

Ο Ροιμητάλκης έλαβεν ως σύζυγον την Ελληνίδα Πυθοδωρίδα, ως μαρτυρεί αναθηματική επιγραφή, ευρεθείσα εις την Σηλυβρίαν.

Υπέρ της Ροιμητάλκου και Πυθοδωρίδος σωτηρίας.

Επ' αυτού διάφορα Θρακικά έθνη, δυσηρεστημένα από την αυστηρότητα των Ρωμαίων διοικητών, οι Οδρύσαι, οι Δίοι και οι Δυτικοί Κοιλαλήται, επανεστάτησαν και επολιόρκησαν την Φιλιππούπολιν, εις την οποίαν είχε καταφύγει ο Ροιμητάλκης. Και επολιορκήθη μεν ο Ροιμητάλκης υπό των Ρωμαίων, πλην κατώρθωσε να διαφύγη αυτός, ενώ οι επαναστάται πολιορκηθέντες και εις τα απόκρημνα του Αίμου απέθανον ηρωικώτατα. Αύτη δε ήτο η σπουδαιοτέρα και τελευταία απόπειρα ανεξαρτησίας των Θρακών κατά της Ρωμαϊκής κατακτήσεως και υποδουλώσεως.

Του βασιλέως τούτου υπάρχουν χάλκινα νομίσματα, τα οποία έχουν επί της μιας όψεως κεφαλήν βασιλέως με διάδημα και επιγραφήν ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΡΟΙΜΗΤΑΛΚΟΥ, επί δε της άλλης κεφαλήν του Αυγούστου με επιγραφήν ΚΑΙΣΑΡΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΥ.

Άλλα νομίσματα του Ροιμητάλκου φέρουν συνενωμένας τας κεφαλάς του Ροιμητάλκου και της βασιλίσσης συζύγου του εις την εμπροσθίαν όψιν, εις δε. την οπισθίαν την κεφαλήν του Αυγούστου ή του Αυγούστου και της Λιβίας.

Ραισκούπορις[]

Ηγεμών, αδελφός του Ροιμητάλκου.

Εβασίλευσε μετά τον Ροιμητάλκην, τω 13 μ.Χ.

Κατά τον Τάκιτον ο Ραισκούπορις μόλις ανήλθεν εις τον θρόνον ήρχισε να σχεδιάζη ανωμαλίας κατά των Ρωμαίων. Ανήρ τις επιφανής εκ Μακεδονίας, ονομαζόμενος Αντίστιος Vetus, εξωρίσθη εις νήσον τινά, μακράν ευρισκομένην, ως ένοχος εσχάτης προδοσίας, διότι είχε περιέλθει εις προδοτικάς σχέσεις προς τον κακότροπον Θράκα ηγεμόνα Ραισκούποριν.

Καθώς είπομεν ανωτέρω, ο Ροιμητάλκης κατείχε μόνος του όλον το βασίλειον των Οδουσών. Μετά τον θάνατόν του ο Αύγουστος το διένειμε μεταξύ του Ραισκουπόριδος και του Κότυος, τον ένα αδελφόν, τον άλλον υιόν του Ροιμητάλκου. Και ο μεν Κότυς έλαβε τας πεδιάδας, τας πόλεις και τα όμορα προς την Ελλάδα, το δε άγονον άγριον και πλησίον των βαρβάρων μέρος περιήλθεν εις τον Ραισκούποριν.

Οι δυο βασιλείς ευρίσκοντο εις τας επικρατείας των. Ο Κότυς ήτο γλυκύς και αβρός, ο άλλος ήτο θηριώδης, άπληστος, μη ανεχόμενος την διανομήν. Διήγαν εν τούτοις κατ' αρχάς με τα προσχήματα της συμπνοίας, αλλ' ο Ραισκούπορις δεν εβράδυνε να υπερβή τα όρια της επικρατείας του και να σφετεριστή τας κτήσεις του ανεψιού του χρώμενος της δυνάμεως κατά της αμύνης.

Και ενόσω έζη ο Αύγουστος, όστις είχε κάμει την διανομήν μεταξύ των δύο βασιλέων και του οποίου εφοβείτο την εκδίκησιν, εάν κατέστρεφε το έργον του, ετήρει τουλάχιστον μερικάς επιφυλάξεις. Αλλά μετά τον θάνατον του Αυγούστου απέβαλε τας επιφυλάξεις και τα προσχήματα. Έστειλε λοιπόν στρατόν εκ ληστών να λεηλατήσουν τα φρούρια και να προκαλέσουν τον πόλεμον.

Ο διάδοχος του Αύγούστου Τιβέριος ενδιαφέρετο προ παντός δια την τήρησιν της ησυχίας. Ήτο ευχαριστημένος και συνέχαιρεν εαυτόν δια την εξασφάλισιν της ειρήνης δια της πολιτικής του περισσότερον, παρά εάν ετερμάτιζε τον πόλεμον δια νικών. Ως εκ τούτου δεν μετεχειρίσθη άλλα όπλα κατά του Ραισκουπόριδος, βασιλέως της Θράκης. Ανέθεσεν εις ένα κεντηριώνα να κοινοποίηση εις τους δύο βασιλείς να μη λύσουν τας διαφοράς των δια των όπλων. Ο Κότυς απέλυσεν ευθύς τον στρατόν του.

Αλλ' ο Ραισκούπορις προσποιούμενος υποταγήν εζήτησε συνέντευξιν από τον ανεψιόν του. Μία μόνον συνδιάλεξις, ως έλεγεν, ειμπορούσε να άρη όλας τας δυσχερείας. Συνενοήθησαν λοιπόν δια τον τόπον και τον χρόνον και ακολούθως δια τους όρους οι δύο βασιλείς ενεργούντες ο μεν με ειλικρίνειαν, ο δε με πανουργίαν.

Ο Ραισκούπορις, δια να δώση εις την συνθήκην περισσοτέραν επισημότητα, προετοίμασεν ένα συμπόσιον. Η κραιπάλη παρετάθη κατά την νύκτα. Ο Κότυς παρεδόθη εις της ηδονάς τας τραπέζης, είδε την παγίδα πολύ αργά. Εις μάτην επεκαλέσθη τα προνόμια του θρόνου, τα της φιλοξενίας, τους θεούς της οικογενείας των. Ερρίφθη εις τα δεσμά.

Ο Ραισκούπορις, κύριος όλης της Θράκης, έγραψεν εις τον Τιβέριον, ότι επρόλαβε τας παγίδας, τας οποίας έστησαν εις αυτόν. Συγχρόνως υπό το πρόσχημα πολέμου κατά των Ρωμαίων και των Σκυθών ενισχύθη με νέα στρατεύματα εξ ιππέων και πεζών.

Η Ρώμη απήντησεν εις αυτόν με επιφυλάξεις ότι, εάν δεν είχεν άδικον, ηδύνατο να εμπιστευθή επί της αθωότητας του. Ότι επί πλέον ούτε ο βασιλεύς ούτε η σύγκλητος δεν ήθελον αποφανθή παρά μετά ώριμον σκέψιν. Ότι ώφειλε να παραδώση τον Κότυν και να έλθη να επιρρίψη επί του ανεψιού του το βάρος της κατηγορίας. Ο Λατίνιος, ύπατος της Μοισίας, έστειλε την επιστολήν εις την Θράκην με τους δια την μεταφοράν του Κότυος προωρισμένους στρατιώτας. Ο Ραισκούπορις, μεταξύ οργής και φόβου ευρισκόμενος, έκρινε καλόν να αποτελειώση το έγκλημά του παρά να το αφήση ατελές. Εφόνευσε λοιπόν τον Κότυν και ακολούθως εκοινοποίησεν ότι ηυτοκτόνησε.

Το νέον κακούργημα δεν συνετέλεσεν εις την εγκατάλειψιν του σχεδίου κρυψινοίας του Τιβερίου. Ο Λατίνιος, τον οποίον ο Ραισκούπορις εθεωρούσε ως τον χείριστον εχθρόν του, είχεν αποθάνει. Αντικατεστάθη δια του Πομπωνίου, δεδοκιμασμένου δια τας μακράς εκδουλεύσεις του, τον οποίον αι μετά του βασιλέως στεναί σχέσεις καθίστανον καταλληλότερον να τον απατήση. Ο λόγος ούτος επέδρασεν επί της εκλογής του Τιβερίου. Ο νέος ύπατος ελθών εις την Θράκην είχε να πολεμήση εις τον Ραισκούποριν την δυσπιστίαν, ην τα εγκλήματά του τον ενέπνεον. Εν τούτοις δι' υποσχέσεων τον έπεισε να έλθη εις το Ρωμαϊκόν στρατόπεδον. Εκεί υπό το πρόσχημα απονομής τιμών τω έδωκαν ισχυράν φρουράν στρατιωτών. Οι συγκλητικοί και οι κεντηρίωνες τον πείθουν να απομακρυνθή. Εφόσον δε απομακρύνεται, τω αποκαλύπτουν την αιχμαλωσίαν του. Τέλος υποκύπτων εις την ανάγκην οδηγείται εις Ρώμην. Εκεί κατηγορηθείς εις την σύγκλητον υπό της χήρας του Κότυος κατεδικάσθη εις εξορίαν. Η Θράκη διενεμήθη μεταξύ του Ροιμητάλκου, υιού του Ραισκουπόριδος, τον οποίον εγνώριζον ότι κατεπολέμει τα σχέδια του πατρός του, και των τέκνων του Κότυος. Αλλ' επειδή αυτά ήσαν πολύ μικρά, ο ύπατος Τριβελλιανός έλαβε την αντιβασιλείαν.

Ο Ραισκούπορις ωδηγήθη εις Αλεξάνδρειαν, όπου απέδοσαν εις αυτόν το σχέδιον της αποδράσεως και τον εφόνευσαν.

Εξ άλλου ο Τιβέριος, αφού επέπληξε τους δικαστάς, οι οποίοι είχον αθωώσει τον Αντίστιον Vetum εκ των τα πρώτα φερόντων, ως είπομεν, εις την Μακεδονίαν, κατηγορούμενον επί μοιχεία, τον επανήγαγεν ενώπιον νέων δικαστών επί εγκλήματι καθοσιώσεως, ως στασιαστήν συνένοχον των σχεδίων του Ραισκουπόριδος, όταν ούτος μετά τον φόνον του Κότυος είχεν εξυφάνει εναντίον της Ρώμης σχέδιον πολέμου.

Απηγορεύθη εις τον Αντίστιον το ύδωρ και το πυρ και απεφασίσθη να εγκλεισθή εις νήσον μακράν της Μακεδονίας και της Θράκης. Διότι η Θράκη ευρίσκετο εις ταραχάς, αφότου είχον διανείμει το βασίλειον μεταξύ του Ροιμητάλκου και των τέκνων του Κότυος, τα οποία ως εκ της μικράς των ηλικίας είχον ως κηδεμόνα τον Τριβελλιανόν.

Οι Θράκες δεν ειμπορούσαν να συνηθίσουν εις την παρουσίαν των Ρωμαίων αναμεταξύ των και εκατηγόρουν πότε τον Τριβελλιανόν και άλλοτε τον Ροιμητάλκην δια τας ύβρεις, τας οποίας υφίσταντο, και τας προσβολάς, αι οποίαι έμενον ατιμώρητοι.

Οι Κοιλαλήται, οι Οδρύσαι και άλλα Θρακικά έθνη έλαβον τα όπλα υπό διαφόρους αρχηγούς αφανείς, ως εκ τούτου δε δεν επετεύχθη συνένωσις, η οποία ήθελε προκαλέσει αιματηρόν πόλεμον.

Και άλλοι μεν εκ των αρχηγών προσεπάθησαν να εξεγείρουν την ιδικήν των περιοχήν, άλλοι μετέβησαν εκείθεν του Αίμου, δια να εξεγείρουν εις στάσιν τα απομεμακρυσμένα Θρακικά έθνη, ο δε μεγαλείτερος αριθμός και οι περισσότερον πειθαρχούντες επολιόρκησαν τον βασιλέα Ροιμητάλκην εντός της Φιλιππουπόλεως, πόλεως κτισθείσης υπό του Μακεδόνος Φιλίππου223.

Ήδη μετά την έκθεσιν των γεγονότων τούτων, τα οποία συνέβησαν από κοινού επί της βασιλείας του Ραισκουπόριδος και του νεαρού Κότυος, ερχόμεθα εις τον Κότυν.

Κότυς Ε'[]

Ηγεμών από του 12 - 19 ή 12 - 27 μ.Χ.

Ο επικαλούμενος Σαπαίος.

Υιός του Σαδάλα.

Μέχρι της ενηλικιώσεώς του διηύθυνον την Θράκην έχοντες αυτήν υπό την προστασίαν των οι Ρωμαίοι, οι οποίοι έδωκαν εις τον Κότυν την μικράν Αρμενίαν, όταν ανήλθεν εις τον θρόνον των Οδρυσών.

Την μικράν Αρμενίαν, την διοίκησιν της οποίας οι Ρωμαίοι ως κυρίαρχοι την ενεπιστεύοντο εκάστοτε εις όντινα ήθελον, το τελευταίον την εκυβέρνα ο Αρχέλαος. Μέχρι δε Κολχίδος και Τραπεζούντος (του Πόντου) την κατείχεν η Πυθοδωρίς, γυνή σώφρων και ικανή εις το να διοική. Ήτο δε θυγάτηρ Πυθοδώρου του Τραλλιανού, εχρημάτισε σύζυγος του Πολέμωνος, συνεβασίλευσε με εκείνον επί τινά χρόνον και έπειτα τον διεδέχθη εις την εξουσίαν. Η Πυθοδωρίς απέκτησεν από τον Πολέμωνα δύο υιούς και μίαν θυγατέρα, την οποίαν ενυμφεύθη Κότυς ο Ε', ο επικαλούμενος Σαπαίος226.

Έδωκαν λοιπόν οι Ρωμαίοι εις τον Κότυν Ε' την μικράν Αρμενίαν τρόπον τινά ως προίκα.

Ο Αύγουστος διένειμε το Θρακικόν βασίλειον εις δύο μέρη μεταξύ του Ραισκουπόριδος, υιού του Ροιμητάλκου Α', και του ανεψιού αυτού Κότυος Ε'.

Ο Κότυς, υιός του Σαδάλα και της Πολεμοκρατείας, ενυμφεύθη, ως είπομεν, την Ελληνίδα Αντωνίαν Τρύφαιναν, θυγατέρα του βασιλέως του Πόντου Πολέμωνος, απέκτησε δε εξ αυτής τρεις υιούς, τον Ροιμητάλκην, τον Πολέμωνα και τον Κότυν.

Οι Αθηναίοι τον ετίμησαν δι' ιδιαιτέρας ευνοίας δια την εξαιρετικήν του αρετήν227.

Ως και οι Κυζικηνοί δια ψηφίσματος228.

Ο σημαντικώτατος ούτος βασιλεύς, Κότυς Ε', εξωραΐζει περί τα τέλη της Θρακικής Ιστορίας τον θρόνον των Οδρυσών, όστις μετά τον θάνατον Κότυος του Β' είχε περιέλθει εις τόσην αφάνειαν και ασημότητα. Ο Κότυς θεωρείται ως εις των καλυτέρων Ελλήνων ποιητών και είνε ο μόνος εστεμμένος (βασιλεύς) ποιητής της Ελληνικής αρχαιότητος. Έγραψεν αρκετά έμμετρα συγγράμματα, πλην ουδέν εξ αυτών δυστυχώς διεσώθη. Ανδρείος και γενναίος, πράος και γλυκύς, iuvenus mitissimus κατά τον Ρωμαίον ποιητήν Οβίδιον, όστις εξορισθείς υπό του αυτοκράτορας Αυγούστου εις τους Τόμους παρά τον Δούναβιν, εντός δηλαδή της Θρακικής επικρατείας του Κότυος, επεκαλέσθη δια ποιητικωτάτης πράγματι και πολύ εμπνευσμένης επιστολής την μεσολάβησιν και προστασίαν του Κότυος προς τον Αύγουστον, δια να επανέλθη εις την Ρώμην. Μεταξύ δε άλλων επαίνων και χαρακτηρισμών δια τον Κότυν λέγει και τα εξής.

«Ω Κότυ, απόγονε βασιλέων, του οποίου η ευγενής καταγωγή φθάνει μέχρι του ενδόξου Ευμόλπου. Εάν γνωρίζης ότι φθίνω εις μίαν χώραν γείτονα της ιδικής σου, εισάκουσαν, άριστε των βασιλέων, την φωνήν, η οποία σε ικετεύει και, αφού δύνασαι, γίνε το στήριγμα ενός εξόριστου. Η τύχη, δεν παραπονούμαι δι' αυτό, με παρέδωκεν εις τας χείρας σου. Κατά τούτο τουλάχιστον δεν εφάνη εχθρά προς εμέ. Δέξου με ευμένειαν εις τα παράλιά σου τα συντρίμματα του ναυαγίου μου και είθε η χώρα, εις την οποίαν βασιλεύεις, να μη μου γίνη σκληροτέρα των κυμάτων.

»Πίστευσέ με, ότι είνε άξιον ενός βασιλέως να παρηγορή την δυστυχίαν. Τούτο αρμόζει εις το υψηλόν αξίωμα, το οποίον κατέχεις και η τύχη, ήτις σοι αξίζει, όσον μεγάλη και αν είνε, δεν ειμπορεί να φθάση την ακόμη μεγαλειτέραν καρδίαν σου. Ποτέ η ισχύς δεν θαυμάζεται περισσότερον, παρά όταν συγκινήται από την ικεσίαν. Αυτό απαιτεί το μεγαλείον της καταγωγής σου, αυτό είνε το καθήκον μιας ευγενείας εκ θεών καταγομένης, σοι το συνιστά ο Εύμολπος, ο ένδοξος ιδρυτής της δυναστείας σου ...

»Ω Κότυ, άξιε υιέ ενδόξου πατρός, βοήθησον ένα δυστυχή εξόριστον εις την χώραν, όπου βασιλεύεις . .

»Εξ όλων των βασιλέων ουδείς περισσότερον σου ηγάπησε τας γλυκείας σπουδάς, την ποίησιν, και ουδείς αφιέρωσε περισσότερον χρόνον δι' αυτάς. Το αποδεικνύουν οι στίχοι σου. Αφαίρεσε από τους στίχους αυτούς το όνομά σου και θα ωρκιζόμην, ότι αυτοί δεν είνε δυνατόν να είνε έργον ενός Θρακός. Όχι. Ο Ορφεύς δεν είνε πλέον ο μόνος ποιητής της χώρας ταύτης και η χώρα των Βιστόνων υπερηφανεύεται δια το πνεύμα σου . . .

»Όπως το θάρρος σου σε παρακινεί να λάβης τα όπλα, όταν είνε ανάγκη, να βάψης τας χείρας σου με το αίμα των εχθρών σου, όπως γνωρίζεις να ρίπτης το ακόντιον με το στιβαρό χέρι σου και να οδηγής με επιτηδειότητα ένα κέλητα, καθώς ευρίσκεις τον απαιτούμενον καιρόν να εξασκήσαι εις τα όπλα των προγόνων σου, τοιουτοτρόπως δια της καλλιεργείας των Μουσών διανοίγεις δρόμον προς τα λάμποντα άστρα. Μας συνδέει ένας επί πλέον δεσμός. Είμεθα και οι δύο μας μυημένοι εις τα ίδια μυστήρια. Ως ποιητής απλώνω προς ποιητήν τας ικέτιδας χείρας μου και ζητώ εις. την χώραν σου άσυλον και προστασίαν»229.

Είνε φανερόν, ότι ο ευγενής και μεγαλόψυχος Κότυς ουδεμίαν έκαμε μεσολάβησιν δια τον εξόριστον προς τον πανίσχυρον αυτοκράτορα φοβούμενος την οργήν του.

Το ανάκτορον του Κότυος ήτο το εντευκτήριον των λογίων Ελλήνων και Λατίνων, εκ των οποίων πολλοί αφιέρωσαν εις αυτόν έμμετρα επιγράμματα.

Απέθανε δε ο Κότυς κατά το έτος 19 μ.Χ. δολοφονηθείς αγρίως δια προδοσίας από τον Ραισκούποριν.

Προς τον Κότυν σώζεται ελεγείον Αντιπάτρου του Θεσσαλονικέως, έχον ούτω.

Ζηνί και Απόλλωνι και Άρει τέκνον ανάκτων είκελον, ευκταίη μητρός ευτοκίη, πάντα σοι εκ Μοιρέων βασιλήϊα, πάντα τέλεια ήλθεν. εποίηθης δ' έργον άοιδοπόλων' Ζευς βασίλειον σκήπτρον, Άρης δόρυ, καλλοσύνην δε Φοίβος έχει" παρά σοι δ' αθρόα πάντα, Κότυ.

Ροιμητάλκης Β'[]

Υιός του Ραισκουπόριδος. Ούτος υπεστηρίχθη εις τον θρόνον των Οδρυσών υπό του παιδικού του φίλου αυτοκράτορος Γαΐου, όστις διεδέχθη τον Τιβέριον. Διετέλεσε δε φίλος και σύμμαχος των Ρωμαίων.

Εις τούτον κατά πάσαν πιθανότητα αναφέρεται ψήφισμα της πόλεως Περίνθου.

Ραισκουπόρεως υιόν ο δήμος και οι σύνεδροι τον εαυτών σωτήρα και ευεργέτην230.

Εναντίον του Ροιμητάλκου Β' και του Τριβελλιανού Ρούφου, όστις ήτο κηδεμών και επίτροπος των ανηλίκων τριών τέκνων του Κότυος, εξηγέρθησαν μερικά εκ των παρά τον Αίμον και την Ροδόπην Θρακικών εθνών, δυσαρεστημένα από την στρατιωτικήν Ρωμαϊκήν διοίκησιν, πλην, ως ανωτέρω είπομεν, κατά το έτος 26 μ.Χ. υπετάγησαν πάλιν εις τους Ρωμαίους.

Ροιμητάλκης Γ'[]

Ηγεμών από του 37 μ.Χ. μέχρι του 46 μ.Χ.

Πρεσβύτερος υιός του Κότυος, είναι ο τελευταίος βασιλεύς των Οδρυσών.

Υποσημειώσεις[]

  1. Δήμος Ορεστειάδας Ιστορικά Στοιχεία
  2. [...] τε καὶ τῇ γυναικί, ἔλεγεν ὅτι Μήδοκος μὲν ἄνω εἴη δώδεκα ἡμερῶν ἀπὸ θαλάττης ὁδόν, Σεύθης δ᾽ ἐπεὶ τὸ στράτευμα τοῦτο εἴληφεν, ἄρχων ἔσοιτο ἐπὶ θαλάττῃ [...] Ξενοφών, Κύροι Ανάβασις βιβλίο Ζ

Εσωτερική Αρθρογραφία[]

Βιβλιογραφία[]

Ιστογραφία[]


Ikl Κίνδυνοι ΧρήσηςIkl

Αν και θα βρείτε εξακριβωμένες πληροφορίες
σε αυτήν την εγκυκλοπαίδεια
ωστόσο, παρακαλούμε να λάβετε σοβαρά υπ' όψη ότι
η "Sciencepedia" δεν μπορεί να εγγυηθεί, από καμιά άποψη,
την εγκυρότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνει.

"Οι πληροφορίες αυτές μπορεί πρόσφατα
να έχουν αλλοιωθεί, βανδαλισθεί ή μεταβληθεί από κάποιο άτομο,
η άποψη του οποίου δεν συνάδει με το "επίπεδο γνώσης"
του ιδιαίτερου γνωστικού τομέα που σας ενδιαφέρει."

Πρέπει να λάβετε υπ' όψη ότι
όλα τα άρθρα μπορεί να είναι ακριβή, γενικώς,
και για μακρά χρονική περίοδο,
αλλά να υποστούν κάποιο βανδαλισμό ή ακατάλληλη επεξεργασία,
ελάχιστο χρονικό διάστημα, πριν τα δείτε.



Επίσης,
Οι διάφοροι "Εξωτερικοί Σύνδεσμοι (Links)"
(όχι μόνον, της Sciencepedia
αλλά και κάθε διαδικτυακού ιστότοπου (ή αλλιώς site)),
αν και άκρως απαραίτητοι,
είναι αδύνατον να ελεγχθούν
(λόγω της ρευστής φύσης του Web),
και επομένως είναι ενδεχόμενο να οδηγήσουν
σε παραπλανητικό, κακόβουλο ή άσεμνο περιεχόμενο.
Ο αναγνώστης πρέπει να είναι
εξαιρετικά προσεκτικός όταν τους χρησιμοποιεί.

- Μην κάνετε χρήση του περιεχομένου της παρούσας εγκυκλοπαίδειας
αν διαφωνείτε με όσα αναγράφονται σε αυτήν

IonnKorr-System-00-goog



>>Διαμαρτυρία προς την wikia<<

- Όχι, στις διαφημίσεις που περιέχουν απαράδεκτο περιεχόμενο (άσεμνες εικόνες, ροζ αγγελίες κλπ.)


Advertisement