Τρωϊκός Πόλεμος
Trojan War, Πόλεμος της Τροίας
Ο Τρωικός Πόλεμος αποτελεί το μεγαλύτερο και γνωστότερο πόλεμο που έγινε στην Μυθική Αρχαιότητα (τελευταίο τέταρτο της 2ης Χιλιετηρίδας π.Χ.) και έναν από τους διασημοτέρους που έγιναν σε όλη την ιστορία της Ανθρωπότητας (1218 - 1209 π.Χ).
Σύμφωνα με τον μύθο, διήρκεσε δέκα έτη και κόστισε την ζωή πολλών επιφανών ηρώων.
Ετυμολογία[]
Η ονομασία "Τρωικός" σχετίζεται ετυμολογικά με την λέξη "Τροία".
Αντίπαλοι[]
Σύμφωνα με τον γνωστό μύθο, ο Τρωικός Πόλεμος ήταν ένας πόλεμος μεταξύ των Αχαιών (με την συμμετοχή Αργείων και Δαναών) της ηπειρωτικής Ελλάδας και Τρώων της Βορειοδυτικής Μικράς Ασίας).
Ο πλήρης και αναλυτικός κατάλογος των αντιπάλων βρίσκεται εδώ εδώ.
Χρονολογία[]
Ο πόλεμος χρονολογείται διαφορετικά από τους αρχαίους και νεότερους ιστορικούς. Όμως, η πιθανότερη χρονολογία είναι αυτή του Πάριου Χρονικού δηλ. (1218 - 1209 π.Χ.)
Η άλωση τοποθετείται την 1η Ιουνίου του 1209 π.Χ.
Σε κάθε περίπτωση, τοποθετείται:
- μετά από την Αργοναυτική Εκστρατεία και
- πριν την κάθοδο των Δωριέων.
Αιτιολογία[]
Ο πόλεμος αυτός, αν και στη Ελληνική Μυθολογία φέρεται ότι έγινε με αφορμή την αρπαγή μίας γυναίκας, της "Ωραίας Ελένης" (αυξάνοντας έτσι την πλαστότητά του), αποτελεί, ωστόσο, ένα ιστορικό γεγονός και αποθανατίστηκε στους αιώνες με το περίφημο Ομηρικό έπος, Ιλιάδα.
Πιθανότατα βέβαια, η αρπαγή μιας βασίλισσας, της Ωραίας Ελένης δεν αποτελεί ιστορικό γεγονός.
Η "Ελένη", προφανώς, είναι η μεταπλασμένη από τους μυθοπλάστες, ονομασία της πόλης "Ίλιον" της Τρωάδας, στην Β.Δ. Μικρά Ασία.
Το ιστορικό γεγονός που καλύφθηκε από την ποιητική "αρπαγή", είναι μάλλον η κατάληψη του, μέχρι πρότινος Ελληνικού (ακριβέστερα, Αιολικού) Ιλίου από μία Θρακική φυλή, που κατοικούσε στην Θρακική Χερσόνησο, τους Τρώες ( = Τράϊκες < Δράικες < Δρώοι).
Αυτοί, μάλλον, άλλαξαν το τελωνειακό καθεστώς για τα Ελλαδικά/Αχαϊκά πλοία που εισέρχονταν στον Ελλήσποντο με αποτέλεσμα να προκληθεί σημαντική οικονομική ζημία για το εμπόριο των Αχαϊκών εμπορικών κέντρων με την Μαύρη Θάλασσα.
Ωστόσο, το οποιοδήποτε οικονομικό ή αποικιστικό κίνητρο δεν είναι αρκετό για να προκαλέσει την κινητοποίηση ολόκληρου του Αχαϊκού Κόσμου που είχε εγκατασταθεί στον Ελλαδικό χώρο.
Το πιθανότερο είναι ότι σε μία τέτοια, ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη για την εποχή, ναυτική εκστρατεία, δεν συμμετείχαν ηγεμόνες-άνακτες Ελλαδικών κρατών.
Στρατιωτικές δυνάμεις[]
Σύμφωνα με τον "Κατάλογο Νεών" που περιλαμβάνεται στην Ραψωδία Β της Ιλιάδας, οι Αχαιοί υποτίθεται ότι διέθεσαν ένα στρατό περί τους 100-135 χιλιάδες ανδρών που επιβιβάσθηκε σε ένα στόλο 1186 πλοίων.
Προφανώς, είναι αδύνατον για την εποχή εκείνη, να μεταφερθεί δια θαλάσσης, τέτοιος τεράστιος αριθμός πολεμιστών, αλλά και ο αριθμός των χιλίων πλοίων είναι απόλυτα εξωπραγματικός καθόσον και στην Κλασσική Εποχή, οι στόλοι των ναυτικών επιχειρήσεων δεν υπερέβαιναν τα 200-300 πλοία.
Οι στρατιωτικές δυνάμεις των Τρώων δεν αναφέρονται αλλά από την Ομηρική διήγηση, διαφαίνεται ότι θα διέθεταν περί τους 70-90 χιλιάδες άνδρες ώστε να είναι ικανοί να νικούν, σε μερικές μάχες, τους πολυάριθμους εχθρούς τους.
Προφανώς, τέτοιοι αριθμοί απορρίπτονται εντελώς, απλά και μόνον με το επιχείρημα του επισιτισμού και γενικά του συνωστισμού τόσων ανθρώπων σε τόσο μικρό πεδίο, για τόσο μακρές χρονικές περιόδους.
Εξορθολογίζοντας τα δεδομένα, το ανώτερο που μπορούμε να υποθέσουμε είναι μία Αχαϊκή δύναμη 50-60 πλοίων (πεντηκοντόροι και τριακοντόροι) και μία μεταφορά 5-10 χιλιάδων Αχαιών πολεμιστών ενώ οι Τρωικές δυνάμεις μπορούν να υπολογισθούν σε 10-15 χιλιάδες άνδρες και άλλες 5 χιλιάδες από επικουρίες συμμάχων πόλεων.
Η ναυτική δύναμη των Τρώων πρέπει να ήταν ασήμαντη (ίσως περί τα 10 πλοία) αν κρίνουμε με βάση τους στόλους των Ελλησποντιανών πόλεων της Κλασσικής Εποχής.
Με τα δεδομένα αυτά είναι προφανές ότι οι Αχαιοί δεν θα μπορούσε να είναι ο κύριος αντίπαλος της Τροίας στον πόλεμο αυτόν.
Ο κύριος εχθρός πρέπει να ήταν κάποιο επιχώριο κράτος που να πρωταγωνίστησε στις χερσαίες επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με την καλά μελετημένη πλέον Χετταϊκή Γραμματεία, αυτό το κράτος δεν μπορεί να ήταν άλλο παρά το κράτος Mira που κατείχε την εποχή εκείνη την χώρα της Κλασσικής Φρυγίας (Μεγάλης και Μικράς)
Η σύμπραξή της Mira (~ Μέροπες, για τους Μυκηναίους της εποχής) με τους Μύγδονες που εμφανίζονται στην Μικρά Ασία την εποχή αυτή, πρέπει να έπλασε την εξελληνισμένη ονομασία Μυρμιδόνες (~ Μιρ(α)μυ(γ)δόνες), η οποία εμφανίζεται στον Ομηρικό μύθο.
Οι Μυρμιδόνες /Mira, λοιπόν, πρέπει να ήταν η ισχυρή δύναμη της Δυτικής Μικράς Ασίας που επωφελούμενοι από την εξασθένιση της Χετταϊκής Αυτοκρατορίας προσπάθησαν, στις τελευταίες δεκαετίες του 13ου αιώνα π.Χ., να επεκτείνουν την κυριαρχία τους σε όλη την Δυτική Μικρά Ασία, προκαλώντας την δημιουργία ενός Δυτικο-μικρασιατικού συνασπισμού που σημαντικό μέλος του ήταν η Τροία.
Οι στρατιωτικές δυνάμεις της Mira πρέπει να ήταν σημαντικές, ίσως περί τους 30.000 άνδρες, αλλά όχι αρκετές για να αποκλείσουν και να κυριεύσουν μία ναυτική πόλη όπως το Ίλιο που διέθετε ισχυρότατη για την εποχή, περιτείχιση, ενώ παράλληλα εξασφάλιζε την θαλάσσια τροφοδοσία της από τις απέναντι συμμαχικές Θρακικές πόλεις.
Έτσι, μετά από ένα δεκαετή πόλεμο σε όλα τα Μικρασιατικά μέτωπα, οι Μυρμιδόνες /Mira ζήτησαν μισθοφορική δύναμη από την Αχαϊκή αυτοκρατορία του Άργους που διέθετε ικανές ναυτικές δυνάμεις για θαλάσσιο αποκλεισμό κάθε οχυρωμένης πόλης, με αμοιβή την συμμετοχή στην λεία από την άλωση του, δεδηλωμένα, πλουσιότατου Ιλίου.
Παράλληλα, οι Τρώες είχαν μια εξαίρετα περιτειχισμένη πόλη, της οποίας τα τείχη είχαν κτίσει ο Ποσειδών και ο Απόλλων, για χάρη του Λαομέδοντα,
Επίσης είχαν και τη βοήθεια των συμμάχων τους, λαών από γειτονικές και μη χώρες όπως Λύκιοι, Μυσοί, Κίκονες, Παφλαγόνες, Φρύγες, Μαίονες, Κάρες, Πελασγοί, Θράκες και τέλος Αμαζόνες και Αιθίοπες.
Ο Ευριπίδης, αρκετές εκατονταετίες μετά, στο έργο του «Ελένη», ανασκευάζει το μύθο, αναφέροντας ότι ο Πάρις δεν έκλεψε την Ελένη, αλλά το ξόανό της.
Επιφανείς Ήρωες[]
Ο κατάλογος των αντιπάλων είναι εδώ.
Πολλοί διάσημοι και επιφανείς ήρωες συμμετείχαν στην πορεία του Πολέμου, όπως αυτοί αναφέρονται στην Ιλιάδα, αλλά και μεταγενέστερα έπη:
και
- ο Έκτωρ, ο Πάρις, ο Αινείας, ο Μέμνων, η Πενθεσίλεια
Εντυπωσιακή είναι η προσπάθεια ανεύρεσης "βασιλείων" για τους συμμετέχοντες ήρωες-πρίγκιπες, που παρέχει ο Κατάλογος των νηών της Ιλιάδας (Ραψωδία Β).
Όπως, προαναφέρθηκε ο Αγαμέμνων πρέπει να ήταν ο αρχηγός όλου του μισθοφορικού σώματος που συλλέχθηκε από όλες τις περιοχές του Αχαϊκού Κόσμου
Η περιοχή της Αχαΐας και της Κορινθίας που του αποδίδει ο Κατάλογος πρέπει να είναι παντελώς πλαστή. Στην προσπάθεια να βρεθούν "βασίλεια" για τους πρίγκιπες-μισθηγέτες, Αγαμέμνονα, Διομήδη, Μενέλαο και Αγαπήνορα, "τεμαχίσθηκε", από τους μυθοπλάστες ποιητές, το Αργειακό κράτος (υπό τον Αίγισθο(?)) στα 4 και δόθηκε ένα μερίδιο στον καθένα τους.
Μυθική Περιγραφή[]
Προεισαγωγή[]
Ο γάμος της Θέτιδας[]
Ο Δίας πληροφορήθηκε είτε από την Θέμιδα ή τον Προμηθέα (μετά την απελευθέρωσή του από τον Ηρακλή) ότι, όπως ο πατέρας του Κρόνος, θα εκθρονισθεί και αυτός με την σειρά του, από κάποιον γιο του.
Μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο υιος της θαλάσσιας θεότητας Θέτιδας, την οποία ο Δίας ερωτεύθηκε, θα γινόταν σημαντικότερος από τον πατέρα του.
Για έναν από τους λόγους αυτούς η Θέτις συζεύχθηκε τον θνητό βασιλέα Πηλέα, υιό του Αιακού, είτε μετά από προτροπή του Δία είτε από επιθυμία της Ήρας.
Όλα άρχισαν στην τελετή του γάμου της Θέτιδας με τον βασιλέα της Φθίας Πηλέα, στο όρος Πήλιο της Θεσσαλίας.
Προσκεκλημένοι ήταν όλοι οι Ολύμπιοι θεοί με μοναδική εξαίρεση την Έριδα, που την αγνόησαν. Τότε εκείνη, θυμωμένη για την προσβολή που της έγινε, θέλησε να εκδικηθεί. Έριξε, λοιπόν, στο ανάκτορο όπου γινόταν η τελετή ένα χρυσό μήλο (το περιώνυμο "μήλο της Έριδας"), που έφερε την επιγραφή «Προς την ωραιότερη».
Όπως ήταν φυσικό, η Ήρα, η Αθηνά και η Αφροδίτη, οι τρεις διαπρεπέστερες Ολύμπιες θεές, διεκδίκησαν, το χρυσό μήλο, που αποτελούσε ένα είδος "βραβείου καλλιστείων".
Η διαμάχη τους ήταν ιδιαίτερα έντονη και κανείς άλλος θεός δεν διακινδύνευε να εκφράσει γνώμη υποστηρίζοντας κάποια από τις τρεις, γιατί θα προκαλούσε προφανώς την οργή των υπόλοιπων δύο.
Η επιλογή ήταν δύσκολη, και ο Ζεύς, στον οποίο προσέτρεξαν έκρινε συνετό να την αποφύγει. Ανέθεσε λοιπόν το έργο αυτό τον Πάριδα, δευτερότοκο γιο του βασιλέα της Τροίας, Πρίαμου, που βρισκόταν τότε στο όρος Ίδη της Μυσίας, και ανέθεσε στον Ερμή τις σχετικές διαδικασίες.
Η επιλογή του Πάριδα[]
Ο Πάρις, διέμενε ως βοσκός στο όρος Ίδη και δεν γνώριζε για την βασιλική του καταγωγή, επειδή είχε εγκαταλειφθεί εκεί από την βρεφική του εξ αιτίας υπάρχοντος χρησμού που ανέφερε ότι θα προκαλούσε την καταστροφή της πόλης.
Οι τρείς θεές παρουσιάσθηκαν γυμνές στον νεαρό πρίγκηπα και ζήτησαν το χρυσό μήλο προτείνοντας επιπλέον και τα σχετικά ανταλλάγματα.
- Η Ήρα πρόσφερε εξουσία,
- η Αθηνά πρόσφερε σοφία ενώ
- η Αφροδίτη πρόσφερε τον έρωτα της ωραιότερης γυναίκας της Οικουμένης (που θεωρούνταν η Ελένη, σύζυγος του Μενέλαου, βασιλέα της Σπάρτης).
Ο Πάρις επέλεξε την Αφροδίτη, επισύρωντας ταυτόχρονα το αιώνιο μίσος των άλλων δύο διεκδικητριών.
Όταν λοιπόν ανακοίνωσε στην οικογένειά του την επιθυμία του να ταξιδεύσει, δεν συνάντησε ιδιαίτερες αντιρρήσεις, εκτός από την μαντική πρόβλεψη των δύο αδελφών του, του Έλενου και της Κασσάνδρας, που κατέχοντες την μαντική τέχνη, προφήτευσαν ότι ένα τέτοιο ταξίδιο θα είχε ως συνέπεια την καταστροφή της Τροίας.
Η απαγωγή της Ελένης[]
Οι προφητείες αυτές δε στάθηκαν ικανές να τον σταματήσουν. Είχε άλλωστε με το μέρος του την Αφροδίτη. Έτσι, ο Φέρεκλος κατασκεύασε για λογαριασμό του Πάριδα τα σχετικά πλοία. Όταν ο στόλος ετοιμάστηκαν, ο Πάρις έπλευσε με κατεύθυνση το ανάκτορο του Μενέλαου στη Σπάρτη.
Για εννέα ημέρες ο Μενέλαος ψυχαγωγούσε τον φιλοξενούμενό του, αλλά στη δέκατη ημέρα υποχρεώθηκε να μεταβεί στην Κρήτη, για την κηδεία του πάππου του, Κατρέα. Πριν φύγει, έδωσε την εντολή στη σύζυγό του Ελένη να φροντίσει τους ξένους όσο γίνεται καλύτερα. Έτσι, ανεμπόδιστη, εκπλήρωσε η Αφροδίτη την υπόσχεσή της στον Πάρη.
Εκμεταλλευόμενος ο Πάρις την απουσία του Μενέλαου, έβαλε την Ελένη στα πλοία του, παίρνοντας μαζί του και μεγάλο μέρος των θησαυρών του ανακτόρου, καθώς και μερικές δούλες της Ελένης (ανάμεσά τους τη μητέρα του Θησέα, Αίθρα, και την αδελφή του συντρόφου του Θησέα, Πειρίθοου, την Κλυμένη) και έφυγε.
Η Ελένη εγκατέλειψε στο ανάκτορο την εννεατή κόρη της, την Ερμιόνη, υποκύπτοντας στον έρωτα του Πάριδα. Το ταξίδιο της επιστροφής στην Τροία δεν ήταν όμως τόσο εύκολο για τον Πάρη και τη συνοδεία του.
Εκτραπέντα τα πλοία από την πορεία τους εξ αιτίας τρικυμιών που απέστειλε η Ήρα, περιπλανήθηκαν σε Κύπρο, στη Φοινίκη ( Σιδώνα), και Αίγυπτο.
Τελικά, μετά από αρκετές περιπέτειες έφθασαν στην Τροία, όπου ο Πάρις επισημοποίησε τη σχέση του με την Ελένη.
Το συνέδριο των Μυκηνών[]
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Πάρις δεν ανέμενε κάποια εκδίκηση από τον Μενέλαο, καθώς ούτε και οι παλαιότερες απαγωγές είχαν προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις. Κατά την μυθολογία η Τροία είχε πολιορκηθεί και κατακτηθεί και παλαιότερα, από τον Ηρακλή, ο οποίος αμέσως μετά έβαλε στον θρόνο της τον νεαρό τότε Πρίαμο.
Επιστρέφοντας ο Μενέλαος στη Σπάρτη, έχοντας ειδοποιηθεί από την Ίριδα, διαπίστωσε την προσβολή. Η παραβίαση των πατροπαράδοτων νόμων της φιλοξενίας προκάλεσε την οργή και την αγανάκτηση όχι μόνον του ίδιου του Μενέλαου αλλά και του αδελφού του Αγαμέμνονα, βασιλέα των Μυκηνών, στον οποίο αμέσως αυτός απευθύνθηκε.
Ο Μενέλαος απαίτησε να τηρηθεί ο όρκος των πρώην μνηστήρων της Ελένης. Για αυτό το σκοπό απέστειλε πρεσβείες σε όλους τους Αχαιούς ηγεμόνες να τηρήσουν τον όρκο που είχαν δώσει.
Το τέχνασμα του Οδυσσέα[]
Μετά το γάμο του Μενέλαου, ο Οδυσσέας εν τω μεταξύ παντρεύτηκε την Πηνελόπη και έκανε ένα γιο, τον Τηλέμαχο. Ο ίδιος προσποιήθηκε τον ψυχασθενή, καλλιεργώντας με αλάτι τους αγρούς του. Ο Παλαμήδης, όμως, έβαλε το νεογέννητο γιο του Οδυσσέα σε σημείο από όπου θα διερχόταν το άροτρό του.
Ο Οδυσσέας μόλις το είδε σταμάτησε και παραδέχθηκε την απάτη του. Τελικά υποχρεώθηκε να συμμετάσχει στον επικείμενο πόλεμο.
Το τέχνασμα του Αχιλλέα[]
Στη Σκύρο, ο Αχιλλέας είχε συνάψει σχέση με την κόρη του τοπικού βασιλέα, Διηδάμεια, και είχαν ένα γιο, τον Νεοπτόλεμο. Ο Οδυσσέας, ο Αίαντας και ο δάσκαλος του Αχιλλέα (Φοίνικας), εστάλησαν για να τον καλέσουν στον πόλεμο. Η μητέρα του Αχιλλέα έντυσε τον Αχιλλέα με γυναικεία ενδύματα ώστε να μην γίνει αντιληπτός και να αποφύγει τη συμμετοχή στον πόλεμο. Κατά μία εκδοχή ο Αχιλλέας φανερώθηκε ύστερα από τέχνασμα του Οδυσσέα, ο οποίος μεταμορφωμένος σε έμπορο όπλων τράβηξε την προσοχή του ήρωα, κάτι που πρόδωσε την ταυτότητά του γιατί θεωρούνταν εξαιρετικά ασυνήθιστο για γυναίκα τέτοιο ενδιαφέρον.
Αρχή του Πολέμου[]
Πρώτη συγκέντρωση στην Αυλίδα[]
Οι δυνάμεις των Αχαιών αρχικά συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα.
Όλοι οι παλαιοί μνηστήρες ήταν παρόντες εκτός από τον βασιλέα της Κύπρου, Κίνυρα, που είχε υποσχεθεί την αποστολή 50 πλοίων.
Τελικά έστειλε μόνο ένα, με επικεφαλής τον Μυγδαλίωνα και άλλα 49 ομοιώματα πλοίων.
Ο τελευταίος που προσήλθε στην Αυλίδα, ήταν ο δεκαπενταετής τότε Αχιλλέας.
Εκστρατεία στην Μυσία[]
Όταν οι Αχαιοί ξεκίνησαν για την Τροία, από εσφαλμένο προσανατολισμό αποβιβάστηκαν στην Μυσία. Ο βασιλέας της Τήλεφος, γιος του Ηρακλή, είχε επιτρέψει παλαιότερα σε ομάδα Αρκάδων να εγκατασταθούν στην περιοχή.
Στην μάχη που ακολούθησε ο Αχιλλέας τραυμάτισε τον Τήλεφο, ο οποίος είχε σκοτώσει προηγουμένως τον Θέρσανδρο.
Επειδή η πληγή του Τήλεφου δεν επουλώνονταν, ένας χρησμός ανέφερε ότι θα θεραπευθεί μόνο από αυτόν που την προκάλεσε. Μετά την Μυσία οι Αχαιοί έπλευσαν για την Τροία, όμως δυσμενείς καιρικές συνθήκες και αντίθετοι άνεμοι σκόρπισαν τον στόλο τους και οι επιχειρήσεις αναβλήθηκαν προσωρινά. Ορίστηκε νέα συγκέντρωση και πάλι στην Αυλίδα.
Ο Τήλεφος πήγε στην Αυλίδα και είτε μεταμφιεσμένος σε ζητιάνο είτε ζητώντας απευθείας από τον Αγαμέμνονα βοήθεια για την επούλωση της πληγής του, είτε απήγαγε τον Ορέστη (γιο του Αγαμέμνονα) και ζητούσε ως αντάλλαγμα την θεραπεία του. Ο Αχιλλέας αρνήθηκε να του παράσχει όποια βοήθεια υποστηρίζοντας ότι δεν έχει ανάλογες γνώσεις. Ο Οδυσσέας ερμηνεύοντας τον σχετικό χρησμό, υπέθεσε ότι το δόρυ που προκάλεσε την πληγή αν έρχονταν σε επαφή πάλι με την πληγή θα την θεράπευε, έτσι και έγινε. Ο Τήλεφος ως αντάλλαγμα, έδειξε στους Αχαιούς τον ακριβή δρόμο για την Τροία.
Ορισμένοι ερευνητές θεώρησαν ότι η σύγκρουση με τον Τήλεφο και η επίλυση της διαφοράς που ακολούθησε αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του Τρωικού επικού κύκλου και ότι αρχικά αποτελούσε τμήμα της ίδιας της πολιορκίας της Τροίας το οποίο με την πάροδο των αιώνων αποσπάστηκε από τα γεγονότα των κύριων πολεμικών επιχειρήσεων που ακολούθησαν χρονικά.
Δεύτερη συγκέντρωση στην Αυλίδα[]
Οκτώ έτη μετά την αποτυχημένη απόπειρα να πλεύσουν στην Τροία, οι Αχαιοί, που ο στόλος τους αποτελούνταν από περισσότερα από χίλια πλοία, συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα. Όμως ο άνεμος είχε κοπάσει εντελώς και η πλεύση ήταν αδύνατη.
Ο μάντης Κάλχας τόνισε ότι η θεά Άρτεμις το προκάλεσε αυτό, ως τιμωρία για τον θάνατο του ιερού ελαφιού της από τον Αγαμέμνονα, στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι είναι καλύτερος κυνηγός από αυτήν.
Ο μόνος τρόπος να κατευναστεί η Άρτεμις ήταν, κατά τον Κάλχα, να θυσιαστεί η κόρη του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, Ιφιγένεια.
Ο Αγαμέμνονας αρχικά αρνήθηκε, όμως οι υπόλοιποι Αχαιοί ηγέτες τον απείλησαν ότι θα ορίσουν τον Παλαμήδη αρχηγό της εκστρατείας και τελικά υποχώρησε.
Λίγο πριν την θυσία της Ιφιγένειας, η Άρτεμις επενέβη και την μετέφερε στην Ταυρίδα, όπου υπηρέτησε ως ιέρεια την θεά. Ο Αγαμέμνονας, βλέποντας ότι η κόρη του εξαφανίστηκε με υπερφυσικό τρόπο, μετά τη συμβουλή του Κάλχαντα, θυσίασε ένα αμνό.
Ο Ησίοδος αναφέρει ότι η Ιφιγένεια μετά την θυσία της έγινε η θεά Εκάτη.
Οι δυνάμεις των Αχαιών περιγράφονται με λεπτομέρεια στον κατάλογο των πλοίων (Νεών κατάλογος), στην β' Ραψωδία της Ιλιάδας.
Αποτελούνταν από 28 περιοχές: στην Μέση Ελλάδα, Θεσσαλία, Πελοπόννησο, Δωδεκάνησα, Κρήτη και ορισμένες νήσους του Ιονίου πελάγους, συγκεντρώνοντας στόλο από 1.178 πεντηκόντορους και 50 κωπήλατους.
Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ο στόλος αποτελούνταν από 1.200 πλοία και συγκεκριμένα ο στόλος των Βοιωτών διέθετε 80 άτομα πλήρωμα σε κάθε σκάφος του, ενώ τα πλοία του Φιλοκτήτη διέθεταν μόνο 50 κωπηλάτες το καθένα.
Προφανώς αυτοί οι αριθμοί αφορούσαν το μέγιστο και ελάχιστο δυνατό πλήρωμα που διέθετε ένα πλοίο. Αν συνυπολογιστούν όλα τα παραπάνω οι συνολικοί ένοπλη δύναμη των Αχαιών ανέρχονταν από 70.000 ως 130.000 άντρες.
Άλλος κατάλογος πλοίων που μας διασώζει ο Απολλόδωρος διαφέρει ελαφρώς από αυτόν του Ομήρου όμως συμφωνεί για το σύνολο της εκστρατευτικής δύναμης.
Ορισμένοι ερευνητές έχουν ισχυριστεί ότι ο κατάλογος του Ομήρου είναι αντίγραφο κάποιου παλαιότερου εγγράφου που ανάγονταν στην εποχή του Χαλκού (τότε δηλαδή που διαδραματίσθηκε ο Τρωικός πόλεμος), πιθανόν κάποιου γενικού σχεδίου επιχειρήσεων του Αχαιού άνακτα ή γενικότερα του υπευθύνου της εκστρατείας.
Ορισμένοι άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι απλώς είναι δημιούργημα του Ομήρου.
Στην β' ραψωδία της Ιλιάδας παρουσιάζεται επίσης και ο κατάλογος των Τρώων και των συμμάχων τους, εκτός από την ίδια την Τροία, της οποίας ηγούνταν ο Έκτωρ, στους συμμάχους περιλαμβάνονταν:
- Δάρδανοι (υπό τον Αίνεια),
- Αδραστενείς,
- Περκοτιανοί,
- Πελασγοί,
- Θράκες,
- Κίκονες δορυφόροι,
- Παίονες τοξότες,
- Μύσιοι,
- Φρύγες,
Μιλήσιοι,
- Λύκιοι υπό τον Σαρπηδόνα και
- Κάρες.
Δεν διευκρινίζεται τι γλώσσα ομιλούσαν αυτοί οι λαοί, μόνο οι Κάρες αναφέρονται ως βαρβαρόφωνοι. Οι υπόλοιποι σύμμαχοι των Τρώων αναφέρεται ότι ομιλούσαν διάφορες γλώσσες και έπρεπε από τους επικεφαλείς τους να μεταφραστούν οι διάφορες εντολές στο πεδίο της μάχης.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το στοιχείο ότι, κατά τα έπη, Τρώες και Αχαιοί υπήρξαν ομόθρησκοι και δέκτες του ίδιου πολιτισμού και οι ήρωες μεταξύ τους ομιλούσαν στην ίδια γλώσσα. Αυτό βέβαια μπορεί να γίνεται και χάριν απλούστευσης και δραματοποίησης των επών.
Εγκατάλειψη Φιλοκτήτη στην Λήμνο[]
Ο Φιλοκτήτης, ήταν φίλος του Ηρακλή και είχε στην κατοχή του το τόξο και τα βέλη του, επειδή τον διευκόλυνε στο άναμμα της νεκρικής του πυράς. Συμμετείχε και αυτός στην εκστρατεία με επτά πλοία. Σταμάτησε είτε στη νήσο Χρύση, είτε στην Τένεδο μαζί με τον υπόλοιπο Αχαϊκό στόλο.
Κατά την παραμονή του εκεί υπέστη δείγμα από όφιδα και η πληγή που προκλήθηκε του δημιούργησε εκτεταμένη μόλυνση. Οι Αχαιοί, με πρόταση του Οδυσσέα, τον εγκατέλειψαν στην Λήμνο.
Ο Φιλοκτήτης παρέμεινε στην Λήμνο για δέκα έτη, η οποία σύμφωνα με την τραγωδία του Σοφοκλή ήταν ακατοίκητη, αλλά σύμφωνα με παλαιότερες πηγές κατοικούνταν από Μινύες.
Απόβαση στην Τένεδο[]
Όταν οι Αχαιοί αποβιβάστηκαν στην Τένεδο, ο Αχιλλέας σκότωσε τον ιερέα του Απόλλωνα, Τέννη, παρακούοντας την μητέρα του που είχε περοέιπει πως αν ενεργούσε έτσι θα είχε βέβαιο θάνατο από τον ίδιο τον Απόλλωνα.
Από την Τένεδο ο Αγαμέμνονας έστειλε πρεσβεία στον Πρίαμο, αποτελούμενη από τον Μενέλαο, τον Οδυσσέα και τον Ναύπλιο|Παλαμήδη ζητώντας την επιστροφή της Ελένης.
Η πρεσβεία όμως δεν έγινε δεκτή.
Η πρώτη εννεαετία του Πολέμου[]
Άφιξη στην Τροία[]
Ο Κάλχας είχε προβλέψει ότι ο πρώτος Αχαιός που θα αποβιβασθεί την Τρωάδα θα ήταν και το πρώτο θύμα του πολέμου. Οπότε όλοι δίσταζαν να το επιχειρήσουν. Τελικά, ο Πρωτεσίλαος, ο ηγέτης της θεσσαλικής Φυλάκης, αποβιβάστηκε πρώτος και αφού φόνευσε αρκετούς Τρώες φονεύθηκε από τον Έκτορα (άλλες πηγές αναφέρουν τον Εύφορβο).
Ακολούθησε ο Αχιλλέας που φόνευσε τον Κύκνο, γιο του Ποσειδώνα. Οι Τρώες τελικά αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν στα τείχη τους.
Οι Αχαιοί κήδεψαν τον πρώτο τους νεκρό με μεγάλες τιμές στην Θράκη, στην απέναντι πλευρά του Ελλησπόντου.
Μετά τον θάνατο του Πρωτεσίλαου, ο αδελφός του, Ποδάρκης έλαβε την θέση του.
Οι επιχειρήσεις του Αχιλλέα[]
Οι Αχαιοί πολιορκούσαν την Τροία επί δεκαετία. Οι περισσότερες πληροφορίες που διασώζονται αφορούν το τελευταίο έτος του πολέμου, με αποτέλεσμα τα εννέα πρώτα έτη να διασώζονται ελάχιστα στοιχεία.
Μετά την αρχική αποβίβαση και την εδραίωσή τους στην παράκτια ζώνη της Τρωάδας, άρχισαν να λεηλατούν το ύπαιθρο, να κατακτούν τις παρακείμενες στην Τροία, σύμμαχές της πόλεις ακόμη και να λεηλατούν τις απέναντι Θρακικές ακτές.
Η Τροία δεν είχε υποστεί πολιορκία ως και το ένατο έτος των επιχειρήσεων και η επικοινωνία της με την Μικρασιατική ενδοχώρα συνεχίζονταν ανενόχλητα.
Από την πλευρά τους οι Αχαιοί δέχονταν σημαντικές στρατιωτικές ενισχύσεις ακόμη και πριν το τέλος του πολέμου. Παρ' όλα αυτά δεν κατάφεραν να διεισδύσουν στην ενδοχώρα και να περικυκλώσουν τους Τρώες, οι οποίοι διατηρούσαν επαφές ακόμη και με τους συμμάχους τους στην ευρωπαϊκή ακτή.
Ο Αχιλλέας ήταν ο πιο ενεργός ήρωας των Αχαιών.
Σύμφωνα με τον Όμηρο κατέλαβε 11 πόλεις και 12 νήσους[1].
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο λεηλάτησε την χώρα του Αινεία, στην περιοχή της Τρωάδας και άρπαξε τα ποίμνιά του[2]. Επίσης κατέλαβε
και πολλές άλλες γειτονικές πόλεις,
επίσης φόνευσε τον ανήλικο Τρωίλο, γιο του Πριάμου.
Υπήρχε χρησμός που ανέφερε ότι αν ο Τρωίλος γινόταν είκοσι ετών, η Τροία δεν θα κυριευόταν ποτέ.
Ανάμεσα στα λάφυρα από τις λεηλασίες ήταν και δύο ιέρειες:
- η Βρισηίδα, από τη Λυρνησσό και
- η Χρυσηίδα, από τις Υποπλάκιες Θήβες, η οποία προσφέρθηκε στον Αγαμέμνονα.
Ο Αχιλλέας αιχμαλώτισε και τον Λυκάονα, έναν από τους γιους του Πριάμου. Ο Πάτροκλος τον πώλησε αργότερα ως σκλάβο στην Λήμνο, όμως τον αγόρασε ο Ηετίων από την Ίμβρο και επανήλθε στην Τροία.
Τον σκότωσε τελικά ο Αχιλλέας 12 ημέρες μετά το θάνατο του Πάτροκλου.
Οι επιχειρήσεις του Αίαντα[]
Ο Αίας ο Τελαμώνιος κατέκτησε πολλές περιοχές στην Θρακική ακτή, στην οποία βασίλευε ο Πολυμήστωρ, γαμβρός του Πριάμου.
Ο Πολυμήστωρ για να αποτρέψει τα χειρότερα παρέδωσε στον Αίαντα τον Πολύδωρο, γιο του Πριάμου, που μέχρι τότε ήταν υπό την προστασία του.
Αργότερα ο Αίας επιτέθηκε στην Φρυγία που βασιλέας της ήταν ο Τελεύτας, τον οποίο σκότωσε σε μονομαχία. Αναφέρεται επίσης ότι άρπαξε πολλά ποίμνια στο όρος Ίδη και στην ευρύτερη περιοχή της Τρωάδας.
Ο θάνατος του Παλαμήδη[]
Ο Οδυσσέας κάποια στιγμή εστάλη στη Θράκη για να φέρει σιτηρά, αλλά επέστρεψε άπρακτος. Αυτό προκάλεσε την περιφρόνηση του Παλαμήδη, ο οποίος ανέλαβε ο ίδιος την αποστολή και κατάφερε τελικά να εφοδιάσει το Αχαϊκό στράτευμα με μεγάλες ποσότητες σιτηρών.
Ο Οδυσσέας πάντα έβλεπε καχύποπτα τον Παλαμήδη ιδιαίτερα από τότε που είχε θέσει τη ζωή του υιου του σε κίνδυνο. Οργάνωσε ολόκληρη πλεκτάνη με σκοπό να κατηγορηθεί άδικα: έγραψε μια πλαστή επιστολή, υποτίθεται του Πριάμου προς τον Παλαμήδη και έθαψε χρυσό κοντά στη σκηνή του. Η επιστολή και ο χρυσός, κατά το σχέδιο του Οδυσσέα, ανακαλύφθηκαν από τους Αχαιούς, και ο Αγαμέμνονας διέταξε τον θάνατό του δια λιθοβολισμού, καθώς τα στοιχεία για την υποτιθέμενη προδοσία του φαίνονταν αδιάσειστα.
Ο πατέρας του Παλαμήδη, Ναύπλιος, μόλις πληροφορήθηκε την είδηση έσπευσε στην Τροία και απαίτησε να αποδοθεί δικαιοσύνη, όμως δεν εισακούστηκε.
Ζητώντας εκδίκηση, ταξίδευσε σε όλα τα ανάκτορα των Αχαιών βασιλέων, και διέδωσε στις συζύγους τους ότι οι σύζυγοί τους είχαν συνάψει ήδη σχέσεις με Τρωάδες παλλακίδες, με σκοπό να τις κάνουν και επίσημες συζύγους όταν επιστρέψουν στον τόπο τους. Πολλές βασίλισσες πιστεύοντας τον Ναύπλιο επιδόθηκαν σε μοιχεία, ιδιαίτερα η Κλυταιμνήστρα, η σύζυγος του Αγαμέμνονα, που σύναψε εξωσυζυγική σχέση με τον Αίγισθο, γιο του Θυέστη. Εξαίρεση αποτέλεσε η Πηνελόπη, η οποία παρέμεινε πιστή στον Οδυσσέα.
Αποστασία[]
Όταν πλησίαζε το τέλος του ένατου έτους, ο στρατός των Αχαιών, εξαντλημένος από τις μακροχρόνιες συρράξεις και την έλλειψη εφοδίων, αρνήθηκε να υπακούσει τις διαταγές των ηγετών του και απαίτησε την επιστροφή στην πατρίδα. Σύμφωνα με τα «Κύπρια Έπη», ο Αχιλλέας ανάγκασε τους στρατιώτες να παραμείνουν. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, για να λυθεί του πρόβλημα του εφοδιασμού, ο Αγαμέμνονας έφερε καλλιεργητές αμπελώνων, τις κόρες του Ανίου (εγγονές του Απόλλωνα), οι οποίες με μαγικό τρόπο παρήγαγαν οίνο, έλαιο και σίτο απλά με ένα άγγιγμα.
Δέκατο Έτος - Ιλιάδα[]
Η μήνις του Αχιλλέα[]
Ο Χρύσης, ιερέας του Απόλλωνα και πατέρας της Χρυσηίδας, προσήλθε στον Αγαμέμνονα και ζήτησε την απελευθέρωση της κόρης του. Όμως ο Αγαμέμνονας ήταν ανυποχώρητος και προσέβαλε βάναυσα τον ιερέα, ο οποίος προσευχήθηκε στον Απόλλωνα να πάρει εκδίκηση για την απαράδεκτη αυτή συμπεριφορά (ύβρις). Ο Απόλλων ανταποκρίθηκε και απέστειλε λιμό στον Αχαϊκό στρατό.
Τελικά, ο Αγαμέμνονας, για να απαλλαχθεί από αυτή την συμφορά αναγκάστηκε να επιστρέψει την Χρυσηίδα στον πατέρα της. Ωστόσο για λόγους γοήτρου απαίτησε και έλαβε την Βρισηίδα από τον Αχιλλέα. Ο Αχιλλέας, το θεώρησε μεγάλη ταπείνωση και αρνήθηκε να συνεχίσει να μάχεται. Η οργή του (μήνις) ήταν τόσο μεγάλη που παρακάλεσε τη μητέρα του Θέτιδα να μεσολαβήσει στον Δία για να προσφέρει συνεχείς επιτυχίες στους Τρώες στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Αφού αποσύρθηκε ο Αχιλλέας από τις μάχες, οι Αχαιοί σημείωσαν αρχικά επιτυχίες. Και τα δύο στρατόπεδα είχαν στη διάθεσή τους το σύνολο των συμμάχων τους, για πρώτη φορά από την αρχή των επιχειρήσεων.
Μονομαχία Μενέλαου - Πάριδα[]
Σε μονομαχία μεταξύ Μενέλαου και Πάρη, ενώ διαφαινόταν η επικράτηση του Μενέλαου, η Αφροδίτη επενέβη σωτήρια υπέρ του Πάριδα, και δεν αναδείχθηκε νικητής.
Μετά από μια σύντομη ανακωχή οι συγκρούσεις άρχισαν και πάλι.
Με την βοήθεια της θεάς Αθηνάς, ο Διομήδης, επιφανής ήρωας των Αχαιών, σκότωσε τον Τρώα Πάνδαρο και παραλίγο να σκότωνε και τον Αινεία, που σώθηκε από παρέμβαση της Αφροδίτης.
Μεγάλη ήττα των Αχαιών[]
Στις επακόλουθες συρράξεις οι Τρώες κατάφεραν να απωθήσουν τους Αχαιούς και να προελάσουν μέχρι το στρατόπεδο τους, στο ξύλινο τοίχος που είχαν κατασκευάσει με την βοήθεια του Ποσειδώνα, στην ακτή της Τρωάδας.
Την επόμενη ημέρα, με την θεϊκή συμβολή του Δία, οι Τρώες διείσδυσαν στο στρατόπεδο των Αχαιών και απείλησαν να πυρπολήσουν τα πλοία τους.
Θάνατος του Πατρόκλου[]
Μία πρώτη έκκληση προς τον Αχιλλέα να επανέλθει στις επιχειρήσεις απορρίφθηκε αμέσως από τον ίδιο, όμως όταν ο Έκτωρ έκαυσε το πλοίο του Πρωτεσίλαου, επέτρεψε στον φίλο και συγγενή του Πάτροκλο, να φέρει την πανοπλία του (δίνοντας την εντύπωση στον εχθρό ότι είναι ο ίδιος ο Αχιλλέας) και να ηγηθεί των μαχών.
Ο Πάτροκλος κατάφερε να αντεπιτεθεί και να επιβληθεί των Τρώων. Οι συγκρούσεις μεταφέρθηκαν έξω από τα τείχη της Τροίας, όπου μόνο με την επέμβαση του Απόλλωνα ήταν δυνατή η απόκρουση της επίθεσης των Αχαιών.
Κατά τις συγκρούσεις ο Πάτροκλος, πάνω στον ενθουσιασμό του πλησίασε αρκετά στα τείχη της πόλης, ακολούθησε μονομαχία με τον Έκτορα, ο οποίος τον σκότωσε και του αφαίρεσε τον οπλισμό.
Θάνατος του Έκτορα[]
Ο Αχιλλέας εξοργίστηκε και ορκίστηκε να πάρει εκδίκηση για τον χαμό του φίλου του. Ήλθε και σε συμβιβασμό με τον Αγαμέμνονα, ο οποίος του επέστρεψε την Βρισηίδα ανέγγιχτη. Ο θεός Ήφαιστος του ετοίμασε νέο οπλισμό για τις επικείμενες μάχες του. Με την είσοδό του στις συρράξεις, φόνευσε πάμπολλους Τρώες, παραλίγο να φονεύσει και τον Αινεία, που σώθηκε από τον Ποσειδώνα.
Ο Αχιλλέας πολέμησε με τον ποτάμιο θεό Σκάμανδρο και εν συνεχεία η σύγκρουση γενικεύθηκε με πλήθος θεών να συμμετέχει. Οι Τρώες κατέφυγαν πίσω από το τείχος τους, εκτός από τον Έκτορα, ο οποίος παρέμεινε στο πεδίο της μάχης και αντιμετώπισε τον Αχιλλέα.
Στην μονομαχία μεταξύ των δύο ηρώων ο Αχιλλέας σκότωσε τελικά τον Έκτορα, έδεσε το σώμα του στο άρμα του και το έσυρε θριαμβευτικά. Αρχικά, δεν δέχονταν να παραδώσει το σώμα του νεκρού ήρωα.
Αργότερα οι Αχαιοί πραγματοποίησαν και τους επικήδειους αγώνες προς τιμή του Πάτροκλου. Κάποιο βράδυ, ο ίδιος ο Πρίαμος, καθοδούμενος από τον Ερμή έφθασε στη σκηνή του Αχιλλέα και τον παρακάλεσε να του παραδώσει το σώμα του γιου του με έναν έντονο συγκινησιακό μονόλογο που ανάγκασε ακόμη και τον άκαμπτο Αχιλλέα να υποκύψει.
Οι δύο άνδρες συμφώνησαν προσωρινή ανακωχή και ο νεκρός Έκτορας παραδόθηκε στους οικείους του.
Η Ιλιάδα ολοκληρώνεται με την κηδεία του Έκτορα στην Τροία και το πένθος να επικρατεί στην πόλη.
Δέκατο Έτος - Κύκλια Έπη[]
Εμπλοκή των Αμαζόνων[]
Μετά την κηδεία του Έκτορα, ήλθε στην Τροία η βασίλισσα των Αμαζόνων, Πενθεσίλεια για να ενισχύσει την Τρωική πλευρά.
Στις μάχες ήταν ιδιαίτερα δυναμική, σκότωσε και τον Αχαιό Μαχάονα.
Τελικά ο Αχιλλέας σκότωσε την Πενθεσίλεια, την οποία όμως ερωτεύθηκε ενώ ήταν πλέον νεκρή.
Τότε ένας Αχαιός οπλίτης, ο Θερσίτης (ο ασχημότερος Αχαιός κατά τις πηγές), βλέποντας τον Αχιλλέα σε στιγμή συναισθηματικής αδυναμίας, άρχισε να τον χλευάζει. Ο Αχιλλέας εξεμάνη και τελικά τον έσφαξε. Η πράξη του αυτή τον έφερε σε ρήξη με τους πολλούς Αχαιούς ηγέτες και έφυγε για τη Λέσβο. Εκεί με συμβουλή του Οδυσσέα, με σκοπό την κάθαρσή του, προσέφερε θυσίες προς τον Απόλλωνα, την Αρτέμιδα και τη Λητώ.
Εμπλοκή των Αιθιόπων[]
Ενώ ο Αχιλλέας και ο Οδυσσέας απουσίαζαν από τις συρράξεις, ο βασιλέας της Αιθιοπίας, Μέμνονας, ετεροθαλής αδελφός του Πριάμου, ήλθε να ενισχύσει τους Τρώες.
Λέγεται ότι δεν ήλθε κατευθείαν από την πατρίδα του, αλλά μέσω Περσίας, κατακτώντας όλες τις περιοχές που συνάντησε.
Κατά μία άλλη εκδοχή, ήλθε μέσω Καυκάσου και ηγούνταν στρατού Αιθιόπων και Ινδών. Όπως και αυτή του Αχιλλέα, η πανοπλία του Μέμνονα είχε σφυρηλατηθεί από τον Ήφαιστο. Στην πρώτη του συμπλοκή σκότωσε τον Αντίλοχο.
Εν συνεχεία μονομάχησε με τον Αχιλλέα. Οι δύο ήρωες ήταν ισοδύναμοι, όμως ο Δίας όρισε ότι η μοίρα του Μέμνονα ήταν να σκοτωθεί, όπως και έγινε.
Ο θάνατος του Αχιλλέα[]
Στη συνέχεια εκδίωξε τους Τρώες οι οποίοι κλείστηκαν στα τείχη τους. Οι θεοί βλέποντας ότι ο Αχιλλέας είχε σκοτώσει τόσους πολλούς, όρισαν ότι ήρθε η ώρα να πεθάνει, έτσι ένα δηλητηριώδες βέλος του Πάρη κατευθυνόμενο από τον Απόλλωνα τον πέτυχε στην πτέρνα και τον σκότωσε. Κατά μία άλλη εκδοχή ο Πάρις τον σκότωσε πισώπλατα με μαχαίρι καθώς παντρευόταν την Πολυξένη. Και οι δύο εκδοχές συμφωνούν ότι ο δολοφόνος του ενήργησε ύπουλα και δεν του αποδίδουν τιμές, θεωρώντας ότι ο Αχιλλέας παρέμεινε για πάντα ανίκητος μέχρι και τον θάνατό του. Μετά τον θάνατό του οι Αχαιοί διοργάνωσαν επικήδειους αγώνες.
Ο θάνατος του Αίαντα[]
Στην μάχη γύρω από το σώμα του Αχιλλέα, ο Οδυσσέας απωθούσε τους Τρώες ενώ ο Αίαντας μετέφερε τον νεκρό ήρωα στο στρατόπεδο των Αχαιών.
Όταν έπαυσαν οι συγκρούσεις, προέκυψε το ζήτημα της διάθεσης της πανοπλίας του Αχιλλέα, η οποία θα προσφερόταν στον ανδρειότερο πολεμιστή.
Ο Αγαμέμνονας ήταν απρόθυμος να αναλάβει πρωτοβουλία να υποδείξει τον κατάλληλο και απευθύνθηκε στους Τρώες κρατούμενούς του ερωτώντας τους ποιος πιστεύουν ότι έχει κάνει τη μεγαλύτερη ζημία στον Τρωικό στρατό.
Κατά μία άλλη εκδοχή οι Αχαιοί ακολουθώντας τη συμβουλή του Νέστορα έστειλαν κατασκόπους για να πληροφορηθούν την άποψη των Τρώων, εκεί άκουσαν μια νεαρή Τρωάδα να λέει ότι ο Αίαντας υπήρξε ο γενναιότερος, μια άλλη νεαρή όμως της απαντά ότι ο Οδυσσέας ήταν πιο γενναίος καθώς αυτός αντιμετώπισε τόσους αντιπάλους ταυτόχρονα, ενώ η μεταφορά απλά του νεκρού Αχιλλέα δεν θεωρείται πράξη γενναιότητας.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία η απόφαση των Αχαιών ήταν ομόφωνη να δοθεί ο οπλισμός στον Οδυσσέα. Κατά τον Πίνδαρο, η απόφαση ελήφθη ύστερα από μυστική ψηφοφορία.
Ο Αίαντας αρχίζει και χάνει τα λογικά του από αυτή την τροπή των γεγονότων. Εξοργισμένος από αυτή την απόφαση, περιέπεσε σε μανία και με την παρέμβαση της Αθηνάς άρχισε να σκοτώνει τα αιγοπρόβατα των Αχαιών πιστεύοντας ότι είναι οι μισητοί πλέον συμπολεμιστές του. Εκλαμβάνει ένα κριό ως τον Οδυσσέα και τον σύρει στη σκηνή του και το βασανίζει.
Το επόμενη πρωία όταν συνήλθε και αντιλήφθηκε το λάθος του, αποφάσισε να αυτοκτονήσει για να αποφύγει τον εξευτελισμό, έτσι ρίπτεται επί του ξίφους του και τερματίζει την ζωή του.
Ο ρόλος του Έλενου[]
Κατά το πέρας του δέκατου έτους, ένας χρησμός ανέφερε ότι η Τροία θα πέσει μόνο με τα τόξο του Ηρακλή, το οποίο ήταν στην κατοχή του Φιλοκτήτη που βρίσκονταν στη Λήμνο. Για αυτό το σκοπό ο Οδυσσέας και ο Διομήδης τον φέρνουν στην Τρωάδα, του οποίο η πληγή είχε στο μεταξύ επουλωθεί. Κατά τις επερχόμενες συμπλοκές ο Φιλοκτήτης σκότωσε τον Πάρη με το συγκεκριμένο τόξο.
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο ο Έλενος και ο Δηίφοβος ζήτησαν το χέρι της Ελένης. Τελικά επικράτησε ο Δηίφοβος και ο Έλενος αποχώρησε στο όρος Ίδη.
Ο Κάλχας ήξερε ότι ο Έλενος γνώριζε για την επερχόμενη καταστροφή της Τροίας, έτσι ο Οδυσσέας τον καταδιώκει και τον αιχμαλωτίζει. Τελικά, εξαναγκάζεται να ομολογήσει ότι οι Αχαιοί θα νικούσαν μόνο αν έφεραν τα λείψανα του Πέλοπα, όπως και έπραξαν.
Δούρειος Ίππος[]
Ο πόλεμος έληξε με ένα ιδιαίτερο τέχνασμα. Ο Οδυσσέας επινόησε την κατασκευή ένος μεγάλου σε μέγεθος ομοιώματος ξύλινου κοίλου ίππου, του περιώνυμου Δούρειου Ίππου. Ο ίππος ήταν ιερό ζώο για τους Τρώες και θεωρήθηκε ότι θα το εκλάμβαναν ως ανάθημα οπότε και θα το μετακινούσαν στο εσωτερικό της πόλης τους όταν επείθονταν ότι οι Αχαιοί έφυγαν οριστικά.
Το κατασκεύασε ο μηχανικός Επειός, με την καθοδήγηση της Αθηνάς και στο εξωτερικό του έφερε την επιγραφή:
«Αφιερωμένο στην Αθηνά από τους Δαναούς, για την επιστροφή τους στην πατρίδα.»
Στον Δούρειο Ίππο εισήλθε ομάδα εκλεκτών Αχαιών πολεμιστών με επικεφαλής τον Οδυσσέα, ενώ ο υπόλοιπος στρατός έκαψε το στρατόπεδο προκειμένου να νομίσουν οι Τρώες ότι η αποχώρησή τους είναι οριστική, και έπλευσαν για την Τένεδο.
Την επόμενη πρωία, οι Τρώες ανακαλύπτουν ότι το αντίπαλο στρατόπεδο είχε εγκαταλειφθεί. Μέσα στον ενθουσιασμό τους θεώρησαν ότι ο δεκαετής πόλεμος έχει λήξει και αποφάσισαν να μετακινήσουν τον Δούρειο Ίππο στον εσωτερικό της πόλης.
Ορισμένοι μεμονωμένοι Τρώες θεώρησαν ότι είναι καταραμένο και έπερεπε να το καταστρέψουν ή να το κάψουν.
Η Κασσάνδρα και ο Λαοκόων προειδοποίησαν ότι θα φέρει στην πόλη μεγάλη συμφορά .
Αλλά η Κασσάνδρα ενώ είχε την διόραση, από τον Απόλλωνα να μπορεί να προβλέπει γεγονότα, είχε και την κατάρα της Αθηνάς, να μην πείθει κανέναν.
Όσο αφορά τον Λαοκόωντα και οι δύο γιοι του, τους επιτέθηκαν τεράστιοι θαλάσσιοι όφεις, που εστάλησαν από τον Ποσσειδώνα, τα οποία τους έπνιξαν στην θάλασσα.
Κατά μία εκδοχή ο Αινείας και οι οπαδοί του πιστεύοντας σε αυτές τις προβλέψεις αποτραβήχθηκαν στο όρος Ίδη. Οι Τρώες τελικά πλήρεις ενθουσιασμού αποφάσισαν να μεταφέρουν τον Δούρειο Ίππο εντός των τειχών τους. Μάλιστα επειδή ήταν αρκετά μεγάλο κατασκεύασμα, αναγκάστηκαν να κατακρημνίσουν και τμήμα από την κεντρική πύλη της πόλης, τις «Σκαίες Πύλες».
Αμέσως μετά ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης για να εορτάσουν απεριόριστα την επιτυχή έκβαση του πολέμου. Κατά το μεσονύκτιο ο Σίνων, Αχαιός κατάσκοπος, έκανε σήμα στον Αχαϊκό στόλο στην Τένεδο για να επαναπροσεγγίσει την παραλία. Την ίδια στιγμή οι στρατιώτες που βρίσκονταν μέσα στον Δούρειο Ίππο εξήλθαν και σκότωσαν τους φύλακες.
Σύμφωνα με την ορθολογιστική άποψη ο Δούρειος Ίππος αποτελεί τον μυθολογικό απόηχο της πρώτης Πολιορκητική μηχανής που καταγράφεται στην ιστορία.
Πτώση της Τροίας[]
Όταν οι Αχαιοί εισήλθαν στην πόλη άρχισε η κατακρεούργηση του πληθυσμού της. Η σφαγή συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα. Όσοι Τρώες πρόλαβαν, πολέμησαν απεγνωσμένα με ιδιαίτερο πείσμα, παρ' όλο που αιφνιδιάσθηκαν και και δεν είχαν έναν ηγέτη να τους καθοδηγήσει. Κάποιοι υπερασπιστές έρριπταν τμήματα των οροφών των οικιών στους κατεστραμμένους δρόμους της πόλης για να εμποδίσουν τους εισβολείς.
Τελικά, οι τελευταίοι αμυνόμενοι χάθηκαν μέσα στην λαίλαπα της καταστροφής και των σφαγών.
Ο Νεοπτόλεμος σκότωσε τον Πρίαμο που είχε καταφύγει ικέτης στο ναό του Δία.
Ο Μενέλαος φόνευσε τον Δηίφοβο, τον σύζυγο της Ελένης και προς στιγμήν θέλησε να επιτεθεί και την Ελένη αλλά τελικά χαμήλωσε το ξίφος του και συγχώρεσε την απιστία της.
Ο Αίας ο Λοκρός, βίασε την Κασσάνδρα στον ναό της Αθηνάς. Εξ' αιτίας αυτής της πράξης του αποφασίστηκε από τους Αχαιούς, με προτροπή του Οδυσσέα, να τον λιθοβολήσουν μέχρι θανάτου, αλλά κατέφυγε στο ιερό της Αθηνάς και σώθηκε.
Μόνον ελάχιστοι Τρώες εσώθησαν:
- Ο Αντήνωρ, που είχε φιλοξενήσει τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, όταν είχαν σταλεί πρεσβεία για να ζητήσουν την Ελένη, διέφυγε την σφαγή και αυτός και η οικογένειά του.
- Ο Αινείας μαζί πήρε τον ασθενή πατέρα του στην πλάτη και διέφυγε. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, του επετράπηκε να φύγει λόγω του ηθικού χαρακτήρα του.
Οι Αχαιοί ισοπέδωσαν την πόλη και διαμοίρασαν την λεία.
- Η Κασσάνδρα δόθηκε στον Αγαμέμνονα,
- η Ανδρομάχη δόθηκε στον Νεοπτόλεμο και
- η Εκάβη δόθηκε στον Οδυσσέα.
- Επίσης θυσίασαν την Πολυξένη στον τάφο του Αχιλλέα, όπως απαίτησαν οι χρησμοί.
- Τέλος, έρριψαν τον Αστυάνακτα, το βρέφος του Έκτορα από τα τείχη της πόλης, κατά μία εκδοχή με σκοπό να αποτρέψουν πιθανή εκδίκηση του όταν θα ενηλικιωνόταν.
Η Αίθρα, μητέρα του Θησέα που είχε έρθει στην Τροία μαζί με την Ελένη, ηλικιωμένη πλέον, σώθηκε από τους εγγονούς της, Δημόφωνα και Ακάμαντα.
Μεταπολεμικές Περιπλανήσεις[]
Οι θεοί είχαν εξοργισθεί από την καταστροφή των ναών και γενικά των ύβρεων που οι Αχαιοί διέπραξαν.
Καθώς επέστρεφε ο στόλος, κοντά στην Τήνο εξέσπασε έντονη καταιγίδα. Κατά μία εκδοχή, ο Ναύπλιος για να τους εκδικηθεί παραπλάνησε τον στόλο στέλνοντας εσφαλμένα μηνύματα με κάτοπτρο από το ακρωτήριο του Καφηρέα στην Εύβοια (~ Κάβο ντόρο) με αποτέλεσμα πολλά πλοία να ναυαγήσουν[4].
Ο Νέστωρ είχε ασφαλή και γρήγορη επιστροφή στην πατρίδα του[5]. Ο Αίας ο Λοκρός, τιμωρήθηκε από την Αθηνά, καθώς η Αθηνά δανείστηκε ένα κεραυνό του Δία και τον πυρπόλησε[6].
Ο Τεύκρος, υιος του Τελαμώνα και ετεροθαλής αδελφός του Αίαντος δικάστηκε επειδή δεν εμπόδισε τον θάνατο του αδελφού του και απαγορεύθηκε η επιστροφή στην πατρίδα του. Τελικά δεν επανήλθε ποτέ και ίδρυσε την Σαλαμίνα της Κύπρου. Αργότερα οι Αθηναίοι υποστήριξαν ότι ο Τεύκρος καθώς έφυγε παρέδωσε την εξουσία της πατρίδας του στους γιους του Θησέα.
Ο Νεοπτόλεμος ακολούθησε την συμβουλή του Έλενου και ακολούθησαν και οι δύο μαζί χερσαία οδό. Κατά την διαδρομή συνάντησε στην χώρα των Κικόνων, τον Οδυσσέα και ενταφίασε τον δάσκαλο του Αχιλλέα, Φοίνικα. Εν συνεχεία κατέληξε στη χώρα των Μολοσσών, στην Ήπειρο και απέκτησε ένα γιο με την Ανδρομάχη, τον Μολοσσό ο οποίος έγινε και διάδοχός του στην περιοχή. Για αυτό αργότερα οι βασιλείς της Ηπείρου, καθώς και ο Μέγας Αλέξανδρος υποστήριζαν ότι είναι απόγονοι του Αχιλλέα.
Ο Διομήδης μετά από μια καταιγίδα βρέθηκε στην Λυκία, όπου ο βασιλιάς της Λύκος θα τον θυσίαζε στον Άρη, αλλά η κόρη του βασιλέα Καλλιρρόη τον λυπήθηκε και τον βοήθησε να δραπετεύσει. Μετά κατέληξε στην Αττική, όπου οι Αθηναίοι μη γνωρίζοντας ότι είναι σύμμαχοι του επιτέθηκαν[7]. Τελικά έφθασε στο Άργος, όπου ανακάλυψε ότι η σύζυγός του Αιγιαλεία διέπραττε μοιχεία. Αγανακτισμένος έφυγε για την Αιτωλία. Σύμφωνα με κάποιες πηγές πέρασε και από την νότια Ιταλία όπου ίδρυσε ορισμένες πόλεις.
Ο Φιλοκτήτης μετανάστευσε στην Σικελία, όπου ίδρυσε μια σειρά από πόλεις μεταξύ Κρότωνα και Θουρίων. Μετά από πολεμικές αναμετρήσεις με τους τοπικούς πληθυσμούς ίδρυσε το ιερό του Απόλλωνα όπου και αφιέρωσε το τόξο του Ηρακλή[8].
Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Ιδομενεύς έφθασε στην πατρίδα του, Κρήτη ασφαλής. Κατά μία άλλη εκδοχή το πλοίο του έπεσε σε δυνατή καταιγίδα και ο Ιδομενέας υποσχέθηκε στον Ποσειδώνα ότι θα θυσιάσει τον πρώτο άνθρωπο που θα δει στην πατρίδα, αν θα έφτανε σώος στην πατρίδα. Ο πρώτος που είδε όμως ήταν ο γιος του, τον οποίο και θυσίασε. Τελικά οι θεοί εξοργίστηκαν και ξέσπασε λοιμός στην Κρήτη, και ο λαός του τον έστειλε εξορία στην Καλαβρία της Ιταλίας όπου εν συνεχεία κατέληξε στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, όπου και απέθανε[9].
Επιστροφή Μενελάου[]
Σύμφωνα με την Οδύσσεια, ο στόλος του Μενέλαου παρασυρθείς από τις θύελλες κατέληξε στην Κρήτη και την Αίγυπτο, όπου τα πέντε εναπομείναντα πλοία ήταν αδύνατο να επιστρέψουν στην πατρίδα λόγω των έντονων ανέμων.
Ο Μενέλαος έπρεπε να λαβει πληροφορίες με τον Πρωτέα, έναν θαλάσσιο θεό, προκειμένου να του γνωρίσει τις κατάλληλες θυσίες προς τους θεούς για να του εξασφαλίσουν ασφαλή επιστροφή.
Σύμφωνα με κάποιες πηγές, η Ελένη που είχε απαχθεί από τον Πάρη, ήταν απλά ένα ομοίωμά της και η πραγματική Ελένη βρίσκονταν όλο αυτό το διάστημα στην Αίγυπτο, όπου ξανάσμιξε με τον Μενέλαο.
Ο Πρωτεύς επιπλέον προέβλεψε ότι το πεπρωμένο τους ήταν να γίνουν δεκτοί στα Ηλύσια Πεδία μετά τον θάνατό τους.
Τελικά, ο Μενέλαος επέστρεψε μαζί με την Ελένη επτά έτη μετά το πέρας του Τρωικού Πολέμου[10].
Επιστροφή Αγαμέμνονα[]
Ο Αγαμέμνονας επέστρεψε στις Μυκήνες, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, φέροντας μαζί του και την Κασσάνδρα.
Η σύζυγός του Κλυταιμνήστρα είχε, όμως, συνάψει εξωσυζυγική σχέση με τον πρίγκηπα Αίγισθο, γιο του Θυέστη και εξάδελφο του ίδιου.
Πιθανότατα, ως εκδίκηση για την θυσία της Ιφιγένειας, η Κλυταιμνήστρα οργάνωσε ολόκληρο σχέδιο μαζί με τον εραστή της για να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα.
Η Κασσάνδρα, ενώ προέβλεψε τον θάνατο του και τον πληροφόρησε, δεν επέτυχε να πείσει τον Αγαμέμνονα, ο οποίος δεν της έδωσε καμία σημασία. Τελικά δολοφονήθηκε στο λουτρό του[11].
Μετά την παρέλευση αρκετών ετών, ο γιος του, Ορέστης θα λάβει εκδίκηση φονεύοντας την μητέρα του και τον εραστή της και ταυτόχρονα ανεβαίνοντας στον θρόνο των Μυκηνών[12].
Επιστροφή Οδυσσέα[]
Οι περιπέτειες του Οδυσσέα ήταν ιδιαίτερα επίπονες και διήρκεσαν δέκα έτη. Περιγράφονται στο δεύτερο έπος του Ομήρου, την Οδύσσεια.
Κατά το διάστημα αυτό ο Οδυσσέας ταξίδευσε σε χώρες εντελώς άγνωστες για τους Αχαιούς και έζησε πολλές περιπέτειες:
Συνάντησε τον Κύκλωπα Πολύφημο και συνομίλησε με Τειρεσία στον Κάτω Κόσμο.
Ταξίδευσε στην Θρινακία (Σικελία), όπου οι άνδρες του έφαγαν τα ιερά ζώα του θεού Ήλιου.
Για αυτή την ύβρη τα πλοία του Οδυσσέα καταστράφηκαν και τα πληρώματά τους πνίγηκαν.
Εν συνεχεία κατέληξε στην νήσο Ωγυγία και έζησε με τη νύμφη Καλυψώ.
Όταν συμπλήρωσε επτά έτη με την νύμφη κατασκεύασε μια μικρή σχεδία με την οποία κατέληξε στην Σχερία, όπου κατοικούσαν οι Φαίακες, η οποίοι του παρείχαν όλα τα μέσα για να επιστρέψει στην Ιθάκη.
Όταν έφθασε στην πατρίδα του, αρχικά ήταν μεταμφιεσμένος ως ηλικιωμένος ζητιάνος. Ανακάλυψε ότι η σύζυγός του, Πηνελόπη ήταν πιστή σε αυτόν κατά τη διάρκεια της εικοσαετούς απουσίας του, παρ' όλο που οι μνηστήρες είχαν εγκατασταθεί στο ανάκτορό του περιμένοντας την απόφασή της να επιλέξει νέο σύζυγο.
Τελικά, με την βοήθεια του γιου του Τηλέμαχου, της προστάτιδάς του θεάς Αθηνάς και του χοιροβοσκού Εύμαιου κατάφερε με ενέδρα να σκοτώσει τους μνηστήρες και να επανανακτήσει το βασίλειο και τη σύζυγό του.
Σύμμαχοι Τρώων (Τρωικός Κατάλογος)[]
- Όσους ήλθαν από Πράκτιον, από Περκώτην άνδρες, από Σηστό, από την Άβυδο και από την λαμπρήν Αρίσβην (Arawanna?), ο Υρτακίδης Άσιος τους διοικούσε ο μέγας. Και αυτόν από τον Σελλήεντα, ποταμό της Αρίσβης, ίπποι μεγάλοι λαμπροί εφέραν τον ανδρείο.
- Τα γένη ακόμη Πελασγών καλών κονταρομάχων, που της Λαρίσης κατοικούν στα κάρπιμα πεδία. Ο Ιππόθοος και ο Πύλαιος τα διοικούσαν δύο τέκνα του Λήθου Πελασγού του Τευταμίδη ανδρεία.
- Ο Ακάμας και ο Πείροος τους Θράκες διοικούσαν όσοι είναι από τον ορμητικόν Ελλήσποντον κλεισμένοι.
- Ο Εύφημος ήτο αρχηγός των λογχιστών Κικόνων. Τον γέννησε ο θεοφίλητος ο Τροιζήνιος Κεάδης.
- Οι τοξοφόροι Παίονες με τον Πυραίχμη ήλθαν μακρόθεν, από τον Αξιό, πλατύρροο ποταμό, τον ωραιότερο της Γης, και από την Αμυδώνα.
- Τους Παφλαγόνες έφερεν ο ανδρείος Πυλαιμένης από την χώρα των Ενετών, που άγριους όνους τρέφει, τους έστειλεν η Κύτωρος, η Σήσαμος που έχουν στου Παρθενίου την ροήν λαμπρές τις κατοικίες, η Κρώμνα και ο Αιγιαλός κι οι απόκρημνοι Ερυθίνοι.
- Ο Χρόμις είχε τους Μυσούς και ο Έννομος ο μάντις που με όλην του την μαντικήν δεν διέφυγε την μοίραν, αλλά και αυτόν εφόνευσεν ο ωκύποδας Πηλείδης μέσα στο ποταμό, όταν έσφαξε εκεί και τόσους άλλους Τρώες.
- Ο Άντιφος τους Μαίονες και ο Μέσθλης διοικούσαν που ο Ταλαιμένης γέννησε και η Γυγαία λίμνη. Τους Μήονας που κατοικούν στους πρόποδες του Τμώλου.
- Ο Νάστης πάλιν των Καρών, λαών βαρβαροφώνων, ήτο αρχηγός που των Φθιρών τους έστειλαν οι πολύδενδροι πρόποδες και η Μίλητος και οι λίθοι της Μυκάλης. Δύο τέκνα του Νομίονα, νέοι διάσημοι, ήσαν εκείνων οι αρχηγοί, Αμφίμαχος και Νάστης, που ως κόρη χρυσοστόλιστος στον πόλεμο ερχόταν, μωρός και από τον θάνατον με τούτο δεν εσώθη, αλλά νεκρό τον έστρωσεν ο τρομερός Πηλείδης μέσα στον ποταμό και έπειτα του απέσπασε τον χρυσό του.
- Και τους Λυκίους έφεραν ο Σαρπηδών και ο Γλαύκος από της Λυκίας τους αγρούς που τους υδροδοτεί ο Ξάνθος.
Ομηρικός Προσδιορισμός της Τροίας[]
Στην Ιλιάδα, οι Αχαιοί στρατοπεύδευσαν στις εκβολές του ποταμού Σκαμάνδρου (σημερινός Karamenderes), όπου προσάραξαν τα πλοία τους. Η ίδια η πόλη της Τροίας ευρισκόταν σε ένα λόφο, της πεδιάδος του Σκαμάνδρου, όπου οι μάχες του Τρωϊκού πολέμου έλαβαν χώρα. Η θέση της αρχαίας πόλεως σήμερα απέχει περίπου 15 km από την ακτή, αλλά η αρχαία εκβολή του Σκαμάνδρου, περίπου 3,000 χρόνια πριν, ήταν περίπου 5 km πιο εσωτερικά, εκβάλλοντας σε ένα κόλπο που έκτοτε έχει προσχωθεί.
Ιστορική Ερμηνεία[]
Οι Έλληνες της Κλασσικής Εποχής θεωρούσαν ότι ο Τρωικός Πόλεμος ήταν πραγματικό γεγονός, όπως άλλωστε και οι περισσότερες αφηγήσεις της Ελληνικής Μυθολογίας.
Ακόμη και ο Θουκυδίδης, ο οποίος γενικά διακατέχονταν από πνεύμα αμφισβήτησης, θεωρεί τον πόλεμο ιστορικό γεγονός, αλλά αμφιβάλει αν ο στόλος των Αχαιών ανέρχονταν σε 1.186 πλοία.
Ο Ευριπίδης υιοθέτησε μια παρόμοια άποψη, μεταλλάσσοντας όμως πολλά στοιχεία της αρχικής αφήγησης.
Κατά τον 19ο αιώνα στον Δυτικό Κόσμο, γενικά εθεωρείτο ότι τόσο ο Τρωικός Πόλεμος όσο και η ίδια η Τροία αποτελούσαν απλά μυθεύματα καθώς και όλες οι τοποθεσίες που αναφέρονται στα έπη.
Η κατάσταση άρχισε βαθμιαία να αλλάζει όταν το 1870 ο Γερμανός αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν πιστεύοντας σε αυτές τις αρχαίες αφηγήσεις, ανακάλυψε τα ερείπια της Τροίας και των Μυκηνών.
Σήμερα, η αρχαιολογική και ιστορική κοινότητα έχει κατά πλειοψηφία δεχθεί ότι διεξήχθηκε ο Τρωικός πόλεμος, αλλά τα ακριβή γεγονότα της πολιορκίας όπως περιγράφονται κυρίως από τον Όμηρο είναι προφανώς αμφισβητήσιμα.
Τον Νοέμβριο του 2001 ομάδα γεωλόγων παρουσίασε μια ενδιαφέρουσα μελέτη σχετικά με τη μορφολογία της Τρωάδας. Τα συμπεράσματα της μελέτης ανέφεραν ότι η μορφολογία της ευρύτερης περιοχής είναι σε απόλυτη συμφωνία με τα σχετικά στοιχεία που παραθέτουν η Ιλιάδα του Ομήρου και τα "Γεωγραφικά" του Στράβωνα. Ακριβής φαίνεται να είναι και η θέση του στρατοπέδου των Αχαιών, στα παράλια της περιοχής, αλλά και πολλές άλλες τοποθεσίες.
Από τον 20ο αιώνα πολλοί ερευνητές προσπάθησαν να διαφωτίσουν το θέμα του Τρωικού πολέμου μέσω Αρχαίων Αιγυπτιακών και Χετταίων κειμένων του 13ου - 12ου αιώνα π.Χ..
Οι πηγές αυτές δίνουν γενικές πληροφορίες για τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των τότε μεγάλων κρατών, αλλά δεν αναφέρονται ρητά σε αυτό τον πόλεμο.
Χετταϊκές επιγραφές, αναφέρονται σε ένα μεγάλο κράτος στα δυτικά του Αιγαίου, το ονομάζουν Αχιγιάβα (πιθανόν κοινή ρίζα με το Αχαΐα δηλ., χώρα των Αχαιών), του οποίου ο βασιλέας εθεωρείτο σε κάποια εποχή ως ισοδύναμος του Χετταίου βασιλέα και των λοιπών μεγάλων βασιλέων της εποχής.
Επίσης, γίνεται λόγος και για μια συνομοσπονδία πόλεων (Assuwa, πιθανή σχέση με τον αρχαίο ελληνικό όρο Ασία) στη βορειοδυτική Μικρά Ασία και την απέναντι θρακική ακτή, στην οποία ανήκει και η πόλη Ιουλούσα, οι μελετητές θεωρούν ότι πρόκειται για το Ίλιο (Τροία).
Σε ένα χετταϊκό κείμενο, αναφέρεται ως βασιλέας της μετο όνομα "Αλακάσαντου", όνομα που πιθανόν αναφέρεται στον υιό του Πριάμου Πάριδα, που ονομάζονταν και Αλέξανδρος.
Σε κάποιο άλλο κείμενο (περίπου 1250 π.Χ.) που διασώζεται αποσπασματικά και απευθύνεται στον βασιλέα των Αχαιών (Αχιγιάβα), αναφέρει ότι στην περιοχή της Τροίας είχαν εμπλακεί δυνάμεις και των δύο μεγάλων βασιλείων.
Η συνομοσπονδία των πόλεων που άνηκε η Τροία κατά την Χετταιο-Αιγυπτιακή Μάχη του Καντές (Quadesh) της Συρίας (περίπου 1240-1210 π.Χ.) ενώ αρχικά ήταν να πολεμήσει με το μέρος των Χετταίων, τάχθηκε τελικά με τους Αιγύπτιους.
Τις επόμενες δεκαετίες οι Χετταίοι εκστράτευσαν εναντίον αυτής της συνομοσπονδίας αλλά δεν κατάφεραν να την υποτάξουν.
Είναι πιθανόν ο Τρωικός Πόλεμος να ήταν εκτεταμένη πολεμική σύγκρουση μεταξύ Αχαιών και της συνομοσπονδίας αυτής που ανήκε και η πόλη της Τροίας.
Αυτό συμβαδίζει και με τις αρχαίες αφηγήσεις:
Άλλες Αρχαίες Μαρτυρίες[]
Εκτός από την Ιλιάδα, υπάρχουν αναφορές στη Τροία στο άλλο μείζον έργο του Ομήρου, την Οδύσσεια, καθώς και σε άλλα αρχαιοελληνικά κείμενα.
Ο Ομηρικός μύθος της Τροίας χρησιμοποιήθηκε από το Ρωμαίο ποιητή Βιργίλιο στο έργο του Αινειάδα. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν γεγονός την ιστορικότητα του Τρωϊκού πολέμου, και την ταυτότητα της Ομηρικής Τροίας με τη θέση στη Μικρά Ασία.
Ο Μέγας Αλέξανδρος, για παράδειγμα, επισκέφθηκε την περιοχή το 334 π.Χ. και προσέφερε θυσία στους θρυλούμενους τύμβους των Ομηρικών ηρώων Αχιλλέα και Πατρόκλου.
Χρονολόγηση[]
Η περισσότερο πιθανή άποψη πρέπει να είναι η μαρτυρία του Μανέθωνος (που διασώζεται μέσω του Αφρικανού και του Ευσέβιου) ότι σύγχρονος του Τρωϊκού Πολέμου ήταν ο φαραώ Πόλυβος, σύζυγος της Αλκάνδρας.
Έχει μάλλον διευκρινισθεί πλέον ότι:
- η "Αλκάνδρα" είναι η Θουωρίς (1191 - 1189 π.Χ.) (καθόσον Ta-weseret (= Mighty Lady) και οπότε
- ο "Πόλυβος" είναι ο σύζυγός της Σέθωσις Β' (1204 - 1198 π.Χ.)
Υπό αυτές τις συνθήκες πιθανότερη είναι περίπου η χρονολόγηση του Τίμαιου του Σικελιώτου
- δηλ. 1205 - 1195 π.Χ.
Οι αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί τοποθετούσαν την πτώση της Τροίας (δηλ. το τέλος του Τρωϊκού Πολέμου) σε διάφορα χρονικά διαστήματα.
Όμως, δεν είχαν άμεση πληροφόρηση με το γεγονός και τα στοιχεία που στηρίχθηκαν (π.χ. οι γενεαλογίες των βασιλέων της Σπάρτης) ήταν εντελώς αναξιόπιστα.
Ακολουθεί ένας κατάλογος με τις σημαντικότερες προτάσεις:
Έχουμε:
Χρονολόγηση της πτώσης της Τροίας | ||||
---|---|---|---|---|
Ιστορικός | Χρονολογία (έτος) | Αιώνας | Ιστορική Πηγή | |
Δούρις ο Σάμιος | 1334 π.Χ. | 14ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist76 F4) | |
Ερέτης (άγνωστος) | 1291 π.Χ. | 13ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist242 F1) | |
Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς | 1250 π.Χ. | 13ος Αιώνας π.Χ. | ||
Δικαίαρχος ο Μεσσήνιος | 1212 π.Χ. | 13ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist, τόμος δεύτερος, σελίδα 225, απόσπασμα 58a) | |
Πάριο Χρονικό | 1209 π.Χ. | 13ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist239 A24) | |
Τίμαιος ο Σικελιώτης | 1193 π.Χ. | 12ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist566 F125) | |
Ερατοσθένης ο Κυρηναίος | 1184/1183 π.Χ. | 12ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist241 F1) | |
Σωσίβιος ο Λάκων | 1172 π.Χ. | 12ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist595 F1) | |
Έφορος ο Κυμαίος | 1135 π.Χ. | 12ος Αιώνας π.Χ. | (FGrHist70 F223) | |
Γενικά, πιθανότερη θεωρείται η χρονολόγηση του Ερατοσθένη. | ||||
Η πτώση της Χετταϊκής Αυτοκρατορίας τοποθετείται το 1178 π.Χ. |
Ο Θουκυδίδης αναφέρει (Θουκυδίδου Ιστορία Α' 12,3) ότι:
- Και οι σημερινοί Βοιωτοί (θεωρείται ότι είναι οι Θηβαίοι που εγκατέλειψαν την πόλη τους μετά την άλωση από τους Επτά επί Θήβας, εκδιωχθέντες το εξηκοστόν έτος μετά την άλωσιν της Τροίας υπό των Θεσσαλών από την Άρνην, εγκατεστάθησαν εις την χώραν, η οποία σήμερον καλείται Βοιωτία, ενώ πρότερον εκαλείτο Καδμηΐς.
- Και οι Δωριείς με τους Ηρακλείδας κατέλαβαν την Πελοπόννησον το ογδοηκοστόν έτος.
Συγχρονισμός[]
Οι πιθανοί σύγχρονοι ηγεμόνες των σημαντικών κρατών της Εποχής είναι:
Σύγχρονοι Ηγεμόνες με την πτώση της Τροίας | ||
---|---|---|
Χώρα | Ηγεμόνας | Διάρκεια της βασιλείας του |
Χετταϊκή Αυτοκρατορία | Τάνταλος Δ' (Tudhaliya IV) Αρνάβανδος Γ' (Arnuwanda III) |
1237 - 1209 π.Χ. 1209 - 1207 π.Χ. 1207 - 1178 π.Χ. |
Αιγυπτιακή Αυτοκρατορία | Σέθωσις Β' Θυωρίς Σεθώναχθις Ραμσής Γ' |
1203 - 1197 π.Χ. 1197 - 1190 π.Χ. 1190 - 1187 π.Χ. 1186 - 1155 π.Χ. |
Ασσυρία | Τυγλονίνωρ Α' ( = Tukulti-Ninurta I) Ασσωροναδιπάλης ( = Aššur-nadin-apli) Ασσωρονίρρωρ Γ ( = Aššur-nirari III) Ενυλλοκυδυρρώσωρ ( = Enlil-kudurri-usur) |
1233 - 1197 π.Χ. 1196 - 1193 π.Χ. 1192 - 1187 π.Χ. 1186 - 1182 π.Χ. |
Βαβυλωνία | Adad-shuma-usur Meli-Shipak II |
1216 - 1187 π.Χ. 1186 - 1172 π.Χ. |
Μιταννία | Προηγηθείσα Κατάλυση | 1250 π.Χ. |
Άγυρτις (Ugarit) | Προηγηθείσα Καταστροφή | 1190 π.Χ. |
Νεότερες Γεωλογικές Μελέτες[]
Το Νοέμβριο του 2001, οι γεωλόγοι Ιωάννης Κραφτ από το Πανεπιστήμιο του Ντελαγουέαρ και ο Ιωάννης Λιούς από το Κολλέγιο Trinity του Δουβλίνου παρουσίασαν τα αποτελέσματα (όρα [1], [2], & [3]) των διερευνήσεων της Γεωλογίας της περιοχής που είχαν αρχίσει το 1977.
Οι γεωλόγοι συνέκριναν την σημερινή γεωλογική κατάσταση με τη μορφολογία του εδάφους και των ακτών που περιγράφεται στην Ιλιάδα και άλλες κλασσικές πηγές, κυριώτερα στη Γεωγραφία του Στράβωνος. Το συμπέρασμά τους ήταν ότι υπάρχει συνάφεια μεταξύ της τοποθεσίας της Τροίας που απεκάλυψε ο Σλήμαν (και άλλων τοποθεσιών όπως το Ελληνικό στρατόπεδο), των γεωλογικών αποδείξεων, και των περιγραφών της τοπολογίας και των μαχών στην Ιλιάδα.
Επιστημονική Φαντασία[]
- Υπάρχει, ωστόσο, μια πρόσφατη θεωρία που έχει προταθεί από τον ιστορικό Ίμαν Ουΐλκινς που προτείνει μια νέα θέση για την Τροία στην Αγγλία[4]. Η θεωρία αυτή γενικά δεν είναι αποδεκτή από τους ιστορικούς επιστήμονες.
- Ο καθηγητής Φίλιππος Βίνσι έχει προβάλει μια ακόμη θεωρία,[5], τοποθετώντας την Τροία στη νότιο Φινλανδία και ταυτοποιώντας τους πολιορκούντες και πολιορκουμένους γύρω από τη Βαλτική θάλασσα. Η θεωρία του υποθέτει ότι ο Τρωϊκός πόλεμος συνέβη πολλούς αιώνες νωρίτερα από ότι γενικά πιστεύεται, πριν οι Έλληνες εξαναγκαστούν από μία αλλαγή κλίματος να μεταναστεύσουν νότια στη Μεσόγειο.
- Ο Εμμανουήλ Βελινκόφσκυ, αν και δέχεται την παραδοσιακή γεωγραφία του Τρωϊκού πολέμου, θεωρεί[[6]] ότι ο Ελληνικός Μεσαίωνας δεν συνέβη ποτέ, και ότι ο Τρωϊκός πόλεμος συνέβη πολλούς αιώνες ενωρίτερα από ότι γενικά πιστεύεται.
Εξορθολογισμός[]
1) Πρώτη παρατήρηση: Υπάρχει εξαιρετική απιθανότητα να ήταν ο ίδιος ο βασιλέας των Μυκηνών, ο αρχηγός της εκστρατείας.
Σχεδόν αποκλείεται ένας βασιλέας, ειδικά την 2η χιλιετία, να επιβιβασθεί σε στόλο και να εγκαταλείψει μαζί με τους άλλους υποδεέστερους βασιλείς την χώρα του, συμμετέχοντας σε μία υπερπόντια εκστρατεία.
Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ο Αγαμέμνων να ήταν, απλά, ο πρίγκιπας-αρχηγός ενός μισθοφορικού σώματος (κάτι αντίστοιχο με τον Κλέαρχο και τον Ξενοφώντα των Μυρίων) που στρατολόγησε άνδρες από όλη την επικράτεια της Αχαϊκής Αυτοκρατορίας. Ίσως, βασιλέας του Αργειακού Κράτους, να ήταν ο μη-δημοφιλής Αίγισθος.
2) Δεύτερη παρατήρηση: Ο "κατάλογος των νεών" αποκλείεται να απηχεί την στρατιωτική δύναμη που μετέβη στην Τροία.
Αποκλείεται, στην 2η χιλιετία π.Χ., να διατίθετο στόλος 100 πλοίων που να μεταφέρει εκτός Ελλάδας δύναμη 100.000 ανδρών και μάλιστα δια θαλάσσης.
Επομένως, το πιθανότερο είναι να απηχεί τις συνολικές δυνάμεις που διέθετε κάθε πόλη-μέλος της Αχαϊκής Αυτοκρατορίας και ενσωματώθηκε στο Ομηρικό κείμενο εκ των υστέρων.
Υποσημειώσεις[]
- ↑ Ιλιάς Ι' 328
- ↑ Απολλόδωρος. Επιτομή 3.32.
- ↑ Απολλόδωρος. Επιτομή 3.33.
- ↑ Επιτομή Απολλόδωρου 6.11.
- ↑ Επιτομή Απολλόδωρου 5.24.
- ↑ Στράβων 6.1.15.
- ↑ Επιτομή Απολλόδωρου 6.11
- ↑ Επιτομή Απολλόδωρου 6.15
- ↑ Βιργίλου Αινειάδα 2.400.
- ↑ Απολλόδωρου Επιτομή 6.29.
- ↑ Απολλόδωρου Επιτομή 6.23.
- ↑ Σοφοκλή Ηλέκτρα.
Εσωτερική Αρθρογραφία[]
Βιβλιογραφία[]
Ιστογραφία[]
- Επιστημονική Ανάλυση στο salimbeti.com
- Ομώνυμο άρθρο στην Βικιπαίδεια
- Ομώνυμο άρθρο στην Livepedia
- Εκτενής περιγραφή στο site Typos.cy
- Τρεις εκλείψεις χρονολογούν τον Τρωικό Πόλεμο
- Solar eclipse of 1207 BC helps to date pharaohs
Κίνδυνοι Χρήσης |
---|
Αν και θα βρείτε εξακριβωμένες πληροφορίες "Οι πληροφορίες αυτές μπορεί πρόσφατα Πρέπει να λάβετε υπ' όψη ότι Επίσης, |
- Μην κάνετε χρήση του περιεχομένου της παρούσας εγκυκλοπαίδειας
αν διαφωνείτε με όσα αναγράφονται σε αυτήν
- Όχι, στις διαφημίσεις που περιέχουν απαράδεκτο περιεχόμενο (άσεμνες εικόνες, ροζ αγγελίες κλπ.)